ΑΙΣΧΡΟΝ ΕΣΤΙ ΣΙΓΑΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΑΣΗΣ ΑΔΙΚΟΥΜΕΝΗΣ.

ΜΗΤΡΟΣ ΤΕ ΚΑΙ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΤΙΜΙΩΤΕΡΟΝ ΕΣΤΙ Η ΠΑΤΡΙΣ.

ΥΠΑΡΧΟΝΤΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ-ΘΥΜΑΤΟΣ-ΘΥΤΗ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΔΙΕΞΟΔΑ
Thursday
07/09/2017
02:03 GMT+2
Προτάσεις Απελευθερωτικής Συνέργειας G-M-R
0

Αντί εισαγωγής, Η ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ GMR ΣΑΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΕΓΓΡΑΦΗ ΠΑΡΑΔΟΧΗ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ  5-11-2014 ΓΙΑ ΤΑ ΜΝΗΜΟΝΙΑ επί της σχετικής συνημμένης καταγγελίας του Ιωάννη Μασσέλου(*): «ενδιαφέρουσα προσέγγιση των γεγονότων της σήμερον». Στην μνήμη(**) του Συναγωνιστή-Καλού Ανθρώπου, Μασσέλου Ν. Ιωάννη-alias IRI WOLF.

(*) https://justiceforgreece.wordpress.com/2014/10/30/

(**) https://justiceforgreece.wordpress.com/2017/04/22/

 

Ακολουθεί το σχετικό έγγραφο του Αρείου Πάγου, ντοκουμέντο παραδοχής της καταγγελλόμενης εσχάτης προδοσίας, ταυτόχρονα ντοκουμέντο του Εισαγγελικού «δεν καταλαβαίνω να υπάρχει αίτημα». Οι αντιμνημονιακοί νομικοί και τα αντιμνημονιακά σχήματα, ας κάνουν το καθήκον τους. Να μην ξεχνάμε επίσης, πως την υπόθεση ΕΛΣΤΑΤ κρατούν ακόμα ζωντανή οι, Ζ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΑ-Ν. ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ.

maseloskatagkelia

ΣΥΝΤΑΓΜΑ – ΟΡΚΟΣ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ – ΜΝΗΜΟΝΙΑ – ΠΟΙΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ  

    Εν αρχή ο όρκος, …, ο ΟΡΚΟΣ, ΠΙΣΤΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ

Είναι ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΟΣ ο συνδυασμός:

Tου όρκου (ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ-εκτελεστικών οργάνων του κράτους, σε αντίθεση με τον ΙΔΙΟΤΕΛΩΣ καταπατούμενο όρκο των, ΠτΔ, ΠτΒ, Πρωθυπουργού και Υπουργών, Βουλευτών, Ηγεσίας Ελληνικής Δικαιοσύνης, Διοικητή της ΤτΕ), του άρθρου 19 παραγρ. 1 του Ν3528/2007 ΦΕΚ 26 τ. Α΄(όρκος των Δημοσίων Πολιτικών ∆ιοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.∆.∆.),

Με:

–     ΚΩΔΙΚΑΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

ΦΕΚ: Α 35 19880916

Άρθρο: 34

Ημ/νία: 16.09.1988
Ημ/νία Ισχύος: 16.09.1988
Κείμενο Άρθρου
Παράγραφος 7. Ο τύπος του όρκου είναι: “Ορκίζομαι να φυλάττω πίστη στην Πατρίδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους Νόμους και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντα μου”.

Επίσης: ΚΩΔΙΚΑΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

ΦΕΚ: Α 35 19880916

Τέθηκε σε ισχύ: 16.09.1988

Ημ.Υπογραφής: 24.02.1988

Αρθρο: 40

Ημ/νία: 16.09.1988

Ημ/νία Ισχύος: 16.09.1988

1. Ο δικαστικός λειτουργός οφείλει πίστη και αφοσίωση στην πατρίδα και στη δημοκρατία. Κατά την άσκηση των καθηκόντων του υπόκειται μόνο στο Σύνταγμα και στους νόμους. Είναι υποχρεωμένος να μη συμμορφώνεται με διατάξεις που έχουν θεσπιστεί κατά κατάλυση του Συντάγματος. (Σημ. η υπογράμμιση από την ιστοσελίδα).

–     Tο άρθρο 25 παραγρ. 3 του Ν3528/2007 ΦΕΚ 26 τ. Α΄ περί Νομιμότητας υπηρεσιακών ενεργειών (1. Ο υπάλληλος είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των καθηκόντων του και τη νομιμότητα των υπηρεσιακών του ενεργειών.

2. Ο υπάλληλος οφείλει να υπακούει στις διαταγές των προϊσταμένων του. Όταν όμως εκτελεί διαταγή, την οποία θεωρεί παράνομη, οφείλει,…)

–     Tο άρθρο 120Σ ΠΟΥ ΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΣΧΑΤΗ-ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗ ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ για την υπεράσπιση του ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ και της ΠΑΤΡΙΔΑΣ (και ΕΜΜΕΣΩΣ ΠΛΗΝ ΣΑΦΩΣ, την ΚΑΤΑΔΙΚΗ της εσχάτης προδοσίας υπαιτίων και συνενόχων, των τελευταίων δια της σημαντικής παθητικής=αποσιώπηση εγκλήματος κλπ, είτε ενεργητικής συνέργειας).

–    Την ΟΡΘΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ άρθρου 86Σ (εδώ) που βλέπετε αναλυτικά και στη συνέχεια του κειμένου.

–     Τον ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ περί ΕΣΧΑΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ αντιμετωπιζομένης ως ΔΙΑΡΚΕΣ ΑΥΤΟΦΩΡΟ ΕΓΚΛΗΜΑ (βλέπετε παρακάτω σχετική ποινική νομοθεσία και ανάλυση από νομικό ιστολόγιο)

Είναι καθοριστικός ο Όρκος καθώς ΚΑΙ η κατ’ αρχήν άρνηση συμμετοχής σε παρανομία, σε περίπτωση δε άνωθεν ΕΠΙΜΟΝΗΣ, απαιτείται η Η ΕΓΓΡΑΦΗ ΑΝΤΙΡΡΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΝΩΘΕΝ ΕΝΤΟΛΗ ΠΟΥ ΠΑΡΑΒΙΑΖΕΙ ΤΟΝ ΟΡΚΟ και ακολούθως και μόνον ακολούθως, ή εκτελείται η εντολή .. , ή …, βλέπετε την ΑΜΕΣΩΣ παρακάτω επιλογή ΑΥΤΟΘΥΣΙΑΣ:

ΑΙΤΗΣΗ

Υποβολής Παραίτησης

Επώνυμο …Αλιφραγκή……

Όνομα ……Μαρία………

Πατρώνυμο …Νικόλαος……

Μητρώνυμο …Σταματία……

Όνομα Συζύγου …Βλάσσης……..

Το γένος …Καστανιώτη……

Υπηκοότητα …Ελληνική…

Τόπος γέννησης …Θήβα…

Κάτοικος …Αθηνών………

Πολυδώτου 6 Περιστέρι……

Επάγγελμα ……Δασκάλα……..

Αριθμ. Δ. Ταυτ. …ΑΗ 624968…..

Αστ. Αρχή έκδοσης …Β’ ΤΑ……… Περιστερίου…

Ημ/νία έκδοσης ……29/06/2009….

Τηλέφωνο…2105741002…

23/01/2012….

ΠΡΟΣ

ΠΥΣΠΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

23-01-2012…

Λαμβάνω την τιμή να υποβάλλω την παραίτησή μου από τη θέση μου ως δασκάλας, στο 8ο Δημοτικό Σχολείο Πειραιά.

Οι λόγοι που μ’ έκαναν να επιλέξω αυτή την οδό είναι οι εξής:

– Ως δασκάλα πίστευα πάντα πως η στάση μου είναι παράδειγμα κι ό,τι νιώθω περνάει σαν αέρας στις ψυχές των παιδιών. Όχι κούφια λόγια και μπούρδες. Συναισθήματα και πράξεις, στάση ζωής. Δεν μπορώ ν’ αντικρίζω τα μάτια των παιδιών μου, χωρίς να ντρέπομαι να υπηρετώ μία παιδεία που δεν υφίσταται. Δεν έχω το δικαίωμα, δεν μου επιτρέπεται. Αρνούμαι να συμμετέχω στο συστηματάκι σας: «Πρώτα ο μαθητής», «Δωρεάν δημόσια παιδεία», «Ίσες ευκαιρίες για όλους»; Αρνούμαι τους φόρους των συμπολιτών μου να τους προσφέρω αδιαμαρτύρητα στους προδότες της χώρας μου, χωρίς να μπορώ να αρνηθώ ή ν’ αντισταθώ στις αποφάσεις τους.

– Αρνούμαι να συναινώ, να συνεργάζομαι και να διευκολύνω αυτούς που μάτωσαν τη χώρα. Τους στυγνούς δολοφόνους, που δολοφονούν κάθε μέρα κάποιον συμπολίτη μου. (Μεταξύ των θυμάτων και ο άντρας μου).

– Δεν συνεργάζομαι μ’ αυτούς που έκλεψαν τον ιδρώτα των συνταξιούχων, χωρίς ντροπή και σεβασμό στα χρόνια τους.

– Δεν συνεργάζομαι μ’ αυτούς που γέμισαν τη χώρα άστεγους και τώρα κάνουν τους ελεήμονες τάχα.

Δεν θέλω την ελεημοσύνη τους, δεν αναγνωρίζω τα μιάσματα, τους θρασύδειλους που παράνομα κυβερνούν τη χώρα με την πεποίθηση ότι συμφωνούμε.

Για όλους αυτούς τους λόγους,

ΕΠΕΙΔΗ

Η ψυχή μου αλυχτά,

Αποχωρώ και ΑΠΑΙΤΩ, το μόνο δικαίωμα που μου αφήσατε για ν’ αντισταθώ, την παραίτησή μου, να την κάνετε ΑΜΕΣΑ δεκτή.

(υπογραφή)

Αλιφραγκή Μαρία

(ονοματεπώνυμο)

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Η ΠΑΡΑΘΕΣΗ ΤΗΣ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ

Ν3528/2007 ΦΕΚ 26 τ. Α΄

Υπαλληλικός Κώδικας

ΜΕΡΟΣ Α΄ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ∆ΙΟΡΙΣΜΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ

Άρθρο 19

Ορκωμοσία – Ανάληψη υπηρεσίας

1. Ο όρκος δίνεται ενώπιον του οργάνου που έχει εκδώσει την πράξη διορισμού ή του οργάνου που ορίζεται στο έγγραφο της κοινοποίησης. Ο όρκος έχει ως εξής: «Ορκίζομαι να φυλάττω πίστη στην πατρίδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω τιμίως και ευσυνειδήτως τα καθήκοντα μου.» Ο όρκος των αλλοδαπών έχει ως εξής: «Ορκίζομαι να φυλάττω πίστη στην Ελλάδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους της και να εκπληρώνω τιμίως και ευσυνειδήτως τα καθήκοντα μου.» Όσοι δηλώνουν ότι δεν πρεσβεύουν καμιά θρησκεία ή πρεσβεύουν θρησκεία που δεν επιτρέπει τον όρκο, παρέχουν, αντί όρκου, την ακόλουθη διαβεβαίωση: «∆ηλώνω, επικαλούμενος την τιμή και τη συνείδηση μου, ότι θα φυλάττω πίστη στην Ελλάδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους και ότι θα εκπληρώνω τιμίως και ευσυνειδήτως τα καθήκοντα μου.»

ΜΕΡΟΣ Β΄ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ – ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ – ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

Άρθρο 24

Πίστη στο Σύνταγμα

Ο υπάλληλος είναι εκτελεστής της θέλησης του Κράτους, υπηρετεί μόνο το Λαό και οφείλει πίστη στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην Πατρίδα και τη ∆ημοκρατία.

Άρθρο 25

Νομιμότητα υπηρεσιακών ενεργειών

1. Ο υπάλληλος είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των καθηκόντων του και τη νομιμότητα των υπηρεσιακών του ενεργειών.

2. Ο υπάλληλος οφείλει να υπακούει στις διαταγές των προϊσταμένων του. Όταν όμως εκτελεί διαταγή, την οποία θεωρεί παράνομη, οφείλει, πριν την εκτέλεση, να αναφέρει εγγράφως την αντίθετη γνώμη του και να εκτελέσει τη διαταγή χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Η διαταγή δεν προσκτάται νομιμότητα εκ του ότι ο υπάλληλος οφείλει να υπακούσει σε αυτήν.

3. Αν η διαταγή είναι προδήλως αντισυνταγματική ή παράνομη, ο υπάλληλος οφείλει να μην την εκτελέσει και να το αναφέρει χωρίς αναβολή. Όταν σε διαταγή, η οποία προδήλως αντίκειται σε διατάξεις νόμων ή κανονιστικών πράξεων, διατυπώνονται επείγοντες και εξαιρετικοί λόγοι γενικότερου συμφέροντος ή όταν, ύστερα από άρνηση υπακοής σε πρώτη διαταγή που προδήλως αντίκειται σε τέτοιες διατάξεις, ακολουθήσει δεύτερη διαταγή που εκθέτει επείγοντες και εξαιρετικούς λόγους γενικότερου συμφέροντος, ο υπάλληλος οφείλει να εκτελέσει τη διαταγή και να αναφέρει συγχρόνως στην προϊσταμένη αρχή εκείνου που τον διέταξε. Επί νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, εφόσον εκείνος που διέταξε είναι το διοικητικό συμβούλιο ή το ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης, η αναφορά υποβάλλεται στον εποπτεύοντα Υπουργό. Εάν εκείνος που διέταξε είναι ο Υπουργός, η αναφορά υποβάλλεται στον Πρωθυπουργό.

4. Αν ο υπάλληλος έχει αντίθετη γνώμη για εντελλόμενη ενέργεια, για την οποία είναι αναγκαία η προσυπογραφή ή η θεώρηση του, οφείλει να τη διατυπώσει εγγράφως για να απαλλαγεί από την ευθύνη. Εάν παραλείπει την προσυπογραφή ή θεώρηση, θεωρείται ότι προσυπέγραψε ή θεώρησε.

5. Οι προϊστάμενοι όλων των βαθμίδων οφείλουν να προσυπογράφουν τα έγγραφα που ανήκουν στην αρμοδιότητα τους και εκδίδονται με την υπογραφή του προϊσταμένου τους. Αν διαφωνούν, οφείλουν να διατυπώσουν εγγράφως τις τυχόν αντιρρήσεις τους. Αν παραλείψουν να προσυπογράψουν το έγγραφο, θεωρείται ότι το προσυπέγραψαν.

6. Ο υπάλληλος δεν έχει το δικαίωμα να αρνηθεί τη σύνταξη, με κάθε μέσο, εγγράφου για θέμα της αρμοδιότητας του, εφόσον διαταχθεί γι` αυτό από οποιονδήποτε από τους προϊσταμένους του. Αν διαφωνεί με το περιεχόμενο του εγγράφου, εφαρμόζεται η παρ. 4 του παρόντος άρθρου.

