ΑΙΣΧΡΟΝ ΕΣΤΙ ΣΙΓΑΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΑΣΗΣ ΑΔΙΚΟΥΜΕΝΗΣ.

ΜΗΤΡΟΣ ΤΕ ΚΑΙ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΤΙΜΙΩΤΕΡΟΝ ΕΣΤΙ Η ΠΑΤΡΙΣ.

Η ΤΥΡΑΝΝΙΚΗ “ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ”
Friday
09/03/2018
02:10 GMT+2
Επιστημονική τεκμηρίωση υπέρ του εθνικού νομίσματος Ανδρ. Δημητρόπουλος
1

Σχόλιο GMR: Βλέπετε σχετικές προτάσεις στη στήλη “Προτάσεις Απελευθερωτικής Συνέργειας “εδώ

Επιπροσθέτως σημειώνουμε την σύνδεση της συγκεκριμένης αρθρογραφίας του κ. Ανδρ. Δημητρόπουλου με το πολύ μεταγενέστερο αλλά σχετικό άρθρο του κ. Βασ. Ασημακόπουλου με τίτλο “Ο α-εθνικός δικαιωματισμός της κυρίας Προέδρου

_.

 

 

 

Ανδρ. Δημητρόπουλος(*), 23 Φεβρουαρίου 2018

 

 

 

Εδώ και μερικά χρόνια – και κυρίως τα δύο τελευταία- ζούμε στην Ελλάδα ίσως την πλέον εκφυλιστική μορφή του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού, το φαινόμενο της «τυραννικής πλειοψηφίας». Ο τίτλος φαίνεται να περιέχει κάποιαν αντίφαση. Πλειοψηφία και τυραννική; Προφανώς πρόκειται για κοινοβουλευτική πλειοψηφία τυραννική απέναντι στη μεγάλη πλειοψηφία του Λαού. Πρόκειται για κοινοβουλευτική πλειοψηφία η οποία συμπεριφέρεται ως δυνάστης, κραδαίνοντας μάλιστα αναιδώς και «πιστοποιητικό δημοκρατικής νομιμοποίησης» αν και η ίδια καλά γνωρίζει, ότι το μεγαλύτερο μέρος των ψηφοφόρων της την εγκατέλειψαν και πλέον δεν αντιπροσωπεύει παρά ελάχιστο ποσοστό του Εκλογικού Σώματος. Ενεργεί σε πολλές περιπτώσεις προφανώς αντίθετα προς την θέληση – αλλά και τα συμφέροντα – του Λαού επικαλούμενη το «χρέος» της να ενεργεί προς το συμφέρον του, επικαιροποιώντας έτσι το περιβόητο από το δυναστικό παρελθόν: «όλα για τον Λαό αλλ΄ ουδέν δια του Λαού». Η διαφορά της βέβαια από τον κληρονομικό δυνάστη είναι, πως γνωρίζει, ότι – αντίθετα προς αυτόν- είναι αναλώσιμη και προσπαθεί έτσι να εκμεταλλευθεί και το τελευταίο δευτερόλεπτο παραμονής της στην εξουσία.

Η τυραννική πλειοψηφία ακραία περίπτωση απομάκρυνσης από την αρχή της ταυτότητας και εναρμόνισης Κοινοβουλίου \ Λαού (όταν η κοινοβουλευτική πλειοψηφία ταυτίζεται με την πλειοψηφία Λαού) και είναι κορυφαία έκφραση της μεταξύ τους αντίθεσης και δυσαρμονίας (όταν η μειοψηφία Λαού είναι κοινοβουλευτική πλειοψηφία). Κάποτε μια τέτοια αντίθεση ήταν αρχικά αδιανόητη, αργότερα σπάνια και οπωσδήποτε περιστασιακή, κυρίως σε περιπτώσεις μετάστασης βουλευτών από κόμμα σε κόμμα (βλ τα γεγονότα του 1965) ή σε κακή λειτουργία του εκλογικού συστήματος (βλ βουλευτικές εκλογές 1956) . Ήταν η εποχή που η Δημοκρατία συμβάδιζε με τον κοινοβουλευτισμό ενάντια στην Μοναρχία. Τότε που το κοινοβουλευτικό ήταν εξ ορισμού και δημοκρατικό, η περίοδος της παντοδυναμίας της πολιτικής αντιπροσώπευσης. Η ιστορική πορεία κατέδειξε, ότι Δημοκρατία και Κοινοβουλευτισμός δεν ταυτίζονται. Δημοκρατικά και αντιπροσωπευτικά στοιχεία του πολιτεύματος δεν είναι πάντοτε παράλληλα, αλλά υπάρχουν, αρχικά στιγμές, αργότερα – και ιδίως σήμερα – περίοδοι όχι μόνον αντίθεσης αλλά και ισχυρής σύγκρουσης.