Σύνταγμα

MEPOΣ ΠPΩTO – Bασικές διατάξεις > TMHMA A΄ – Mορφή του πολιτεύματος

‘Αρθρο 1: (Μορφή του πολιτεύματος)

1.   Tο πολίτευμα της Eλλάδας είναι Προεδρευόμενη Kοινοβουλευτική Δημοκρατία.
2.  Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία.
3.  Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα.

‘Αρθρο 2: (Πρωταρχικές υποχρεώσεις της πολιτείας)

1.  O σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας.
2.  H Eλλάδα, ακολουθώντας τους γενικά αναγνωρισμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου, επιδιώκει την εμπέδωση της ειρήνης, της δικαιοσύνης, καθώς και την ανάπτυξη των φιλικών σχέσεων μεταξύ των λαών και των κρατών.

MEPOΣ ΔEYTEPO – Aτομικά και κοινωνικά δικαιώματα

‘Αρθρο 25: (Αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου, προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων)

**1. Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Oι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας.

2.   H αναγνώριση και η προστασία των θεμελιωδών και απαράγραπτων δικαιωμάτων του ανθρώπου από την Πολιτεία αποβλέπει στην πραγμάτωση της κοινωνικής προόδου μέσα σε ελευθερία και δικαιοσύνη.
3.   H καταχρηστική άσκηση δικαιώματος δεν επιτρέπεται.
4.   Tο Kράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης.

_______________________

** Με δύο αστερίσκους δηλώνονται τα σημεία της Αναθεώρησης που αναγράφονται στο Ψήφισμα της 6ης Απριλίου 2001 της Ζ’ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων

MEPOΣ TPITO – Oργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας > TMHMA B΄ – Πρόεδρος της Δημοκρατίας 

KEΦAΛAIO ΠPΩTO – Aνάδειξη του Προέδρου

‘Αρθρο 33: (Έναρξη θητείας, όρκος, χορηγία)

1.   O εκλεγόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναλαμβάνει την άσκηση των καθηκόντων του από την επομένη της ημέρας που έληξε η θητεία του απερχόμενου Προέδρου? σε όλες τις άλλες περιπτώσεις από την επομένη της εκλογής του.
2.   O Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πριν αναλάβει την άσκηση των καθηκόντων του, δίνει ενώπιον της Bουλής τον ακόλουθο όρκο:
«Oρκίζομαι στο όνομα της Aγίας και Oμοούσιας και Aδιαίρετης Tριάδας να φυλάσσω το Σύνταγμα και τους νόμους, να μεριμνώ για την πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζω την εθνική ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Xώρας, να προστατεύω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των Eλλήνων και να υπηρετώ το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Eλληνικού Λαού».
3.   Nόμος ορίζει τη χορηγία που καταβάλλεται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τη λειτουργία των υπηρεσιών που οργανώνονται για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

MEPOΣ TPITO – Oργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας > TMHMA B΄ – Πρόεδρος της Δημοκρατίας > KEΦAΛAIO TPITO – Eιδικές ευθύνες του Προέδρου της Δημοκρατίας

‘Αρθρο 49: (Ευθύνη, κατηγορία, δίκη)

1.   O Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν ευθύνεται οπωσδήποτε για πράξεις που έχει ενεργήσει κατά την άσκηση των καθηκόντων του, παρά μόνο για έσχατη προδοσία ή παραβίαση, με πρόθεση, του Συντάγματος. Για πράξεις που δεν σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων του η δίωξη αναστέλλεται έως ότου λήξει η προεδρική θητεία.
2.   H πρόταση για κατηγορία και παραπομπή του Προέδρου της Δημοκρατίας σε δίκη υποβάλλεται στη Bουλή υπογραμμένη από το ένα τρίτο τουλάχιστον των μελών της και γίνεται αποδεκτή με απόφαση που λαμβάνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων του συνόλου των μελών της.
3.   Aν η πρόταση γίνει αποδεκτή, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παραπέμπεται στο δικαστήριο του άρθρου 86 οι σχετικές μ’ αυτό διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή.
4.   Aφότου παραπεμφθεί, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απέχει από την άσκηση των καθηκόντων του και αναπληρώνεται, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 34 αναλαμβάνει πάλι τα καθήκοντά του, αφότου το δικαστήριο του άρθρου 86 εκδώσει απαλλακτική απόφαση, εφόσον δεν εξαντλήθηκε η θητεία του.
5.   Nόμος που ψηφίζεται από την Oλομέλεια της Bουλής ρυθμίζει τα σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

‘Αρθρο 50: (Τεκμήριο Αρμοδιότητας)

O Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει άλλες αρμοδιότητες παρά μόνο όσες του απονέμουν ρητά το Σύνταγμα και οι νόμοι που είναι σύμφωνοι μ’ αυτό.

MEPOΣ TPITO – Oργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας > TMHMA Γ΄ – Bουλή > KEΦAΛAIO ΠPΩTO – Aνάδειξη και συγκρότηση της Bουλής

‘Αρθρο 52: (Ελεύθερη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης)

H ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης, ως έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, τελεί υπό την εγγύηση όλων των λειτουργών της Πολιτείας, που έχουν υποχρέωση να τη διασφαλίζουν σε κάθε περίπτωση. Nόμος ορίζει τις ποινικές κυρώσεις κατά των παραβατών της διάταξης αυτής.

MEPOΣ TPITO – Oργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας > TMHMA Γ΄ – Bουλή > KEΦAΛAIO TPITO – Kαθήκοντα και δικαιώματα των βουλευτών

‘Αρθρο 59: (Όρκος)

1.   Oι βουλευτές πριν αναλάβουν τα καθήκοντά τους δίνουν στο Bουλευτήριο και σε δημόσια συνεδρίαση τον ακόλουθο όρκο:
«Oρκίζομαι στο όνομα της Aγίας και Oμοούσιας και Aδιαίρετης Tριάδας να είμαι πιστός στην Πατρίδα και το δημοκρατικό πολίτευμα, να υπακούω στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου».
2.   Aλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι βουλευτές δίνουν τον ίδιο όρκο σύμφωνα με τον τύπο της δικής τους θρησκείας ή του δικού τους δόγματος.
3.   Bουλευτές που ανακηρύσσονται όταν η Bουλή απουσιάζει δίνουν τον όρκο στο Tμήμα της που λειτουργεί.

‘Αρθρο 61: (Ανεύθυνο των βουλευτών)

1. O βουλευτής δεν καταδιώκεται ούτε εξετάζεται με οποιονδήποτε τρόπο για γνώμη ή ψήφο που έδωσε κατά την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων.
2. O βουλευτής διώκεται μόνο για συκοφαντική δυσφήμηση, κατά το νόμο, ύστερα από άδεια της Βουλής. Aρμόδιο για την εκδίκαση είναι το Eφετείο. H άδεια θεωρείται ότι οριστικά δε δόθηκε, αν η Βουλή δεν αποφανθεί μέσα σε σαράντα πέντε ημέρες αφότου η έγκληση περιήλθε στον Πρόεδρο της Βουλής. Aν η Βουλή αρνηθεί να δώσει την άδεια ή αν περάσει άπρακτη η προθεσμία, η πράξη θεωρείται ανέγκλητη.
H παράγραφος αυτή έχει εφαρμογή από την προσεχή βουλευτική περίοδο.
3. O βουλευτής δεν έχει υποχρέωση μαρτυρίας για πληροφορίες που περιήλθαν σ’ αυτόν ή δόθηκαν από αυτόν κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ούτε για τα πρόσωπα που του εμπιστεύθηκαν τις πληροφορίες ή στα οποία αυτός τις έδωσε

ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ GMR: ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΠΡΟΣΚΡΟΥΟΥΝ (ΝΑ ΕΞΕΤΑΣΤΕΙ ΛΕΠΤΟΜΕΡΙΑΚΑ ΑΠΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΨΗ) ΣΕ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ όπως πχ : ΔΟΛΙΑ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΣΗ, ΑΠΟΚΡΥΨΗ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ, ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΕΣ ΕΙΤΕ ΣΥΝΕΡΓΙΑΚΕΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ.

ΤΑ ΕΝ ΛΟΓΩ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΔΕΝ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΜΟΝΟ «ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΩΝ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΥΠΟΛΟΙΠΗ ΣΦΑΙΡΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ. ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΠΑΡΑΘΕΤΟΥΜΕ ΣΧΕΤΙΚΟ ΟΠΛΟΣΤΑΣΙΟ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥ ΕΓΓΕΝΩΣ (ΚΑΙ ΜΕ ΙΔΙΟΤΕΛΩΣ ΕΦΑΡΜΟΖΟΜΕΝΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΕΞΟΥΣΙΩΝ) ΨΕΥΔΟΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΥ (*)

‘Αρθρο 62: (Ακαταδίωκτο των βουλευτών)

1. Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος. Eπίσης δεν διώκεται για πολιτικά εγκλήματα βουλευτής της Bουλής που διαλύθηκε, από τη διάλυσή της και έως την ανακήρυξη των βουλευτών της νέας Bουλής.
H άδεια θεωρείται ότι δεν δόθηκε, αν η Bουλή δεν αποφανθεί μέσα σε τρεις μήνες αφότου η αίτηση του εισαγγελέα για δίωξη διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της Bουλής.
H τρίμηνη προθεσμία αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των διακοπών της Bουλής.
Δεν απαιτείται άδεια για τα αυτόφωρα κακουργήματα.

ΥΠΟΓΡΑΜΙΣΗ ΤΗΣ GMR: «Δεν απαιτείται άδεια για τα αυτόφωρα κακουργήματα.»

MEPOΣ TPITO – Oργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας > TMHMA Δ΄ – Kυβέρνηση > KEΦAΛAIO ΔEYTEPO – Σχέσεις Bουλής και Kυβέρνησης

‘Αρθρο 85: (Ευθύνη των Υπουργών)

Tα μέλη του Yπουργικού Συμβουλίου, καθώς και οι Yφυπουργοί είναι συλλογικώς υπεύθυνοι για τη γενική πολιτική της Kυβέρνησης και καθένας από αυτούς για τις πράξεις ή παραλείψεις της αρμοδιότητάς του, σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων για την ευθύνη των Yπουργών. Σε καμία περίπτωση η έγγραφη ή προφορική εντολή του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν απαλλάσσει τους Yπουργούς και τους Yφυπουργούς από την ευθύνη τους.

MEPOΣ TPITO – Oργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας > TMHMA Δ΄ – Kυβέρνηση > KEΦAΛAIO ΔEYTEPO – Σχέσεις Bουλής και Kυβέρνησης

‘Αρθρο 86: (Δίωξη κατά μελών της Κυβέρνησης, Ειδικό Δικαστήριο)

1. Μόνο η Βουλή έχει την αρμοδιότητα να ασκεί δίωξη κατά όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως νόμος ορίζει. Απαγορεύεται η θέσπιση ιδιώνυμων υπουργικών αδικημάτων.
2. Δίωξη, ανάκριση, προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση κατά των προσώπων και για τα αδικήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν επιτρέπεται χωρίς προηγούμενη απόφαση της Βουλής κατά την παράγραφο 3.
Αν στο πλαίσιο άλλης ανάκρισης, προανάκρισης, προκαταρκτικής εξέτασης ή διοικητικής εξέτασης προκύψουν στοιχεία, τα οποία σχετίζονται με τα πρόσωπα και τα αδικήματα της προηγούμενης παραγράφου, αυτά διαβιβάζονται αμελλητί στη Βουλή από αυτόν που ενεργεί την ανάκριση, προανάκριση ή εξέταση.
3. Πρόταση άσκησης δίωξης υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές. Η Βουλή, με απόφασή της που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, συγκροτεί ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, διαφορετικά, η πρόταση απορρίπτεται ως προδήλως αβάσιμη. Το πόρισμα της επιτροπής του προηγούμενου εδαφίου εισάγεται στην Oλομέλεια της Βουλής η οποία αποφασίζει για την άσκηση ή μη δίωξης. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών.
Η Βουλή μπορεί να ασκήσει την κατά την παράγραφο 1 αρμοδιότητά της μέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση του αδικήματος.
Με τη διαδικασία και την πλειοψηφία του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής η Βουλή μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλεί την απόφασή της ή να αναστέλλει τη δίωξη, την προδικασία ή την κύρια διαδικασία.
4. Αρμόδιο για την εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων σε πρώτο και τελευταίο βαθμό είναι, ως ανώτατο δικαστήριο, Ειδικό Δικαστήριο που συγκροτείται για κάθε υπόθεση από έξι μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας και επτά μέλη του Αρείου Πάγου. Τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη του Ειδικού Δικαστηρίου κληρώνονται, μετά την άσκηση δίωξης, από τον Πρόεδρο της Βουλής σε δημόσια συνεδρίαση της Βουλής, μεταξύ των μελών των δύο ανώτατων αυτών δικαστηρίων, που έχουν διορισθεί ή προαχθεί στο βαθμό που κατέχουν πριν από την υποβολή πρότασης για άσκηση δίωξης. Του Ειδικού Δικαστηρίου προεδρεύει ο ανώτερος σε βαθμό από τα μέλη του Αρείου Πάγου που κληρώθηκαν και μεταξύ ομοιόβαθμων ο αρχαιότερος.
Στο πλαίσιο του Ειδικού Δικαστηρίου της παραγράφου αυτής λειτουργεί Δικαστικό Συμβούλιο που συγκροτείται για κάθε υπόθεση από δύο μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας και τρία μέλη του Αρείου Πάγου. Τα μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου δεν μπορεί να είναι και μέλη του Ειδικού Δικαστηρίου. Με απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου ορίζεται ένα από τα μέλη του που ανήκει στον Άρειο Πάγο ως ανακριτής. Η προδικασία λήγει με την έκδοση βουλεύματος.
Καθήκοντα εισαγγελέα στο Ειδικό Δικαστήριο και στο Δικαστικό Συμβούλιο της παραγράφου αυτής ασκεί μέλος της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου που κληρώνεται μαζί με τον αναπληρωτή του. Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και για τα μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου ενώ το δεύτερο εδάφιο και για τον εισαγγελέα.
Σε περίπτωση παραπομπής προσώπου που είναι ή διετέλεσε μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός, ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου συμπαραπέμπονται και οι τυχόν συμμέτοχοι, όπως νόμος ορίζει.
5. Αν για οποιονδήποτε άλλο λόγο, στον οποίο περιλαμβάνεται και η παραγραφή, δεν περατωθεί η διαδικασία που αφορά δίωξη κατά προσώπου που είναι ή διετέλεσε μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός, η Βουλή μπορεί, ύστερα από αίτηση του ίδιου ή των κληρονόμων του, να συστήσει ειδική επιτροπή στην οποία μπορούν να μετέχουν και ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί για τον έλεγχο της κατηγορίας.

MEPOΣ TPITO – Oργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας > TMHMA E΄ – Δικαστική Eξουσία > KEΦAΛAIO ΠPΩTO – Δικαστικοί λειτουργοί και υπάλληλοι

‘Αρθρο 87: (Ανεξαρτησία των δικαστών)

1. H δικαιοσύνη απονέμεται από δικαστήρια συγκροτούμενα από τακτικούς δικαστές, που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία.
2. Oι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και στους νόμους και σε καμία περίπτωση δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με διατάξεις που έχουν τεθεί κατά κατάλυση του Συντάγματος.
3. H επιθεώρηση των τακτικών δικαστών ενεργείται από δικαστές ανώτερου βαθμού καθώς και από τον Eισαγγελέα και τους Aντεισαγγελείς του Aρείου Πάγου, των δε εισαγγελέων από αρεοπαγίτες και εισαγγελείς ανώτερου βαθμού, σύμφωνα με τους ορισμούς του νόμου.

MEPOΣ TETAPTO – Eιδικές τελικές και μεταβατικές διατάξεις > TMHMA Δ΄ – Aκροτελεύτια διάταξη

‘Αρθρο 120: (Ακροτελεύτια διάταξη)

  1. Tο Σύνταγμα αυτό, που ψηφίστηκε από την E΄ Aναθεωρητική Bουλή των Eλλήνων, υπογράφεται από τον Πρόεδρό της, δημοσιεύεται από τον προσωρινό Πρόεδρο της Δημοκρατίας στην Eφημερίδα της Kυβερνήσεως, με διάταγμα που προσυπογράφεται από το Yπουργικό Συμβούλιο και αρχίζει να ισχύει από τις ένδεκα Iουνίου 1975.
    2. O σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Eλλήνων.
    3. O σφετερισμός, με οποιονδήποτε τρόπο, της λαϊκής κυριαρχίας και των εξουσιών που απορρέουν από αυτή διώκεται μόλις αποκατασταθεί η νόμιμη εξουσία, οπότε αρχίζει και η παραγραφή του εγκλήματος.
    4. H τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Eλλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.»

———————————————————————————————————–

ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ

ΑΡΘΡΟ 134.- ΕΣΧΑΤΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ.
1. Τιμωρείται με την ποινή της ισόβιας ή πρόσκαιρης κάθειρξης:
Α) όποιος αποπειράται να αποστερήσει με οποιονδήποτε τρόπο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή αυτόν που ασκεί την προεδρική εξουσία από την εξουσία που έχουν κατά το Σύνταγμα,
Β) όποιος αποπειράται με σωματική βία ή με απειλές σωματικής βίας: α) να παρεμποδίσει κάποιον απ’ αυτούς από την άσκηση της συνταγματικής εξουσίας του ή να τον εξαναγκάσει να επιχειρήσει πράξη που απορρέει από αυτή την εξουσία και β) να μεταβάλει το πολίτευμα του Κράτους.

2. Με ισόβια ή πρόσκαιρη κάθειρξη τιμωρείται όποιος, εκτός από την περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου:
α) επιχειρεί με βία ή απειλή βίας ή με σφετερισμό της ιδιότητας του ως οργάνου του Κράτους να καταλύσει ή να αλλοιώσει ή να καταστήσει ανενεργό διαρκώς ή προσκαίρως, το δημοκρατικό πολίτευμα που στηρίζεται στη λαϊκή κυριαρχία ή θεμελιώδεις αρχές ή θεσμούς του πολιτεύματος αυτού,
β) επιχειρεί με τα μέσα που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο και με τρόπο πρόσφορο να διαταράξει την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος, να αποστερήσει ή να παρακωλύσει τη Βουλή, την Κυβέρνηση ή τον Πρωθυπουργό από την ενάσκηση της εξουσίας που τους παρέχει το Σύνταγμα ή να τους εξαναγκάσει να εκτελέσουν ή να παραλείψουν πράξεις που απορρέουν από την εξουσία αυτή,
γ) ασκεί ή άσκησε την εξουσία που ο ίδιος ή άλλος κατέλαβε με τους τρόπους και τα μέσα που προβλέπει το άρθρο αυτό.

3. Όποιος αποπειράται να θανατώσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή εκείνον που ασκεί την προεδρική εξουσία τιμωρείται με θάνατο ή ισόβια κάθειρξη.

ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ

134Α.- ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΘΕΣΜΟΙ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ.
Θεμελιώδεις αρχές και θεσμοί του Πολιτεύματος θεωρούνται στο πλαίσιο του προηγούμενου άρθρου:
α) η ανάδειξη του Αρχηγού του Κράτους με εκλογή,
β) το δικαίωμα του λαού να εκλέγει τη Βουλή με γενικές, άμεσες, ελεύθερες, ίσες και μυστικές ψηφοφορίες μέσα στα συνταγματικά χρονικά πλαίσια,
γ) το κοινοβουλευτικό σύστημα διακυβέρνησης,
δ) η αρχή του πολυκομματισμού,
ε) η αρχή της διάκρισης  των εξουσιών, όπως προβλέπεται στο Σύνταγμα,
στ) η αρχή της δέσμευσης του νομοθέτη από το Σύνταγμα και της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας από το Σύνταγμα και τους νόμους,
ζ) η αρχή της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και
η) η γενική ισχύς και προστασία των ατομικών δικαιωμάτων που προβλέπει το Σύνταγμα.

ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ

135.- ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΣΧΑΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ.
1. Όποιος δημόσια ή με τη διάδοση εγγράφων, εικόνων ή παραστάσεων προκαλεί με πρόθεση ή προσπαθεί να διεγείρει άλλους στο να επιχειρήσουν πράξεις από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 134 τιμωρείται με κάθειρξη.

2. Όποιος συνωμοτεί με άλλον με σκοπό να εκτελέσουν πράξη από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 134 ή με συνεννοήσεις με ξένη κυβέρνηση προπαρασκευάζει την εκτέλεση μιας απ’ αυτές τις πράξεις, τιμωρείται με κάθειρξη.

3. Οποιαδήποτε άλλη προπαρασκευαστική ενέργεια με πρόθεση μιας από τις αναφερόμενες στο άρθρο 134 πράξεις τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών.

4. Συνωμοσία υπάρχει όταν δύο ή περισσότεροι συναποφασίσουν να τελέσουν πράξη έσχατης προδοσίας ή αναλάβουν αμοιβαία υποχρέωση να τελέσουν τέτοια πράξη.

ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ

135Α.- ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΦΟΡΕΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑΤΩΝ.
Όποιος αποπειράται να θανατώσει τον Πρωθυπουργό, τον Πρόεδρο της Βουλής ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους ή αρχηγό κόμματος που αναγνωρίζεται από τον Κανονισμό της Βουλής τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη.

ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ

136.
Στις περιπτώσεις του άρθρου 135, το δικαστήριο μπορεί, μαζί με την ποινή της φυλάκισης, να επιβάλει και στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων (άρθρο 61). Αν αυτός που καταδικάστηκε είναι αλλοδαπός, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει και την απέλαση του από το κράτος (άρθρο 74).

ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ

137.
1. Στις περιπτώσεις του άρθρου 134 παράγραφοι 1 και 2 και 135, ο δράστης μένει ατιμώρητος, αν με δική του θέληση παρεμπόδισε την επέλευση του αποτελέσματος που επιδίωκε με την πράξη του.

2. Αν στις περιπτώσεις του άρθρου 134 ο δράστης συντέλεσε αποφασιστικά στην αποκατάσταση του Δημοκρατικού Πολιτεύματος, τιμωρείται με ποινή μειωμένη. Το δικαστήριο όμως μπορεί, εκτιμώντας ελεύθερα όλες τις περιστάσεις, να κρίνει την πράξη του ατιμώρητη.

Πώς ορίζει ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, το αυτόφωρο έγκλημα:

Άρθρο 242. – «1. Αυτόφωρο είναι το έγκλημα την ώρα που γίνεται ή το έγκλημα που έγινε πρόσφατα. Η πράξη θεωρείται ότι έγινε πρόσφατα, ιδίως όταν αμέσως ύστερα από αυτήν ο δράστης καταδιώκεται από τη δημόσια δύναμη ή από τον παθόντα ή με δημόσια κραυγή, όπως και όταν συλλαμβάνεται οπουδήποτε να έχει αντικείμενα ή ίχνη από τα οποία συμπεραίνεται ότι διέπραξε το έγκλημα σε πολύ πρόσφατο χρόνο.

2. Ποτέ δεν θεωρείται ότι συντρέχει μία από τις παραπάνω περιπτώσεις, αν πέρασε όλη η επόμενη ημέρα από την τέλεση της πράξης.

3. Τα εγκλήματα που τελούνται δια του τύπου θεωρούνται
πάντοτε αυτόφωρα.

Ακολουθεί ανάλυση και ως προς το ΔΙΑΡΚΕΣ ΑΥΤΟΦΩΡΟ ΕΓΚΛΗΜΑ:

http://gdrosos.blogspot.gr/2013/09/blog-post_30.html

Αυτόφωρο και διαρκές έγκλημα

1. ΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ που ορίζει την έννοια του αυτοφώρου εγκλήματος

Αυτόφωρο έγκλημα

Άρθρο 242 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

1. Αυτόφωρο είναι το έγκλημα την ώρα που γίνεται ή το έγκλημα που έγινε πρόσφατα. Η πράξη θεωρείται ότι έγινε πρόσφατα, ιδίως όταν αμέσως ύστερα από αυτήν ο δράστης καταδιώκεται από τη δημόσια δύναμη ή από τον παθόντα ή με δημόσια κραυγή, όπως και όταν συλλαμβάνεται οπουδήποτε να έχει αντικείμενα ή ίχνη από τα οποία συμπεραίνεται ότι διέπραξε το έγκλημα σε πολύ πρόσφατο χρόνο.
2. Ποτέ δεν θεωρείται ότι συντρέχει μία από τις παραπάνω περιπτώσεις, αν πέρασε όλη η επόμενη ημέρα από την τέλεση της πράξης.
3. Τα εγκλήματα που τελούνται δια του τύπου θεωρούνται πάντοτε αυτόφωρα.
4. Τα εγκλήματα που τελούνται από ανηλίκους δεν δικάζονται ως αυτόφωρα.

2. 9/2009 ΓΝΜΔ ΕΙΣΑΠ (ΕΓΚ)
Στα στιγμιαία εγκλήματα, τα οποία είναι εκείνα επί των οποίων η προσβολή του εννόμου αγαθού τελειούται διά της εφάπαξ πραγματώσεως της αντικειμενικής τους υποστάσεως, (Ν. Χωραφάς, Γεν.
Αρχαί, τόμ. πρώτος, σελ. 163) αυτόφωρο είναι το έγκλημα την ώρα που γίνεται ή το έγκλημα που έγινε πρόσφατα.

Η πράξη θεωρείται ότι έγινε πρόσφατα, ιδίως όταν αμέσως ύστερα από αυτήν ο δράστης καταδιώκεται από τη δημόσια δύναμη ή από τον παθόντα ή με δημόσια κραυγή, όπως και όταν συλλαμβάνεται οπουδήποτε να έχει αντικείμενα ή ίχνη από τα οποία συμπεραίνεται ότι διέπραξε το έγκλημα σε πολύ πρόσφατο χρόνο. Ποτέ δεν θεωρείται ότι συντρέχει μια από τις παραπάνω περιπτώσεις αν πέρασε όλη η επόμενη μέρα από την τέλεση της πράξης (άρθρο 242 παρ. 1 και 2 ΚΠΔ).

Επί των διαρκών αδικημάτων, εφόσον διαρκεί η τέλεση τους είναι αυτόφωρα. Για να χαρακτηρισθεί μια αξιόποινη πράξη ως διαρκές έγκλημα, πρέπει όχι μόνο η αρχική τέλεση της να στοιχειοθετεί την κατά νόμο αντικειμενική της υπόσταση, αλλά και η παραπέρα από το δράστη διατήρηση της να μην αποτελεί μόνο συνέπεια, αλλά συνέχεια αυτής, δηλαδή να στοιχειοθετεί και αυτή την αντικειμενική υπόσταση του ιδίου εγκλήματος.

Έτσι λοιπόν, στην κατά νόμο αντικειμενική υπόσταση του διαρκούς εγκλήματος δεν ανήκει μόνο η παραγωγή ή η τέλεση του εγκλήματος, αλλά νόμιμα εντάσσεται σ` αυτή και η παραπέρα διατήρηση του, που στοιχειοθετεί και αυτή την αντικειμενική υπόσταση του αρχικού εγκλήματος.

Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι το διαρκές έγκλημα είναι μεν τυπικά τετελεσμένο όταν πραγματοποιηθεί η σύμφωνα με το νόμο αντικειμενική του υπόσταση, όμως τούτο αποπερατώνεται ουσιαστικά μόνον όταν αρθεί η παράνομη κατάσταση που έχει από αυτό δημιουργηθεί και που η διατήρηση της στοιχειοθετεί το αρχικό έγκλημα και έτσι αποΐελεί τη συνέχιση του(ΓνωμΕισΑΠ Κων. Σταμάτη με τις σ` αστή παραπομπές στη νομολογία και τη θεωρία ΠοινΧρΛΔ`,98). (…).

Σύντομος ορισμός: Διαρκή εγκλήματα είναι εκείνα στα οποία η εγκληματική πράξη έχει διάρκεια τέτοια ώστε να μην επιτρέπει στο έννομο αγαθό να ειρηνεύσει. Τέτοια είναι επί παραδείγματι η παράνομη κατακράτηση (325 ΠΚ) και η απαγωγή (327 ΠΚ).

Αναρτήθηκε από ΔΡΟΣΟΣ ΧΡ. ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΑΘΗΝΩΝ στις 1:20 μ.μ.

ΕΝΑ ΑΡΘΡΟ-ΑΦΟΡΜΗ ΓΙΑ ΣΚΕΨΗ:

https://seisaxthia-epam.blogspot.gr/2017/08/blog-post_40.html#more

ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ, 11 ΑΥΓΟΎΣΤΟΥ 2017

ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ

Του Μιχάλη Νικήτα

’’Μισώ τους αδιάφορους’’ Είναι μία φράση από ένα κείμενο του Αντόνιο Γκράμσι που γράφτηκε στα 1917 με τίτλο ’’Μισώ τους αδιάφορους’’ και λέει:

«Η αδιαφορία είναι αβουλία, είναι παρασιτισμός, είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Γι’ αυτό μισώ τους αδιάφορους.» Η αδιαφορία σας δεν «είναι ζωή», όπως λέει ο Γκράμσι, είναι «παρασιτισμός». Το 1917 όταν ο Γκράμσι έγραφε αυτό το κείμενο στο Τορίνο που διέμενε, επικρατούσε αυτό το κλίμα της αδιαφορίας, που τον θύμωσε και έγραψε το κείμενο αυτό. Η έλλειψη όμως του ψωμιού έκανε χιλιάδες κόσμου να ξεχυθούν στους δρόμους με αποτέλεσμα την βίαια καταστολή και την δολοφονία ανθρώπων.