Στην Ελλάδα το ζήσαμε αυτό με τα γεγονότα του 1965, που ορθά θεωρήθηκαν ως «συνταγματική παρέκβαση», πέρα από τη συνταγματική κανονικότητα – παρά το ότι διετηρείτο η «τυπική κοινοβουλευτική νομιμότητα» – και γι αυτό επιδιώχθηκε η επανεναρμόνιση του Κοινοβουλίου προς την Λαϊκή Θέληση. Κατά την περίοδο της μεταπολίτευσης η εναρμόνιση Λαού και Κοινοβουλίου ήταν αρχικά φυσικό αποτέλεσμα της λειτουργίας του πολιτεύματος. Η αντίθεση κοινοβουλίου Λαού άρχισε να επανεμφανίζεται με την εισβολή του χρηματοπιστωτισμού και την συνακόλουθη παραμόρφωση του πολιτεύματος σε «χρηματοπιστωτικό αντιπροσωπευτικό κοινοβουλευτισμό». Στις αρχές κατά τα πρώτα χρόνια του μνημονίου, μέλη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας αντιστάθηκαν σθεναρά σε αυτή την συνταγματική και πολιτική παραμόρφωση.

Τελικά κάμφθηκαν οι μεμονωμένες αντιστάσεις. Σαν να κυριάρχησε μια συνταγματική αδιαφορία, συνοδευόμενη από κάποιας μορφής πολιτικό αμοραλισμό. Ο χρηματοπιστωτικός κοινοβουλευτισμός βασίστηκε στην κομματική πειθαρχία, η οποία ξεκίνησε ως υγιές δημοκρατικό συνταγματικοπολιτικό φαινόμενο , ως μέσο άμυνας εναντίον παρεμβάσεων του στέμματος στα εσωτερικά των κομμάτων και διαφύλαξης της εσωτερικής τους ενότητας, ως ισχυρός μοχλός μετατροπής της Λαϊκής Θέλησης σε κοινοβουλευτική – κρατική θέληση. Ποιος μπορούσε τότε να φαντασθεί ότι η κομματική πειθαρχία θα έστρωνε τον δρόμο για την κοινοβουλευτική επικράτηση του χρηματοπιστωτισμού και την μεταβολή του Εθνικού Κοινοβουλίου σε χρηματοπιστωτικό παράρτημα. Δύναμη της χρηματοπιστωτικής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας δεν είναι η αλήθεια και η ουσία των θέσεων της, αλλά η πολυσήμαντη αδυναμία των μελών της. Όσο μεγαλύτερη πνευματική, οικονομική, πολιτική, χαρακτηρολογική κλπ αδυναμία τόσο πιο συμπαγής πλειοψηφία. Η κυριαρχία της μετριότητας και της «τυφλότητας» αποτελεί προϋπόθεση της τυραννικής πλειοψηφίας. Δεν γίνεται διαφορετικά.