Μην απορήσετε λοιπόν εάν σας περικυκλώσουν ομάδες πολιτών που ήδη αυτοοργανώνονται. Ο θυμός που διακατέχει αυτή τη στιγμή την κοινωνία δεν γνωρίζω που θα ξεσπάσει. Είμαστε υπό κατοχή, τελεία και παύλα.

Σύσσωμο το πολιτικό σύστημα έχει τελέσει το αδίκημα της ‘’έσχατης προδοσίας’’, με την υπογραφή και την ανοχή των δανειακών συμβάσεων που παραχωρούν την εθνική κυριαρχία σε εξωχώριες δυνάμεις, την παραχώρηση του Αιγαίου, κ.λ.π.

Επίσης στο τελευταίο μνημόνιο αφαιρείται το δικαίωμα στο κράτος να λαμβάνει αποφάσεις δίχως την σύμφωνη γνώμη της Τρόικα. Έχει γίνει απίστευτη παραβίαση όλων των άρθρων του συντάγματος.

Oλα αυτά ορίζουν με σαφήνεια την κατοχή της χώρας μας και δεν χρειάζεται να δούμε τον στρατιώτη για να το επιβεβαιώσουμε. Γύρω μας υπάρχουν αδιάφοροι, δωσίλογοι, προδότες, σε θέσεις κλειδιά στην Δημόσια διοίκηση που ηθελημένα ξέχασαν τον όρκο που έδωσαν όταν αναλάμβαναν τα καθήκοντα τους. Τον όρκο που έδωσαν στο «όνομα του Ελληνικού λαού» που λέει τα εξής:

«Ορκίζομαι να φυλάτω πίστη στην πατρίδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω τιμίως και ευσυνειδήτως τα καθήκοντα μου.»
Όπως βλέπουμε πρώτα ορκίζονται πίστη στην πατρίδα, μετά στο σύνταγμα και τελευταία στα καθήκοντα τους.

Γιατί όμως ο όρκος βάζει πρώτα την πατρίδα και στο τέλος το καθήκον;;.
Γιατί η πατρίδα είναι η αρχή, είναι το όλον, είναι η βάση, που φτιάχνεται το σύνταγμα και θεμελιώνεται η λαϊκή κυριαρχία. Επίσης ρητά αναφέρεται στο άρθρο 2 παρ. 1 του συντάγματος ότι, ‘’Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας’’, δηλαδή πρώτα και πάνω απ` όλα ο άνθρωπος.

Άρα είστε δωσίλογοι, γιατί υπάρχουν ΑΔΙΑΦΟΡΟΙ. Στην Συντακτική Πράξη υπ’ αριθ. 1/1944 (Φ.Ε.Κ. 12/6 Νοεμβρίου 1944) και 6/1945 (Φ.Ε.Κ. 12 / 20 Ιανουαρίου 1945), όπου ορίζεται ο <<δωσιλογισμός>> (αυτός που υποχρεούται να λογοδοτήσει για τις πράξεις του), αναφέρει επίσης: ‘
’Έτι δε, όσοι συνεργάσθηκαν με τον εχθρό κατά τρόπο ανάξιο Έλληνος πολίτη και έθιξαν την εθνική αξιοπρέπεια, διευκολύνοντας το έργο των αρχών κατοχής’’.
Με αυτόν τον τρόπο προβλεπόταν η τιμωρία για αυτούς που δεν φόρεσαν μεν την κουκούλα, αλλά όμως δεν έκαναν τίποτα για να αποτρέψουν την κατοχή. Οι ποινές ήταν 16 χρόνια φυλάκιση και αφαίρεση των πολιτικών τους δικαιωμάτων. Στην μορφή αυτού του ‘’δωσιλογισμού’’ δόθηκε ο όρος της «πράξης εθνικής αναξιότητας».

Μην βαυκαλίζεστε λοιπόν ότι ανήκετε σε αυτόν τον λαό, επειδή κατέχετε θέσεις στην Νομοθετική και εκτελεστική εξουσία, ούτε κατά διάνυα δεν πατάτε σε αυτόν, άρα δικαιούται να σας διαγράψει.

Εάν κάποτε απελευθερωθεί αυτή η πατρίδα να είστε σίγουροι ότι θα δικαστείτε για εθνική αναξιότητα, θα είναι ο ίδιος ο λαός που πρώτος θα σας κατηγορήσει, αλλά και αυτό να μην γίνει θα είναι η Θεία Δίκη που θα το ολοκληρώσει, γιατί δεν μπορείτε να καταλάβετε πόσο πολύ απάνθρωπο είναι αυτό που κάνετε και χρήζει τιμωρίας.

Προς το παρόν μόνο το ‘’ντροπή σας’’ ταιριάζει. Και μην ξεχνάτε ότι υπάρχετε ακόμη επειδή εμείς είμαστε αδιάφοροι..

Ο Μιχάλης Νικήτας είναι μέλος του Εθνικού Συντονιστικού Συμβουλίου του Ε.ΠΑ.Μ.

———————————————————————————————————————-

https://greek-market-research.com/article/%CE%B1%CF%81%CE%B8%CF%81%CE%BF-86%CF%83-%CE%BF%CF%81%CE%B8%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BC%CE%B5%CF%84%CF%89%CF%80%CE%B9%CF%83%CE%B7/#more-14024

ΑΡΘΡΟ 86Σ – ΟΡΘΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Wednesday

22/03/2017

02:27 GMT+2

Πρόταση Απελευθερωτικής Συνέργειας G-M-R

Τετάρτη, 22 Μαρτίου 2017

Παραθέτουμε στοιχεία της κατά καθηγητή Κο Α. Δημητρόπουλο (και όχι μόνο) ορθής δικονομικής αντιμετώπισης του άρθρου 86Σ (*). Υπενθυμίζουμε επίσης πως υπάρχουν αντίστοιχες δικονομικές ενέργειες πολιτών.

Σε περίπτωση που οποιοιδήποτε συναρμόδιοι, νομικοί, είτε δικονομικώς εμπλεκόμενοι με διαφορετικής μορφής καταγγελίες, κρίνουν ότι αυτές οι θέσεις ορθής αντιμετώπισης του άρθρου 86Σ (δηλαδή κοινοβουλευτικός και δικονομικός παραμερισμός του 86Σ τουλάχιστον για τα «επ’ ευκαιρία της τελέσεως υπουργικών καθηκόντων» εγκλήματα) δεν ευσταθούν, τότε κάνουμε τι ακριβώς (;), περιμένουμε να μας σώσει ο αντιπροσωπευτικός κοινοβουλευτισμός;

Τότε, αντί να ζητήσουμε τα συγκεκριμένα δέοντα (σύμφωνα με τα συνημμένα στοιχεία) από την Δικαιοσύνη, ΛΕΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΤΑΚΤΗΜΕΝΟΣ ΝΟΜΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΔΙΑΤΥΠΩΜΕΝΟΣ ΣΕ ΑΛΛΑ ΠΛΕΙΟΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ(πχ **) ΑΛΛΑ ΜΟΝΟ Η ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΞΥΠΝΑΚΙΣΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΚΛΕΙΔΑ ΤΟΥ Ε. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ (***) , ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΔΟΜΕΙ ΠΛΗΡΩΣ Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Α.ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, τότε λοιπόν, κάνουμε τι;

Aποδεχόμαστε ως κοινοβουλευτικό απαραβίαστο(;) να μας κυβερνούν εγκληματίες μετά ιδιότυπων κοινοβουλευτικών συνενόχων (αλήθεια τι αξία έχουν ο υπουργικός και βουλευτικός όρκος και γιατί προσδιορίζονται κατά το δοκούν, πχ θρησκευτικής-προσωπικής-κομματικής-ιδεολογικής τιμής και υπόληψης και όχι νέτα-σκέτα, ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ;), οι οποίοι συνένοχοι δίδουν δημοκρατικοφανή νομιμότητα ΚΑΙ στο κοινοβούλιο των μνημονίων του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού (και δη του συγκεκριμένου που λειτουργεί με σύσσωμη έμπρακτη υποστήριξη είτε αποδοχή του άρθρου 86Σ), ΚΑΙ σε κάθε σχετική δημοκρατικοφανή εκλογική διαδικασία;

Τι κάνουμε με την ΑΝΕΝΟΧΛΗΤΑ ποικιλότροπη δικονομική υποστήριξη της χρεοκρατίας από την ηγεσία της Δικαιοσύνης, ΠΟΥ ΚΑΤΑΠΑΤΑ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ, ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 86Σ, ΣΥΝΤΑΓΜΑ υπηρετώντας το ΠΟΛΙΤΙΚΟ καθεστώς της χρεοκρατίας ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΤΗΝ ΧΡΕΟΚΡΑΤΙΑ;

Θεωρείται άμοιρη ευθυνών βουλευτικού όρκου, όποια «αντιμνημονιακή αντιπολίτευση» αναγνωρίζει την ισχύ του άρθρου 86Σ = προπαρασκευαστική πράξη υπουργικών και βουλευτικών εγκλημάτων (βλέπε ΧΡΕΟΚΡΑΤΙΑ), ΚΑΤΑΠΑΤΩΝΤΑΣ με αυτόν τον τρόπο ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ;

Αυτά τα παραπάνω, πρέπει να τα ξεκαθαρίσουμε και ως απλοί πολίτες και πιο πολύ οι πολιτευόμενοι, και οπωσδήποτε, ακολούθως πρέπει να αποφασίσουμε με ποιό τρόπο θα τα κατεβάσουμε στο πεζοδρόμιο, κάτω από τη χωροταξική μύτη και μέσα στο θεματικό γήπεδο των υπαιτίων της χρεοκρατίας (ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΝΟΧΟΙ-Ε.Ε.-ΔΝΤ), και πως θα τα διεθνοποιήσουμε με ΕΝΩΤΙΚΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΕΣ ΕΘΝΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΡΓΕΙΕΣ.-

(*) Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΤΟΥΣ, όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των δύο παρακάτω άρθρων από τα οποία παραθέτουμε αποσπάσματα:

«Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΤΟΥΣ» του Καθηγητή Πανεπιστημίου Κου Ανδρέα Δημητρόπουλου, Πέμπτη, 17 Ιουλίου 2014 (απόσπασμα από το άρθρο του στην ιστοσελίδα http://andreasdimitropoulos.blogspot.gr/)

«Τα επ’ ευκαιρία της άσκησης των καθηκόντων ποινικά αδικήματα των υπουργών παρουσιάζουν πράγματι μεγάλο ενδιαφέρον από την άποψη της εφαρμογής του άρθρ. 86 παρ. 1. Η όλη μέχρι σήμερα κακή εφαρμογή της συνταγματικής επιταγής οφείλεται στο ότι σε πολλές περιπτώσεις «επ’ ευκαιρία» αδικήματα εκλαμβάνονται ως ποινικά αδικήματα «κατά την άσκηση» με αποτέλεσμα την διεύρυνση του ευνοϊκού ρυθμιστικού περιεχομένου των σχετικών διατάξεων πολύ πέραν του αντικειμενικού περιεχομένου τους. Αποδίδονται έτσι σε δήθεν ευνοϊκή μεταχείριση του συντακτικού νομοθέτη οι πλέον αντιπαθείς περιπτώσεις υπουργικής ευθύνης, κατά τις οποίες ο δράστης υπουργός εκμεταλλεύεται προς ίδιο ή άλλο ιδιωτικό όφελος την εξουσία, που του έχει εμπιστευθεί η πολιτεία. Η αντικειμενική ερμηνεία του άρθρου 86 παρ. 1 αποκλείει από την ευνοϊκή μεταχείριση τις πλέον προκλητικές περιπτώσεις υπουργικής ευθύνης των «επ ευκαιρία» ποινικών αδικημάτων των υπουργών. Δεν είναι άλλωστε από λογική και από κάθε άλλη άποψη, παραδεκτό το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η αντίθετη ερμηνεία, κατά το οποίο ο συντακτικός νομοθέτης αμείβει με ευνοϊκή ποινική μεταχείριση τον επίορκο υπουργό, που ενεργεί εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Οι επ’ ευκαιρία της άσκησης των υπουργικών καθηκόντων πράξεις κείνται εκτός του ευνοϊκού ρυθμιστικού περιεχομένου του άρθρου 86 παρ. 1. Δεν οφείλεται επομένως στον συντακτικό νομοθέτη η απαλλαγή των επίορκων υπουργών, αλλά στη κακή ερμηνεία των συνταγματικών διατάξεων.»

«ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΚΑΙ ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΟΣ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ» 16 Ιουλίου 2014 του ιδίου. Απόσπασμα: «Με το σύνολο των δανειακών συμβάσεων και μνημονίων, που έχουν υπογραφεί κατά τα τελευταία έτη, για πρώτη φορά στην ιστορία της Χώρας, η παροχή χρηματικού δανείου προς την Ελλάδα συνδέεται με μακροχρόνιο και εκτεταμένο προκαθορισμό της κρατικής πολιτικής και την εφαρμογή σε μεγάλη έκταση και επί μακρό χρόνο συγκεκριμένης έξωθεν υπαγορευόμενης πολιτικής σε όλους σχεδόν του τομείς, υπό την διαρκή απειλή της μη καταβολής της εκάστοτε δανειακής δόσης. Ο εξωτερικός, εκτεταμένος και μακροχρόνιος προκαθορισμός της κρατικής και κυβερνητικής έναντι (υπό τον εξαναγκασμό) της παροχής χρηματικού δανείου και της εκταμίευσης των δόσεων είναι αντίθετος προς το Σύνταγμα και συγκεκριμένα αντίκειται κυρίως : α) στην Αρχή της Εθνικής Κυριαρχίας, β) στην Αρχή της Λαϊκής Κυριαρχία, στην Δημοκρατική αλλά και την Αντιπροσωπευτική Αρχή, γ) στην Αρχή του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου. Οι δύο πρώτες αρχές θίγονται εξ αυτού τούτου του προκαθορισμού και της έξωθεν επιβολής συγκεκριμένης πολιτικής, ανεξαρτήτως του περιεχομένου της. Η τρίτη θεμελιώδης αρχή θίγεται από την εφαρμογή της εμπεριεχόμενης στο μνημόνιο και έξωθεν επιβαλλόμενης πολιτικής.»

(**)

(Α) https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82_%CE%B8%CE%B5%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82

Αποσπασματικά εκ του ανωτέρου link σημειώνουμε:

Ο νομικός θετικισμός σε καμία περίπτωση δεν τείνει να υπερασπίζεται την εγκυρότητα ηθικά αμφισβητούμενων ή “άδικων” νομοθετημάτων. Απλά τονίζει την καταρχήν διακριτότητα δικαίου και ηθικής. Αποφεύγει εντελώς να διατυπώσει ηθικές κρίσεις, είτε θετικές είτε αρνητικές, είτε προς την υπεράσπιση, είτε προς την αμφισβήτηση της εγκυρότητας του νομικού συστήματος γενικά ή των δικαστικών αποφάσεων πιο συγκεκριμένα. Αξιολογικές κρίσεις δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται από δικαστές και δικηγόρους για την ερμηνεία του νόμου, ούτε καν ακόμη για τη πιθανή διόρθωση των ατελειών του νόμου. Εκτός πιθανόν από αυτές που προβλέπονται στο ίδιο το ισχύον δίκαιο, όπως π.χ. η αναφορά στα “χρηστά ήθη” στον ελληνικό αστικό κώδικα.(σ.σ. η υπογράμμιση δική μου).

Συμπερασματικά ο νομικός θετικισμός διατυπώνει απλά ότι η ορθή περιγραφή του δικαίου είναι πολύ σημαντική και πρέπει να απομονωθεί από ηθικές κρίσεις. Με πιο ακριβείς όρους της θεωρίας του δικαίου, είναι μία περιγραφή τουλάχιστον ουδέτερη ηθικά, εφικτή και χρήσιμη. Ο νομικός θετικισμός βασίζεται στην πεποίθηση ότι το ερώτημα τι είναι το δίκαιο πρέπει να διαχωρίζεται από το τι θα πρέπει να είναι το δίκαιο. Ο νομικός θετικισμός αναζητά με βάση το δίκαιο το θεμέλιο της κοινωνίας.

(Β) Επιστημονική μελέτη του Δικηγόρου κου Δημητρίου Κουκιώτη: Ποινική ευθύνη των Υπουργών και άρθρο 86: μια «αντισυνταγματική διάταξη του Συντάγματος». Δημοσιευμένη στην ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, Τεύχος 8-9/2010. Σύνοψη της επιστημονικής μελέτης: «Στην παρούσα μελέτη οι διατάξεις του Συντάγματος διακρίνονται σε θεμελιώδεις και μη. Η διάταξη του άρθρου 86 Συντ. που προβλέπει σχετικά με τη δίωξη και την «παραγραφή» των ποινικών αδικημάτων των Υπουργών ανήκει στις μη θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος. Επειδή αυτή συγκρούεται και αναιρεί ολοκληρωτικά και στην ουσία τους τις θεμελιώδεις διατάξεις των άρθρων 4 Συντ. (αρχή της ισότητας) και 26 Συντ. (αρχή της διάκρισης των λειτουργιών) είναι ανίσχυρη και επομένως δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής, πράγμα που έχει σαν αποτέλεσμα τη δυνατότητα (και υποχρέωση) δίωξης των Υπουργών με τη συνήθη ποινική διαδικασία και με τη συνήθη «παραγραφή» που ισχύει για όλους τους πολίτες.»

(***) http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=271385

Αποσπασματικά επίσης :

«Άλλωστε η εφαρμογή του άρθρου 86 του Συντάγματος έχει πλέον εμπλουτιστεί από το νέο δεδομένο της ποινικής μεταχείρισης της διακίνησης μαύρου χρήματος που δεν εμπίπτει στα χρονικά όρια του άρθρου 86, εφόσον διασώζεται το προϊόν του εγκλήματος. Αυτό είναι μια ευκαιρία να συμφωνήσουμε ευρύτερα στον δημόσιο διάλογο ότι είναι άλλο εσφαλμένες ή και επιβλαβείς επιλογές που γίνονται με πολιτικά κριτήρια, αλλά χωρίς ποινικό δόλο και χωρίς προσωπικό όφελος, και άλλο τα άθλια φαινόμενα της δωροδοκίας ή της διακίνησης μαύρου χρήματος, η ποινική αντιμετώπιση των οποίων δεν παρεμποδίζεται από το άρθρο 86 του Συντάγματος, όπως και αν αυτό ερμηνευτεί.»

σ.σ.: Εξυπνακίστικη διατύπωση: «αλλά χωρίς ποινικό δόλο και χωρίς προσωπικό όφελος». Δηλαδή ο προσπορισμός οφέλους σε τρίτους μας αφήνει αδιάφορους; Αυτό γίνεται από την καλή μας την καρδιά;

http://www.dikonomia.gr/pk

1. Με δόλο (με πρόθεση) πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια κάποιας αξιόποινης πράξης ̇ επίσης όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν αυτά τα περιστατικά και το αποδέχεται.

2. Όπου ο νόμος απαιτεί να έχει τελεστεί η πράξη εν γνώσει ορισμένου περιστατικού, δεν αρκεί ο ενδεχόμενος δόλος. Και όπου ο νόμος απαιτεί η πράξη να έχει τελεστεί με σκοπό την πρόκληση ορισμένου αποτελέσματος απαιτείται ο δράστης να έχει επιδιώξει να προκαλέσει αυτό το αποτέλεσμα. –

Γ.Γ.

——————————————————————————————————————

https://justiceforgreece.wordpress.com/2015/02/15/%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%86%CE%BF%CF%81%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CE%B3%CE%B3%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CE%B1%CE%B9%CE%BF%CF%84-2/

ΑΝΑΦΟΡΑ-ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 86Σ

Προς: Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων κα Ζωή Κωνσταντοπούλου (αρ.πρ.97/11.2.2015)
Κοινοποίηση: Πρόεδρο Αρείου Πάγου (αρ.πρ.375/6.2.2015) (e-mail) 6 Φεβρουαρίου 2015

ΑΝΑΦΟΡΑ-ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΜΕΣΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 86Σ

Κυρία Πρόεδρε της Βουλής,

Σύμφωνα με τον κατακτημένο νομικό πολιτισμό και όχι σύμφωνα με την προπαρασκευαστική πράξη ανενόχλητης τελέσεως μελλοντικών εγκλημάτων που συνιστά το άρθρο 86 του Συντάγματος (χαρακτηριστικό και όχι μοναδικό ΑΤΙΜΩΡΗΤΟ σχετικό ποινικό αδίκημα: δωροδοκία των κομμάτων Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ από SIEMENS σύμφωνα και με την αμετάκλητη απόφαση Cs 402 Js 3943/09 του Ειρηνοδικείου του Μονάχου).

Σύμφωνα με τις τρεις υπενθυμιστικές του Ισχύοντος Δικαίου συνημμένες επιστημονικές μελέτες(*) και όχι σύμφωνα με τις μέχρι τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 ιδιοτελώς προσφερόμενες κακές ερμηνείες και πρακτικές που υποστηρίζουν την αντισυνταγματικότητα μεν, αλλά ταυτόχρονα επιβάλλουν την κατά κράτος κυριαρχία του άρθρου 86Σ έναντι ολοκλήρου «του υπόλοιπου» Συντάγματος :

Η Βουλή των Ελλήνων οφείλει κατά αντικειμενική ερμηνεία του άρθρου 86 παρ. 1 του Συντάγματος, να επιστρέψει ΑΜΕΛΛΗΤΙ στον Άρειο Πάγο προς εξέταση κατά πλήρη και αποκλειστική αρμοδιότητα αυτού (και ο Άρειος Πάγος να συνομολογήσει επ΄αυτής της υποχρέωσής του), όλες τις κατ΄άρθρο 86Σ δικογραφίες που αφορούν την εσχάτη μνημονιακή προδοσία καθώς και όλες τις δικογραφίες που σχετίζονται με αυτές της εσχάτης προδοσίας (μηνύσεις κατά της τρόϊκας, λίστα Λαγκάρντ, Υπόθεση Ρουμελιώτη, κλπ). Ο συσχετισμός αφορά και όπου τυχόν οι δανειστές «έχουν στο χέρι» κυβερνήσαντες βάσει στοιχείων.

Αυτή η πράξη, θα σηματοδοτήσει την αποφασιστικότητα της νέας Βουλής που προέκυψε από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 για την ανεξάρτητη και ακριβοδίκαιη λειτουργία της πολύπαθους Ελληνικής Δικαιοσύνης (όπου επικρατούν αποδεδειγμένες και πλειστάκις καταγγελμένες ιδεολογικού ή άλλου ποινικού χαρακτήρα ασυμβατότητες, οι οποίες σας έχουν διαβιβασθεί με τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία).

Αυτή η πράξη, θα σηματοδοτήσει τη θέληση (ή όχι) αυτής της Βουλής, να εναρμονισθεί με όλους τους δικαιϊκούς και δικονομικούς κανόνες με την Έκθεση του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του ΟΗΕ (United Nations A/HRC/25/50/Add.1 General Assembly 27 March 2014), η οποία διαπιστώνει καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην μνημονιακή Ελλάδα και απαιτεί: Διεξαγωγή ενός ανεξάρτητου, διαφανή και συμμετοχικού λογιστικού ελέγχου του χρέους της, προκειμένου να προσδιορίσει την προέλευσή του, να εντοπιστούν και να λογοδοτήσουν εκείνοι που είναι υπεύθυνοι για το χρέος.-

(*)1.Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΤΟΥΣ του Καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κου Ανδρέα Δημητρόπουλου, 17 Ιουλίου 2014, σε συνδυασμό με 2.ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΚΑΙ ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΟΣ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ 16 Ιουλίου 2014 του ιδίου, δημοσιευμένα στην ιστοσελίδα του, http://andreasdimitropoulos.blogspot.gr/ .
3.Επιστημονική μελέτη του Δικηγόρου κου Δημητρίου Κουκιώτη: Ποινική ευθύνη των Υπουργών και άρθρο 86: μια «αντισυνταγματική διάταξη του Συντάγματος». Δημοσιευμένη στην ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, Τεύχος 8-9/2010.Ακολουθεί σύνοψη των ως ανω συνημμένων.

Ο έχων γενικό έννομο συμφέρον αλλά και ειδικό ως καταγγέλλων στις εις χείρας σας: α) δικογραφία IA 2012/19806 επισυναφθείσα στην. β) δικογραφία της αρχικής καταγγελίας μου εσχάτης προδοσίας 24/3/2011,

.
Γρυμπογιάννης Γεώργιος
Παλαμά 15, ΤΚ 14576, Διόνυσος Τηλ. 2108150347, 6932414124 συνημμένα τα σχετικά (*)

Σύνοψη των συνημμένων επιστημονικών μελετών:

Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΤΟΥΣ
του Καθηγητή Πανεπιστημίου κου Ανδρέα Δημητρόπουλου, Πέμπτη, 17 Ιουλίου 2014 (απόσπασμα από το άρθρο του στην ιστοσελίδα http://andreasdimitropoulos.blogspot.gr/ )
«Τα επ ευκαιρία της άσκησης των καθηκόντων ποινικά αδικήματα των υπουργών παρουσιάζουν πράγματι μεγάλο ενδιαφέρον από την άποψη της εφαρμογής του άρθρ. 86 παρ. 1. Η όλη μέχρι σήμερα κακή εφαρμογή της συνταγματικής επιταγής οφείλεται στο ότι σε πολλές περιπτώσεις «επ’ ευκαιρία» αδικήματα εκλαμβάνονται ως ποινικά αδικήματα «κατά την άσκηση» με αποτέλεσμα την διεύρυνση του ευνοϊκού ρυθμιστικού περιεχομένου των σχετικών διατάξεων πολύ πέραν του αντικειμενικού περιεχομένου τους. Αποδίδονται έτσι σε δήθεν ευνοϊκή μεταχείριση του συντακτικού νομοθέτη οι πλέον αντιπαθείς περιπτώσεις υπουργικής ευθύνης, κατά τις οποίες ο δράστης υπουργός εκμεταλλεύεται προς ίδιο ή άλλο ιδιωτικό όφελος την εξουσία, που του έχει εμπιστευθεί η πολιτεία. Η αντικειμενική ερμηνεία του άρθρου 86 παρ. 1 αποκλείει από την ευνοϊκή μεταχείριση τις πλέον προκλητικές περιπτώσεις υπουργικής ευθύνης των «επ ευκαιρία» ποινικών αδικημάτων των υπουργών. Δεν είναι άλλωστε από λογική και από κάθε άλλη άποψη παραδεκτό το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η αντίθετη ερμηνεία, κατά το οποίο ο συντακτικός νομοθέτης αμείβει με ευνοϊκή ποινική μεταχείριση τον επίορκο υπουργό, που ενεργεί εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Οι επ ευκαιρία της άσκησης των υπουργικών καθηκόντων πράξεις κείνται εκτός του ευνοϊκού ρυθμιστικού περιεχομένου του άρθρου 86 παρ. 1. Δεν οφείλεται επομένως στον συντακτικό νομοθέτη η απαλλαγή των επίορκων υπουργών, αλλά στη κακή ερμηνεία των συνταγματικών διατάξεων.»

ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΚΑΙ ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΟΣ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ 16 Ιουλίου 2014 του ιδίου. Απόσπασμα: «Με το σύνολο των δανειακών συμβάσεων και μνημονίων, που έχουν υπογραφεί κατά τα τελευταία έτη, για πρώτη φορά στην ιστορία της Χώρας, η παροχή χρηματικού δανείου προς την Ελλάδα συνδέεται με μακροχρόνιο και εκτεταμένο προκαθορισμό της κρατικής πολιτικής και την εφαρμογή σε μεγάλη έκταση και επί μακρό χρόνο συγκεκριμένης έξωθεν υπαγορευόμενης πολιτικής σε όλους σχεδόν του τομείς, υπό την διαρκή απειλή της μη καταβολής της εκάστοτε δανειακής δόσης. Ο εξωτερικός,εκτεταμένος και μακροχρόνιος προκαθορισμός της κρατικής και κυβερνητικής έναντι (υπό τον εξαναγκασμό) της παροχής χρηματικού δανείου και της εκταμίευσης των δόσεων είναι αντίθετος προς το Σύνταγμα και συγκεκριμένα αντίκειται κυρίως : α) στην Αρχή της Εθνικής Κυριαρχίας β) στην Αρχή της Λαϊκής Κυριαρχία, στην Δημοκρατική αλλά και την Αντιπροσωπευτική Αρχή γ) στην Αρχή του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου. Οι δύο πρώτες αρχές θίγονται εξ αυτού τούτου του προκαθορισμού και της έξωθεν επιβολής συγκεκριμένης πολιτικής, ανεξαρτήτως του περιεχομένου της. Η τρίτη θεμελιώδης αρχή θίγεται από την εφαρμογή της εμπεριεχόμενης στο μνημόνιο και έξωθεν επιβαλλόμενης πολιτικής.»