Θα μπορούσε βέβαια κάποιος να ισχυρισθεί, και πως διαπιστώνεται αυτή η διάσταση κοινοβουλίου και Λαού; Ποιες είναι οι ενδείξεις – αν όχι αποδείξεις – που αποδεικνύουν αυτή την μεταβολή; Το ερώτημα αυτό θυμίζει έντονα την εποχή πρώϊμη κοινοβουλευτική περίοδο, στην οποία οι κυβερνήσεις μειοψηφίας δεν συγκαλούσαν τη Βουλή για να μην αποδειχθεί η μειοψηφία τους. Και τελικά οι έλληνες εξεγέρθηκαν για να επιβάλλουν την αρχή ότι η κυβέρνηση πρέπει να έχει την πλειοψηφία στη Βουλή σε κάθε χρονικό σημείο, είτε η βουλή είναι παρούσα, δηλαδή σε σύνοδο, είτε απούσα. Και καθιερώθηκε έτσι και η απόλυτη αρχή της διατήρησης και αμέσως μετά η σχετική αρχή της δεδηλωμένης. Τότε η κομματική ιδιότητα των βουλευτών βοηθούσε περισσότερο τον προσδιορισμό της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας. Σήμερα προβάλλεται, ότι η διάσταση πλειοψηφίας του Εκλογικού Σώματος και της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας είναι δύσκολο και δεν μπορεί να «αποδειχθεί» παρά μόνον με εκλογές. Πράγματι, οι δημοσκοπήσεις δεν παρέχουν ασφαλές κριτήριο γιατί εκτός του ότι είναι «φωτογραφίες της στιγμής» δεν είναι δύσκολο να προσκομιστούν δημοσκοπήσεις με αντίθετα συμπεράσματα. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που λίγο πολύ όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τα ίδια αποτελέσματα. Λαϊκές συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι πάντοτε μπορούν να οργανωθούν από τους πολιτικούς αντιπάλους. Υπάρχουν όμως και παλλαϊκές συγκεντρώσεις (όπως τα συλλαλητήρια της 21 Ιανουαρίου και 4 Φεβρουαρίου 2018) των οποίων τόσο το πάθος όσο και ο όγκος είναι τεράστιος και με τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας δεν μπορεί να αποκρυβεί. Πέρα όμως από όλα αυτά και άλλα που θα μπορούσαν να προστεθούν υπάρχει ένα αδιάψευστο και αμάχητο τεκμήριο της αναντιστοιχίας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και πλειοψηφίας Λαού. Είναι η ίδια η αιτία που την δημιούργησε. Είναι η απεμπόληση του προεκλογικού προγράμματος και η μεταστροφή της κυβερνητικής πολιτικής. Είναι, ότι άλλο διακηρύχθηκε προεκλογικά και άλλο εφαρμόζεται μετεκλογικά, είναι η μετεκλογική μεταμόρφωση με την λήψη βαρύτατων αντιλαϊκών μέτρων. Και θα αποτελούσε παράβαση κάθε κανόνα της λογικής, αν ισχυριζόταν κανείς, ότι ο Λαός εξακολουθεί να είναι υπέρ της κυβερνητικής πολιτικής και κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, δηλαδή και υπέρ των μέτρων που λαμβάνονται εις βάρος του, ερήμην του κατά παραπλάνησή του και ενάντια στο στοιχειώδη κανόνα pacta suntservanda. Η εφαρμογή διαφορετικής – και κυρίως δυσβάστακτης αντιλαϊκής – πολιτικής από εκείνη που εξαγγέλθηκε προεκλογικά δημιουργεί αμάχητο τεκμήριο δυσαρμονίας πλειοψηφίας Λαού και πλειοψηφίας Κοινοβουλίου, το οποίο μόνον με αντίθετο εκλογικό αποτέλεσμα θα μπορούσε να ανατραπεί.

Η τυραννική πλειοψηφία οφείλεται στην μετεκλογική μεταμόρφωση στη διάσταση μεταξύ προεκλογικών διακηρύξεων και υποσχέσεων και μετεκλογικής κυβερνητικής πολιτικής. Και δεν πρόκειται απλώς για αθέτηση ορισμένων προεκλογικών υποσχέσεων, κάτι το οποίο λίγο πολύ πάντοτε υπήρχε στην πολιτική ζωή. Η μετεκλογική μεταμόρφωση της τυραννικής πλειοψηφίας έχει πολύ πιο έντονα ποσοτικά και ποιοτικά γνωρίσματα. Πρόκειται για κυβερνητική πρακτική εκ διαμέτρου αντίθετη από την διακηρυχθείσα προεκλογικά, δηλαδή τελικά για συνολική άρνηση των βασικών κ.ά διακηρύξεων. Και αυτό «δικαιολογείται» με το επιχείρημα, της άγνοιας, σαν να επιτρέπεται και να συγχωρείται η άγνοια σε τόσο σοβαρά θέματα. Η τυραννική πλειοψηφία συνεχίζει να ενεργεί «προς όφελος του Λαού» (όπως επιχειρηματολογεί) ερήμην όμως και αντίθετα προς την θέληση του Λαού. Οι πραγματικοί λόγοι μετεκλογικής μεταστροφής της πλειοψηφίας ο τρόπος και τα μέσα, με τα οποία πραγματοποιείται έχουν πράγματι μεγάλο ενδιαφέρον, βρίσκονται όμως έξω από τα όρια του παρόντος. Νομική – συνταγματική βάση αυτής της μετεκλογικής μετατροπής είναι αυτό το ίδιο το αντι-προσωπευτικό σύστημα, η πολιτική αντι-προσώπευση

Το εξαιρετικά ενδιαφέρον και κρίσιμο συνταγματικά και πολιτικά θέμα το οποίο ανακύπτει είναι αυτό της αντιμετώπισης της τυραννικής πλειοψηφίας. Το θέμα είναι μείζον διότι αφορά αυτή την ίδια την Δημοκρατία στην οποία η πλειοψηφία (Λαού και Κοινοβουλίου κυβερνά και η μειοψηφία (Λαού και Κοινοβουλίου ελέγχει). Διάφορα Συντάγματα, όπως και το ελληνικό δεν έχουν συνταχθεί σε κλίμα αντιμετώπισης της τυραννικής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Το Κοινοβούλιο ως «μικρογραφία» και «καθρέφτης» του Λαού -και κατ΄ αναλογία η κοινοβουλευτική πλειοψηφία- εθεωρείτο πάντοτε a priori φύλακας και προστάτης του Εκλογικού Σώματος και σε καμία περίπτωση απειλή, από την οποία χρειάζεται προστασία. Έτσι σε πολλά Συντάγματα δεν προβλέπονται κατάλληλα συνταγματικά μέσα για την αντιμετώπιση της «πλειοψηφικής απειλής». Στο ελληνικό Σύνταγμα η αντίθεση κοινοβουλίου και Λαού προβλεπόταν στο Σύνταγμα του 1986 ως δυσαρμονία κοινοβουλίου και Λαϊκής θέλησης (λαϊκού αισθήματος). Ως μέσο αντιμετώπισης της αντίθεσης αυτής και επανεναρμόνισης Κοινοβουλίου – Λαού προβλεπόταν το «προεδρικό δημοψήφισμα» δηλαδή το δημοψήφισμα με πρωτοβουλία του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ήταν μια ορθή – όχι όμως πλήρης – πρόβλεψη, που δυστυχώς απαλείφθηκε και η οποία σε μια μελλοντική αναθεώρηση πρέπει να επανέλθει παράλληλα με το Δημοψήφισμα με Πρωτοβουλία των Πολιτών. Η ίδρυση Γερουσίας σε συνδυασμό με τον επανασχεδιασμό των διαιτητικών κυρίως προεδρικών αρμοδιοτήτων και η αξιοποίηση του Δημοψηφίσματος (πχ για πρόωρη διάλυση της Βουλής) μπορούν να αποτελέσουν αποτελεσματικές συνταγματικές διεξόδους. Μέχρι τότε δεν μένει παρά η ενεργοποίηση των πολιτών και η φιλοπατρία των Ελλήνων στους οποίους εναποθέτει ο συντακτικός νομοθέτης (άρθρ. 120) την φύλαξη του Συντάγματος.

(*) Καθηγητής, Νομική Σχολή Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις είναι της ιστοσελίδας.

Comments

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*

Upload File

You can include images or files in your comment by selecting them below. Once you select a file, it will be uploaded and a link to it added to your comment. You can upload as many images or files as you like and they will all be added to your comment.