Επιστημονική μελέτη του Δικηγόρου Δ. Κουκιώτη: Ποινική ευθύνη των Υπουργών και άρθρο 86: μια «αντισυνταγματική διάταξη του Συντάγματος». Δημοσιευμένη στην ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, Τεύχος 8-9/2010, Σύνοψη της επιστημονικής μελέτης: «Στην παρούσα μελέτη οι διατάξεις του Συντάγματος διακρίνονται σε θεμελιώδεις και μη. Η διάταξη του άρθρου 86 Συντ. που προβλέπει σχετικά με τη δίωξη και την «παραγραφή» των ποινικών αδικημάτων των Υπουργών ανήκει στις μη θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος. Επειδή αυτή συγκρούεται και αναιρεί ολοκληρωτικά και στην ουσία τους τις θεμελιώδεις διατάξεις των άρθρων 4 Συντ. (αρχή της ισότητας) και 26 Συντ. (αρχή της διάκρισης των λειτουργιών) είναι ανίσχυρη και επομένως δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής, πράγμα που έχει σαν αποτέλεσμα τη δυνατότητα (και υποχρέωση) δίωξης των Υπουργών με τη συνήθη ποινική διαδικασία και με τη συνήθη «παραγραφή» που ισχύει για όλους τους πολίτες.»

ΣΧΕΤΙΚΑ

Μήνυση για έσχατη προδοσία λόγω του αρθ 86Σ και του εκτελεστικού του νόμου περί ευθύνης υπουργών 29/07/2010

ΑΝΑΦΟΡΑ – ΑΙΤΗΣΗ του Δημητρίου Αντωνίου για παραπομπή της μήνυσης του για έσχατη προδοσία (δικογραφία) στην Τακτική Δικαιοσύνη, σύμφωνα με το άρθρο 97 Σ 23/08/2011

Μήνυση Αντωνίου κατά της Βουλής για κατάχρηση εξουσίας (ΠΚ 239) 29/09/2012

Αναφορά Γρυμπογιάννη στον ΑΠ για τις καταγγελίες Βαρουφάκη και την ανάγκη παραμερισμού του αρθ. 86 Σ 12/02/2015

Έκθεση του ΟΗΕ για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα 07/03/2014

——————————————————————————————————————

ΕΠΙΣΗΣ:

https://justiceforgreece.wordpress.com/2015/09/03/%CE%BD%CE%B5%CE%BF-%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B7%CE%BC%CE%B1-%CE%AC%CE%BC%CE%B5%CF%83%CE%B7%CF%82-%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CF%81%CE%B5%CF%8D%CE%BD%CE%B7%CF%83%CE%B7%CF%82-%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%B3%CF%81/#more-17934

https://greek-market-research.com/article/%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CE%B3%CE%B3%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%B5%CF%87%CE%B9%CE%B6%CE%BF%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%B7-%CF%83%CE%B5-%CE%B2%CE%B1/

(*)

1) https://www.constitutionalism.gr/wp-content/uploads/2013/06/PARARAS.pdf

«Περαιτέρω, στην περίπτωση της βουλευτικής ασυλίας, πρέπει να ερευνάται ενδελεχώς η ύπαρξη στενής σχέσης ανάμεσα στις αποδιδόμενες στο βουλευτή ποινικώς ελέγξιμες πράξεις και στην κοινοβουλευτική του δραστηριότητα.» από το παρακάτω δημοσίευμα:

Το κατ’ άρθρο 62 του Συντάγματος ακαταδίωκτο του βουλευτή υπό το πρίσμα του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ

ΙΩΑΝΝΗΣ Π. ΠΑΡΑΡΑΣ

ΤΑ ΑΡΘΡΑ 61 ΚΑΙ 62 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ αποτελούν ένα πλέγμα διατά- ξεων, με το οποίο θεσπίζονται ορισμένα προνόμια των βουλευτών, τα οποία δια- μορφώνουν ένα προστατευτικό καθεστώς και μια ειδική προνομιακή δικονομική μεταχείριση1, αποβλέπουσα στην ακώλυτη και ανεπηρέαστη άσκηση των βου- λευτικών καθηκόντων. Ειδικότερα, το άρθρο 61 καθιερώνει το «ανεύθυνο του βουλευτή», το οποίο καλύπτει μόνο τις γνώμες και λοιπές ενέργειες που σχετίζο- νται με την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων, και εξασφαλίζει την πλήρη ελευθερία λόγου και την κατά συνείδηση ψήφο του βουλευτή, ο οποίος δεν μπο- ρεί να διωχθεί παρά μόνο για συκοφαντική δυσφήμηση. Το άρθρο 62 του Συ- ντάγματος επεκτείνει και συμπληρώνει την ανωτέρω παρεχόμενη προστασία, κα- θώς απαγορεύει την καθ’ οιονδήποτε τρόπο δίωξη του βουλευτή για πράξεις και δραστηριότητες μη σχετιζόμενες με την άσκηση των βουλευτικών του καθηκό- ντων. Πρόκειται για το λεγόμενο «ακαταδίωκτο του βουλευτή» (immunité parlementaire), το εύρος εφαρμογής του οποίου βρίσκεται, τον τελευταίο καιρό, υπό έντονη αμφισβήτηση, ύστερα από τις πρόσφατες εξελίξεις στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ. Σύμφωνα με τη γραμματική διατύπωση του άρθρου 62 του Συντάγματος, «Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος, ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβά- νεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώμα- Ο κ. Ιωάννης Π. Παραράς είναι Δικηγόρος, DEA de Droit public interne (Paris II), ΠΜΣ Δη- μοσίου Δικαίου Νομικής Αθηνών. 1. Βλ., σχετικά, Π. ΠΑΡΑΡΑΣ, Σύνταγμα 1975 – Corpus, Τόμος II, άρθρα 51-80, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 1985, σελ. 144. Τ 782 ΙΩΑΝΝΗ Π. ΠΑΡΑΡΑ τος. Επίσης, δεν διώκεται για πολιτικά εγκλήματα βουλευτής της Βουλής που δια- λύθηκε, από τη διάλυσή της και έως την ανακήρυξη των βουλευτών της νέας Βουλής. Η άδεια θεωρείται ότι δεν δόθηκε, αν η Bουλή δεν αποφανθεί μέσα σε τρεις μήνες αφότου η αίτηση του εισαγγελέα για δίωξη διαβιβάστηκε στον Πρόε- δρο της Βουλής. Η τρίμηνη προθεσμία αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των δια- κοπών της Βουλής. Δεν απαιτείται άδεια για τα αυτόφωρα κακουργήματα»2. Με τη διάταξη αυτή θεσπίζεται η απόλυτη απαγόρευση οποιασδήποτε δίω- ξης ποινικής φύσεως κατά του βουλευτή, κατά τη διάρκεια της βουλευτικής πε- ριόδου, με την εξαίρεση των αυτόφωρων κακουργημάτων. Η δίωξη μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο εφόσον δοθεί σχετική άδεια από τη Βουλή, ενώ εισάγεται και τεκμήριο περί μη χορήγησης της άδειας, εφόσον η Βουλή δεν αποφανθεί εντός τριμήνου από την ημερομηνία που η αίτηση του εισαγγελέα για δίωξη δια- βιβάστηκε στον Πρόεδρο της Βουλής. Σύμφωνα με την ομόφωνη ερμηνεία της ανωτέρω διάταξης, το ακαταδίωκτο δεν συνεπάγεται την οριστική αδυναμία δίωξης της αξιόποινης πράξης που ενδε- χομένως τέλεσε ο βουλευτής3, αλλά την χρονικώς περιορισμένη αναστολή της δια- δικασίας δίωξης του, για όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος4. Εξάλλου, το ακα- ταδίωκτο προστατεύει το βουλευτή από τη δίωξη αδικημάτων που τελέστηκαν τόσο κατά τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου, όσο και προγενέστερα, δηλαδή πριν από την ανακήρυξή του σε βουλευτή. Περαιτέρω, το προστατευτικό πεδίο του ακαταδίωκτου φαίνεται να καλύπτει τα πάσης φύσεως τελεσθέντα αδικήμα- τα, χωρίς να έχει σημασία αν αυτά σχετίζονται ή όχι με την άσκηση των βουλευ- τικών του καθηκόντων. Αντίθετα, δεν υφίσταται προστασία του βουλευτή στο πεδίο του αστικού δικαίου, με αποτέλεσμα να μπορούν ελεύθερα να εγερθούν σε βάρος του αγωγές από ιδιωτικής φύσεως διαφορές, καθώς αυτές δεν μπορούν να καταλήξουν σε στέρηση της ελευθερίας του. Οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή της συνταγματικής διάταξης ρυθμίζονται 2. Η διάταξη αυτή έλκει την καταγωγή της από το γαλλικό Σύνταγμα του 1791, ενώ ο αρχι- κός σκοπός για τον οποίο θεσπίστηκε ήταν η προστασία των μελών της Βουλής από αυθαίρετες διώξεις προερχόμενες από όργανα της εκτελεστικής εξουσίας. Εξάλλου, παρεμφερής διάταξη περι- λαμβανόταν και σε προηγούμενα ελληνικά Συντάγματα, τα οποία την είχαν εμπνευστεί από το Βελ- γικό Σύνταγμα του 1831. Βλ., σχετικά, Π. ΠΑΡΑΡΑΣ, Σύνταγμα 1975 – Corpus, Τόμος II, op. cit., σελ. 162. Τονίζεται δε ότι το άρθρο 62 δεν έχει ποτέ αναθεωρηθεί από το 1975 και εντεύθεν. 3. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, η παραγραφή του αξιόποινου αναστέλλεται για όσο χρόνο διαρκεί η βουλευτική περίοδος, ώστε να μην καταλήξει στην οριστική ματαίωση της δυνατότητας δίωξης του βουλευτή, μετά την απώλεια της βουλευτικής ιδιότητας, βλ. Κ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ, Επίτομο Συνταγματικό Δίκαιο, 3η έκδοση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 1991, σελ. 275 4. Κ. ΜΑΥΡΙΑΣ, Συνταγματικό Δίκαιο I, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 2000, σελ. 599. Το κατ’ άρθρο 62 Συντάγματος ακαταδίωκτο βουλευτή υπό το πρίσμα του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ 783 στο άρθρο 83 του Κανονισμού της Βουλής, όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά την τροποποίηση του Κανονισμού της Βουλής κατά τη συνεδρίαση της Ολομέλειας της 18ης Ιουνίου 2003. Στο άρθρο αυτό ορίζεται ότι οι αιτήσεις της εισαγγελικής αρχής για τη χορήγηση άδειας ποινικής δίωξης κατά βουλευτή, δηλαδή για την άρση της ασυλίας του, ελέγχονται από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και υποβάλλονται στη Βουλή δια του Υπουργού Δικαιοσύνης. Μετά την υποβολή τους, καταχωρίζονται σε ειδικό βιβλίο και παραπέμπονται από τον Πρόεδρο της Βουλής, για διατύπωση έκθεσης, στην Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας του άρθρου 43 Α του Κανονισμού. Η Επιτροπή οφείλει να ακούσει τον ενδιαφε- ρόμενο βουλευτή, εφόσον και ο ίδιος το επιθυμεί, και ερευνά, βάσει των στοιχεί- ων που συνοδεύουν την αίτηση, αν η πράξη για την οποία ζητείται η άρση της ασυλίας συνδέεται με την πολιτική δραστηριότητα του βουλευτή ή αν η δίωξή του υποκρύπτει πολιτική σκοπιμότητα ή αποσκοπεί ενδεχομένως στο να τρωθεί το κύρος της Βουλής ή του βουλευτή ή να παρακωλυθεί ουσιαστικώς η άσκηση του λειτουργήματός του ή να επηρεασθεί η λειτουργία της Βουλής ή της Κοινο- βουλευτικής Ομάδας στην οποία ανήκει ο βουλευτής. Αντίθετα, η Επιτροπή δεν εξετάζει τη βασιμότητα της κατηγορίας κατά του βουλευτή. Μετά την υποβολή της έκθεσης της Επιτροπής, το αίτημα περί άρσης της ασυλίας εισάγεται στην Ολομέλεια της Βουλής, η οποία αποφαίνεται επ’ αυτού με ανάταση του χεριού ή έγερση, ενώ μυστική ψηφοφορία διεξάγεται μόνο εφόσον το ζητήσει ο Πρόεδρος της Βουλής ή ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας στην οποία ανήκει ο βουλευτής του οποίου ζητείται η άρση της ασυλίας5. Δυστυχώς, η μέχρι σήμερα κοινοβουλευτική πρακτική αποδεικνύει ότι η Βουλή σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις έχει δεχθεί να άρει την ασυλία βουλευτή, προκειμένου να καταστεί εφικτή η δίωξή του για τα αδικήματα που φέρεται να έχει τελέσει. Ειδικότερα, από το 1975 μέχρι το 2005, δηλαδή σε διάστημα τριά- ντα ετών, και επί χιλίων περίπου υποβληθέντων αιτημάτων για την άρση της ασυλίας βουλευτών, μόνο πέντε εξ αυτών έγιναν δεκτά και οδήγησαν στη χορή- γηση άδειας δίωξης6. Σε αυτό το πλαίσιο της κακώς εννοούμενης «βουλευτικής συναδελφικής αλληλεγγύης» απερρίφθησαν αιτήματα για την άρση της ασυλίας 5. Ο κανόνας της φανερής ψηφοφορίας καθιερώθηκε με την τροποποίηση του Κανονισμού της Βουλής του έτους 2003, ενώ η προηγούμενη διατύπωση απαιτούσε μυστική ψηφοφορία. 6. Επρόκειτο, ειδικότερα, για τους βουλευτές Γ. Παναγιωτόπουλο, ο οποίος το 1984 είχε κα- τηγορηθεί για παράνομη εξαγωγή συναλλάγματος, Αλ. Ακριβάκη το 1990 για το σκάνδαλο Κοσκω- τά, Ελ. Παπανικολάου το 1992 για δικηγορικό χειρισμό υπόθεσης σχετικά με ναρκωτικά, Β. Γιοβα- νούδα το 1998 για ξυλοδαρμό και Κ. Καραμηνά το 1998 για πρόκληση θανατηφόρου τροχαίου ατυ- χήματος. Βλ., σχετικά, το δημοσίευμα της εφημερίδας «Το ΒΗΜΑ» της 14ης Φεβρουαρίου 2010, σελ. Α 13. 784 ΙΩΑΝΝΗ Π. ΠΑΡΑΡΑ βουλευτών που κατηγορούνταν, μεταξύ άλλων, για πρόκληση τροχαίων ατυχημάτων και λοιπές παραβάσεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, για ψευδορκία, πλαστογραφία, έκδοση ακάλυπτων επιταγών, μη καταβολή ασφαλιστικών εισφο- ρών, μέχρι και παράνομη είσοδο σε αγωνιστικό χώρο και διακοπή ποδοσφαιρικού αγώνα! Η πρακτική αυτή των μελών τόσο του ελληνικού κοινοβουλίου, όσο και των κοινοβουλίων άλλων κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης όπου υπάρ- χουν παρόμοιες διατάξεις για την προστασία των βουλευτών7, ετέθη πρόσφατα στο στόχαστρο της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο πλαίσιο της εξέτασης προσφυγών για παραβίαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ περί κατοχύρωσης του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Το θέμα που απασχόλησε το Δικαστήριο του Στρασβούργου είναι αν η άρνηση χορήγησης άδειας από το κοινοβούλιο για την ποινική δίωξη ενός βουλευτή, παραβιάζει το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη του προσώπου που κίνησε τη σχετική διαδικασία δίωξης (πχ. του εγκαλούντος ή του μηνυτή), εφόσον αυτό παρίσταται στη σχετική δίκη ως πολιτική αγωγή, διεκδικώντας χρηματική ικανοποίηση. Το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ εγγυάται το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, του οποίου ειδικότερη έκφανση αποτελεί το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Σύμφωνα με τη θεμελιώδη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Golder κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 21ης Φεβρουαρίου 19758, κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα όπως ένα δικαστήριο αποφασίσει για κάθε αμφισβήτηση επί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του αστικής φύσεως. Το δικαίωμα πρόσβασης δεν κατοχυρώνεται expressis verbis στο κείμενο της Σύμβασης, αλλά προκύπτει από τη δημιουργική ερμηνεία της παρ. 1 του άρθρου 6 από το ΕΔΑΔ: Αφού κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα η υπόθεσή του να δικαστεί από ένα δικαστήριο, αυτό προϋποθέτει ότι το πρόσωπο μπορεί να έχει πρόσβαση στο δικαστήριο9. Σε αυτό το πλαίσιο, το Δικαστήριο του Στρασβούργου δέχθηκε ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ το δικαίωμα ενός προσώπου να ζητήσει την ποινική δίωξη και καταδίκη ενός τρίτου προσώπου, μόνο εφόσον αυτό συνοδεύεται από την παράλληλη έγερση αιτήματος για χρηματική αποζημίωση (όπως η πολιτική αγωγή) ή 7. Σχετικά με την προστασία των βουλευτών, βλ. PIERRE CORNILLON, Les parlementaires, gardiens des droits de l’homme et leur nécessaire protection, in «Les droits de l’homme à l’aube du XXIe siècle. Liber Amicorum Karel Vasak», εκδ. Bruylant, Bruxelles 1999, σελ. 145 επ. 8. Série A, n° 18. 9. Βλ., σχετικά, J. L. CHARRIER, Code de la Convention européenne des Droits de l’Homme, Litec, 2000, σελ. 103 και JEAN-MARIE COULON / MARIE-ANNE FRISON – ROCHE, «Le droit d’accès à la justice», in REMY CABRILLAC / MARIE-ANNE FRISON – ROCHE / THIERRY REVET (dir.), Libertés et droits fondamentaux, 6ème éd., Dalloz, 2000, σελ. 387. Το κατ’ άρθρο 62 Συντάγματος ακαταδίωκτο βουλευτή υπό το πρίσμα του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ 785 άλλου είδους αποκατάσταση ενός δικαιώματος αστικής φύσεως10. Με αυτόν τον τρόπο, το ΕΔΑΔ έκρινε εαυτόν αρμόδιο και δέχθηκε να ερευνήσει επί της ουσίας προσφυγές που αφορούσαν παραβίαση του άρθρου 6 της Σύμβασης, λόγω της αδυναμίας ποινικής δίωξης βουλευτών που καλύπτονταν από ασυλία, οι οποίες συνοδεύονταν και από αίτημα αποζημίωσης του προσφεύγοντος. Η πρώτη περίπτωση που το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ασχολήθηκε με το ζήτημα της παραβίασης του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη από τον τρόπο εφαρμογής και λειτουργίας του θεσμού της βουλευτικής ασυλίας, ήταν οι υποθέσεις Cordova κατά Ιταλίας11. Στην υπόθεση αυτή, ο προσφεύγων, εισαγγελικός λειτουργός, επεδίωξε την ποινική δίωξη και τη συνακόλουθη καταδίκη σε αποζημίωση του πρώην Προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας Francesco Cossiga, λόγω προσβολής της φήμης και εν γένει της προσωπικότητάς του από τη συμπεριφορά του τελευταίου, πλην όμως η προσπάθεια του αυτή προσέκρουσε στη βουλευτική ασυλία που απολάμβανε ο πρώην Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας και τότε βουλευτής, δυνάμει του άρθρου 68 του ιταλικού Συντάγματος12. Το Δικαστήριο του Στρασβούργου επανέλαβε την πάγια νομολογία του, σύμφωνα με την οποία το δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο δεν είναι απόλυτο αλλά επιδέχεται περιορισμούς, οι οποίοι, όμως, δεν μπορούν να θίγουν την ουσία και τον πυρήνα του δικαιώματος. Εξάλλου, οι περιορισμοί αυτοί συμβιβάζονται με το άρθρο 6 της Σύμβασης μόνο εφόσον επιδιώκουν έναν θεμιτό στόχο και εφόσον υφίσταται εύλογη σχέση αναλογικότητας ανάμεσα στα χρησιμοποιούμενα μέσα και στον επιδιωκόμενο σκοπό13. Εξετάζοντας την πρώτη προϋπόθεση, το 10. Αυτό σημαίνει ότι δεν εμπίπτει στο προστατευτικό πεδίο του άρθρου 6 της Σύμβασης και δεν αναγνωρίζεται καθεαυτό το δικαίωμα ενός προσώπου να ζητήσει την ποινική δίωξη ενός άλλου προσώπου. 11. Προσφυγές υπ. αριθμ. 40877/98 και 45649/99 και απόφαση της 30ης Ιανουαρίου 2003. 12. Βλ. λεπτομέρειες, σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά των δύο υποθέσεων, σε Κ. ΜΠΕΗΣ, Η βουλευτική ασυλία υπό το φως της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Δίκη 37 (2006), σελ. 40 επ. 13. Εφαρμόζοντας τα ίδια κριτήρια, το Δικαστήριο του Στρασβούργου είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο θεσμός της ασυλίας που προβλέπει η έννομη τάξη ορισμένων κρατών, σε όφελος των αλλοδαπών κρατών ή των διεθνών οργανισμών, δεν παραβιάζει το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Έτσι, στις αποφάσεις Al Adsani κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 21ης Νοεμβρίου 2001 και McElhinney κατά Ιρλανδίας της 21ης Νοεμβρίου 2001, κρίθηκε ότι η ασυλία των κρατών επιδιώκει θεμιτό σκοπό, καθώς αποβλέπει στο να ευνοήσει τις καλές σχέσεις μεταξύ των κρατών και τον αμοιβαίο σεβασμό της κυριαρχίας και της ακεραιότητάς τους, ενώ παράλληλα η ασυλία δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δυσανάλογος περιορισμός του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη, καθώς αντανακλά γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Βλ., σχετικά, SEBASTIEN VAN DROOGHENBROECK, La Convention européenne des Droits de l’Homme. Trois années de juris- 786 ΙΩΑΝΝΗ Π. ΠΑΡΑΡΑ ΕΔΑΔ έκρινε ότι ο θεσμός της βουλευτικής ασυλίας αποτελεί μια μακρόχρονη πρακτική που αποβλέπει στην εξασφάλιση της ελευθερίας έκφρασης των βουλευτών και στην αποτροπή διώξεων που δυσχεραίνουν την εν γένει κοινοβουλευτική λειτουργία. Εν όψει αυτών των δεδομένων, ο επιδιωκόμενος στόχος κρίνεται ως θεμιτός, και, άρα, σε αυτό το σημείο, δεν συντρέχει περίπτωση παραβίασης του άρθρου 6 της Σύμβασης14. Σε ό,τι αφορά το θέμα της αναλογικότητας, το Δικαστήριο παρατηρεί ότι όταν ένα κράτος αναγνωρίζει ασυλία στους βουλευτές, είναι δυνατόν να θιγεί η προστασία ορισμένων θεμελιωδών δικαιωμάτων. Εξάλλου, αν η υιοθέτηση από τα Συμβαλλόμενα Κράτη ενός συστήματος για την εξασφάλιση ασυλίας στους βουλευτές του οδηγούσε σε απαλλαγή του Κράτους από κάθε ευθύνη του έναντι της Σύμβασης στο συγκεκριμένο θέμα, αυτό θα ήταν αντίθετο προς το σκοπό και το αντικείμενο της Σύμβασης, η οποία έχει ως σκοπό την προστασία δικαιωμά- των συγκεκριμένων και πραγματικών και όχι θεωρητικών ή κενών ουσιαστικού περιεχομένου. Κατά συνέπεια, ο σεβασμός της αρχής της αναλογικότητας πρέπει να εκτιμηθεί ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες της εκάστοτε επίδικης περίπτωσης και δεν μπορεί να υποστηριχθεί, γενικά, ότι η βουλευτική ασυλία αποτελεί δυσανάλογο περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης σε δικαστήριο, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ. Έτσι, στην απόφαση Α. κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 17ης Δεκεμβρίου 2002, είχε κριθεί ότι η βουλευτική ασυλία που καλύπτει μόνο τους διαλόγους και τις εκφράσεις που διατυπώθηκαν στα πλαίσια των κοινοβουλευτικών συνεδριάσεων, είναι συμβατή με το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ. Αντίθετα, όταν οι κρίσιμες πράξεις και εκφράσεις δεν συνδέονται άμεσα με την κοινοβουλευτική δραστηριότητα stricto sensu, η έννοια της αναλογικότητας ανάμεσα στα χρησιμοποιούμενα μέσα και στον επιδιωκόμενο σκοπό πρέπει να ερμη- νεύεται στενά15. Με αυτό το σκεπτικό, στην υπόθεση Cordova διαπιστώθηκε παραβίαση του άρθρου 6 της Σύμβασης, καθώς οι καλυπτόμενες από τη βουλευτική ασυλία του κυρίου Cossiga ενέργειες είχαν διαπραχθεί εκτός των ορίων της αμιγώς κοινοβουλευτικής δράσης του. prudence de la Cour européenne des Droits de l’Homme, 1999-2001, εκδ. Larcier, 2003, σελ. 82 και ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Ζητήματα αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του ελληνικού και αλλοδαπού δημοσίου, Ελληνική Δικαιοσύνη 44, 2003, σελ. 1540. Το ίδιο συμπέρασμα εξήχθη και στις αποφάσεις Waite et Kennedy κατά Γερμανίας και Beer et Regan κατά Γερμανίας της 18ης Φεβρουαρίου 1999, αναφορικά με την ασυλία που απολαμβάνουν οι διεθνείς οργανισμοί. 14. Βλ. σχετικά και την απόφαση του ΕΔΑΔ Α. κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 17ης Δεκεμβρίου 2002 (προσφυγή 35373/97). 15. Βλ. και την απόφαση του ΕΔΑΔ De Jorio κατά Ιταλίας της 3ης Ιουνίου 2004 (προσφυγή 73936/01). Το κατ’ άρθρο 62 Συντάγματος ακαταδίωκτο βουλευτή υπό το πρίσμα του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ 787 Η νομολογία αυτή επαναλήφθηκε στην απόφαση Τσαλκιτζής κατά Ελλάδος της 16ης Νοεμβρίου 2006 (προσφυγή 11801/04), όπου το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέτασε τη συμβατότητα της κατ’ άρθρο 62 του ελληνικού Συντάγματος βουλευ- τικής ασυλίας με το άρθρο 6 της Σύμβασης16. Στην απόφαση αυτή επιβεβαιώθηκε η προαναφερθείσα θέση του ΕΔΑΔ, σύμφωνα με την οποία ο θεσμός της βουλευτικής ασυλίας δεν παραβιάζει εξ ορισμού το άρθρο 6 της Σύμβασης17. Όταν, όμως, παρεμποδίζει την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη, θα πρέπει να ερευνηθεί αν οι καλυπτόμενες από την ασυλία πράξεις του βουλευτή συνδέονται με την εν στενή εννοία άσκηση των κοινοβουλευτικών του καθηκόντων, ώστε να διαπιστωθεί ο σεβασμός της αρχής της αναλογικότητας από το Συμβαλλόμενο Κράτος. Σε περίπτωση που οι επίδικες πράξεις δεν σχετίζονται με την κοινοβουλευτική δραστηριότητα του βουλευτή, η αδυναμία δίωξής του λόγω της ασυλίας, παραβιάζει το κατ’ άρθρο 6 της ΕΣΔΑ δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Με δεδομένο ότι, στην υπόθεση Τσαλκιτζής κατά Ελλάδος, οι πράξεις για τις οποίες είχε ζητηθεί η δίωξη του βουλευτή είχαν διαπραχθεί τρία χρόνια πριν από την ανακήρυξή του σε βουλευτή (με την τότε ιδιότητά του ως δημάρχου) και άρα δεν είχαν ουδεμία σχέση με την κοινοβουλευτική του δράση, διαπιστώθηκε ομόφωνα παραβίαση του άρθρου 6. Περαιτέρω, το Δικαστήριο του Στρασβούργου προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, αποκρούοντας τον ισχυρισμό της ελληνικής Κυβέρνησης ότι η βουλευτική ασυλία έχει προσωρινό χαρακτήρα και δεν εμποδίζει την άσκηση ποινικής δίωξης μετά τη λήξη της βουλευτικής θητείας. Συγκεκριμένα, διαπίστωσε ότι το ελληνικό Σύνταγμα δεν προβλέπει κανένα περιορισμό ως προς την ανανέωση της βουλευτικής θητείας, με αποτέλεσμα να είναι πιθανή η οριστική αδυναμία του προσφεύγοντος να ζητήσει τη δίωξη του βουλευτή, εφόσον αυτός εξασφαλίζει διαρκώς την επανεκλογή του στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις. Τέλος, στην πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Συγγελίδης κατά Ελλάδος της 11ης Φεβρουαρίου 2010 (προσφυγή 24895/07), ο προσφεύγων παραπονέθηκε για παραβίαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ λόγω της αδυναμίας ποινικής δίωξης (στην οποία είχε δηλώσει παράσταση πολιτικής αγωγής για το συμβολικό ποσό των δέκα ευρώ) της βουλευτού τέως συζύγου του, για παραβίαση δικαστικών αποφάσεων σχετικά με το δικαίωμα επικοινωνίας με το τέκνο τους. 16. Βλ. το κείμενο της απόφασης σε ΔτΑ Ν° 38/2008, σελ. 618. Βλ., επίσης, ΒΑΣ. ΣΑΡΑΝΤΗ, Βουλευτική ασυλία versus δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση Τσαλκιτζής κατά Ελλάδος, ΔτΑ Ν° 38/2008, σελ. 609. 17. Βλ., σχετικά, και την απόφαση του ΕΔΑΔ Kart κατά Τουρκίας της 3ης Δεκεμβρίου 2009 (προσφυγή 8917/05). 788 ΙΩΑΝΝΗ Π. ΠΑΡΑΡΑ Το αίτημα για άρση της ασυλίας διαβιβάστηκε, σύμφωνα με το άρθρο 83 του Κανονισμού της Βουλής, στο ελληνικό Κοινοβούλιο, το οποίο, ύστερα και από τη σχετική έκθεση της Επιτροπής Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας, η οποία γνωμοδότησε αρνητικά επικαλούμενη γενικά το άρθρο 83 παρ. 3 του Κανονισμού, αρνήθηκε να άρει την ασυλία της βουλευτού και να επιτρέψει την ποινική διερεύνηση της υπόθεσης. Το Δικαστήριο του Στρασβούργου τόνισε ότι η δυνατότητα ενός κράτους να εξαιρεί από την αρμοδιότητα των δικαστηρίων ολόκληρες κατηγορίες υποθέσεων αστικής φύσεως, ή να προσφέρει δικαστική ασυλία σε ορισμένες κατηγορίες προσώπων, αντίκειται τόσο στην αρχή της υπεροχής του δικαίου σε μια δημοκρατική κοινωνία, όσο και στις επιταγές του άρθρου 6 της Σύμβασης. Περαιτέρω, στην περίπτωση της βουλευτικής ασυλίας, πρέπει να ερευνάται ενδελεχώς η ύπαρξη στενής σχέσης ανάμεσα στις αποδιδόμενες στο βουλευτή ποινικώς ελέγξιμες πράξεις και στην κοινοβουλευτική του δραστηριότητα. Εφόσον διαπιστωθεί ανυπαρξία τέτοιας στενής σχέσης, πρέπει να υιοθετηθεί μια πολύ συσταλτική ερμηνεία της έννοιας της αναλογικότητας μεταξύ του χρησιμοποιούμενου μέσου και του επιδιωκόμενου σκοπού. Αυτό δε, προεχόντως διότι ο περιορισμός του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη προέρχεται από την απόφαση ενός αμιγώς πολιτικού οργάνου (του κοινοβουλίου)18. Σε αυτό το πλαίσιο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατέληξε στο θεμελιώδες συμπέρασμα ότι το άρθρο 62 του ελληνικού Συντάγματος, ερμηνευόμενο υπό το φως της παρ. 1 του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ, επιτρέπει στο ελληνικό κοινοβούλιο να αρνηθεί την άρση της ασυλίας ενός βουλευτή, μόνο εφόσον οι αποδιδόμενες σε αυτόν πράξεις συνδέονται αναμφίβολα με την κοινοβουλευτική του δραστηριότητα. Στην επίδικη περίπτωση, οι πράξεις αυτές ουδόλως συνδέονταν με τη δράση της βουλευτού ως μέλους του κοινοβουλίου, ούτε και με την εν γένει λειτουργία και το κύρος του κοινοβουλίου, με αποτέλεσμα να διαπιστωθεί, με μειοψηφία του έλληνα ad hoc δικαστή, παραβίαση του άρθρου 6 της Σύμβασης. Περαιτέρω, κα- ταδικάστηκε η πρακτική της Επιτροπής Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας, η οποία, προκειμένου να γνωμοδοτήσει κατά της άρσης της ασυλίας του βουλευτή, αρκέ- στηκε στην αόριστη επίκληση της διάταξης του άρθρου 83 παρ. 3 του Κανονι- σμού της Βουλής, χωρίς να αιτιολογήσει τη θέση της αυτή, με αποτέλεσμα ο προσφεύγων να στερηθεί τη δυνατότητα να μάθει τους λόγους για τους οποίους απερρίφθη το αίτημα άρσης της ασυλίας. 18. Το οποίο, όπως προφανώς υπονοούν οι δικαστές του Στρασβούργου, δεν παρέχει τις απαι- τούμενες από το άρθρο 6 της Σύμβασης εγγυήσεις για δίκαιη δίκη (ανεξαρτησία, αμεροληψία, δη- μοσιότητα κλπ.). Το κατ’ άρθρο 62 Συντάγματος ακαταδίωκτο βουλευτή υπό το πρίσμα του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ 789 Εν όψει της ανωτέρω, πάγιας πλέον, νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστη- ρίου, καταλήγουμε στη διαπίστωση ότι η διάταξη του άρθρου 62 του ελληνικού Συντάγματος, όπως και οι παρεμφερείς διατάξεις άλλων ευρωπαϊκών συνταγμα- τικών κειμένων, δεν θεωρείται καθεαυτή ως αντίθετη προς το άρθρο 6 της Σύμ- βασης. Το ΕΔΑΔ δέχεται, κατ’ αρχήν, τη συμβατότητα του κατ’ άρθρο 62 του Συντάγματος ακαταδίωκτου με τις διατάξεις της Σύμβασης και περιορίζεται σε μια περιπτωσιολογική προσέγγιση, με γνώμονα την αρχή της αναλογικότητας19. Αυτό που καταδικάζεται είναι η πρακτική του ελληνικού κοινοβουλίου να απορ- ρίπτει συλλήβδην όλα τα αιτήματα περί άρσης της ασυλίας βουλευτών, ανεξαρτήτως του αν οι αποδιδόμενες σε αυτούς πράξεις σχετίζονται με την άσκηση των αμιγώς κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων. Με άλλα λόγια, το άρθρο 6 της Σύμβασης επιτάσσει όπως η Βουλή, σε κάθε συγκεκριμένο αίτημα περί άρσης της ασυλίας ενός μέλους της, εξετάζει την ύπαρξη συνάφειας μεταξύ των καταγγελλόμενων πράξεων και των κοινοβουλευτικών καθηκόντων και αποφαίνεται αιτιο- λογημένα υπέρ της μη άρσης της ασυλίας του βουλευτή μόνο εφόσον διαπιστώ- νεται τέτοια πρόδηλη συνάφεια. Έτσι, βέβαια, ο τελευταίος λόγος ανήκει και πάλι στη Βουλή και επαφίεται στην ευθυκρισία και στη συνείδηση των μελών της η ορθή ερμηνεία και εφαρμο- γή της συνταγματικής διάταξης, κάτι που σίγουρα θα προκαλέσει εκ νέου τη δυσπιστία των δικαστών του Στρασβούργου, αφού πρόκειται για ένα αμιγώς πολιτικό όργανο. Κατά συνέπεια, ενδεχομένως θα ήταν χρήσιμη μια αναθεώρηση του άρθρου 62 του Συντάγματος, ώστε να αποτυπωθούν ρητά στο συνταγματικό κείμενο οι προϋποθέσεις για τη μη άρση της ασυλίας των βουλευτών, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, και να περιορισθεί το ευρύ περιθώριο διακριτικής ευχέρειας των βουλευτών που επιτρέπει σήμερα η γραμματική διατύπωση του άρθρου. Βέβαια, με αυτόν τον τρόπο, ουσιαστικά θα καταλήξουμε σε εξομοίωση του κατ’ άρθρο 61 του Συντάγματος ανεύθυνου του βουλευτή με το κατ’ άρθρο 62 ακαταδίωκτο, το οποίο θα περιοριστεί αποκλειστικά στις ποινικώς κολάσιμες πράξεις του βουλευτή που σχετίζονται με την άσκηση των κοινοβουλευτικών καθηκόντων του, ενώ μέχρι σήμερα η γραμματική του διατύπωση καταλείπει σαφώς ευρύτερο πεδίο εφαρμογής, το οποίο καταλαμβάνει όλα τα εγκλήματα, πλην των αυτόφωρων κακουργημάτων. Περαιτέρω, είναι αυτονόητο ότι χρήζει άμεσης τροποποίησης το άρθρο 83 του Κανονισμού της Βουλής, καθώς ορισμένες εκ των παραμέτρων που, σύμφω- 19. Π. ΚΑΠΟΤΑΣ, Βουλευτική ασυλία: Δημοκρατική επιταγή ή αναγκαίο κακό; Σχόλιο στην από- φαση του ΕΔΑΔ Τσαλκιτζής κατά Ελλάδος, Εφημερίδα Διοικητικού Δικαίου, 2007, τεύχος 1, σελ. 26. 790 ΙΩΑΝΝΗ Π. ΠΑΡΑΡΑ να με το άρθρο αυτό, οφείλει να εξετάσει η αρμόδια Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας, προκειμένου να συντάξει την έκθεσή της για την άρση της ασυλί- ας προς την Ολομέλεια (πχ. αν η δίωξη υποκρύπτει πολιτική σκοπιμότητα), ου- δόλως συμβιβάζονται με τα πορίσματα της νομολογίας του Δικαστηρίου του Στρασβούργου20. Ολοκληρώνοντας, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε την άποψη ότι η νομολογία του Δικαστηρίου του Στρασβούργου αποτυπώνει και την πραγματική βούληση του έλληνα συντακτικού νομοθέτη, ο οποίος, θεσπίζοντας το θεσμό της βουλευτικής ασυλίας, απέβλεπε στην ενίσχυση της ανεξαρτησίας του βουλευτή, στην ακώλυτη άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων και στην προστασία του βουλευτή από αυθαίρετες και εκβιαστικές διώξεις, υποκρύπτουσες πολιτικό δόλο. Είναι προφανές ότι ο σκοπός αυτός ουδόλως εξυπηρετείται από τον στρεβλό τρόπο σημερινής εφαρμογής της συνταγματικής διάταξης από τους εκπροσώπους του λαού, ο οποίος καταλήγει σε πλήρη αδυναμία δίωξης των βουλευτών, ακόμα και για ήσσονος σημασίας υποθέσεις, όπως τροχαίες παραβάσεις. Εν προκειμένω, δηλαδή, η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου συμβαδίζει απόλυτα με το κοινό περί δικαίου αίσθημα, το οποίο απαιτεί την εκλογίκευση των προνομίων που απολαμβάνει ο πολιτικός κόσμος της χώρας εν γένει, προς την κατεύθυνση της εξίσωσής τους προς τους πολίτες, και την πλήρη αναμόρφωση θεσμών όπως η βουλευτική ασυλία και οι διατάξεις περί ποινικής ευθύνης των Υπουργών. Ιωάννης Π. Παραράς

20. Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του Προέδρου της Βουλής, η τροποποίηση του συγκεκριμένου άρθρου αποτελεί άμεση προτεραιότητα και φαίνεται να κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, καθώς η βουλευτική ασυλία θα διατηρείται μόνο για πράξεις που έχουν σχέση με την άσκηση της βουλευτικής ιδιότητας. Βλ., σχετικά, στο www.in.gr το άρθρο της 14.4.2010 με τίτλο «Τέλος στην ασυλία των βουλευτών, με τροποποίηση του Κανονισμού της Βουλής».

2) https://antisomata.wordpress.com/2010/05/22/%CF%84%CE%AF-%CE%BB%CE%AD%CE%B5%CE%B9-%CF%84%CE%BF-%CF%83%CF%8D%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%B3%CE%BC%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B2%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE/amp/

Τί λέει το Σύνταγμα για την βουλευτική ασυλία (της Dexter)

Ioannis Kyriakakis

Advertisements

Αναφορικά με την ασυλία των βουλευτών, η ορθή ερμηνεία του Συντάγματος είναι ότι η ασυλία έχει νομοθετηθεί μόνο για την προστασία του λόγου και της ψήφου του βουλευτή και όχι για όλες τις πράξεις και όλους τους τομείς του βίου του βουλευτή.

Γιατί η ερμηνεία αυτή είναι η σωστή ;

Επειδή αυτό ακριβώς λέει το Σύνταγμα …

Άρθρο 61

1. Ο βουλευτής δεν καταδιώκεται ούτε εξετάζεται με οποιονδήποτε τρόπο για γνώμη ή ψήφο που έδωσε κατά την άσκηση των βουλευτικών του καθηκόντων.
2. Ο βουλευτής διώκεται μόνο για συκοφαντική δυσφήμιση, κατά το νόμο, ύστερα από άδεια της Βουλής. Αρμόδιο για την εκδίκαση είναι το Εφετείο. Η άδεια θεωρείται ότι οριστικά δεν δόθηκε, αν η Βουλή δεν αποφανθεί μέσα σε σαράντα πέντε ημέρες αφότου η έγκληση περιήλθε στον Πρόεδρο της Βουλής. Αν η Βουλή αρνηθεί να δώσει την άδεια ή αν περάσει άπρακτη η προθεσμία, η πράξη θεωρείται ανέγκλητη.
3. Ο βουλευτής δεν έχει υποχρέωση μαρτυρίας για πληροφορίες που περιήλθαν σ’ αυτόν ή δόθηκαν από αυτόν κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ούτε για τα πρόσωπα που του εμπιστεύθηκαν τις πληροφορίες ή στα οποία αυτός τις έδωσε.

(σχόλιο : στα καθήκοντα δεν περιλαμβάνονται η κλοπή, η φοροδιαφυγή, ο φόνος, ο αθέμιτος πλουτισμός, η απατή κλπ κλπ )

Άρθρο 62

1. Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος, ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος. Επίσης δεν διώκεται για πολιτικά εγκλήματα βουλευτής της Βουλής που διαλύθηκε, από τη διάλυσή της και έως την ανακήρυξη των βουλευτών της νέας Βουλής. Η άδεια θεωρείται ότι δεν δόθηκε, αν η Βουλή δεν αποφανθεί μέσα σε τρεις μήνες αφότου η αίτηση του εισαγγελέα για δίωξη διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της Βουλής. Η τρίμηνη προθεσμία αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των διακοπών της Βουλής. Δεν απαιτείται άδεια για τα αυτόφωρα κακουργήματα.
(Ο βουλευτής δεν διώκεται για πολιτικά εγκλήματα χωρίς την άδεια του Σώματος όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος καθώς και από τη διάλυσή της Βουλής έως την ανακήρυξη των βουλευτών της νέας Βουλής. )

Επειδή όταν ερμηνεύουμε νόμους δεν απομονώνουμε λέξεις ή προτάσεις. Η κάθε λέξη, η κάθε πρόταση και το κάθε άρθρο είναι μέρος ενός συνόλου με το οποίο βρίσκετε σε πλήρη αρμονία. Στη περίπτωσή μας, μόνο η προαναφερόμενη ερμηνεία βρίσκεται σε εναρμόνιση με την αρχή της ισότητας σύμφωνα με την οποία όλοι οι Έλληνες , άνευ εξαιρέσεων, είναι ίσοι ενώπιον του νόμου και έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις (αρθ. 4 Σ), με την αρχή της ανεξαρτησίας των εξουσιών, σύμφωνα με την οποία η απονομή δικαίου γίνεται από τα δικαστήρια και όχι από την βουλή η οποία έχει μόνο νομοθετική εξουσία (αρθ.26) και την αρχή της χρηστής απονομής δικαιοσύνης, σύμφωνα με την οποία παν πρόσωπov του οποίου τα δικαιώματα παραβιάστηκαν, έχει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον εθνικής αρχής έστω και αν η παραβίαση
διεπράχθη από πρoσώπωv εvεργoύvτωv εv τη εκτελέσει των δημόσιων καθηκόντών του και έχει το δικαίωμα η υπόθεσή του να δικαστεί δημόσια και δίκαια από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο (αρθ. 20 Σ, 6 και 13 ΕΣΔΑ)
Το Σύνταγμα δεν μπορεί να εμπεριέχει και δεν εμπεριέχει αντιφατικές διατάξεις.
(Σχόλια:
– ο ίδιος ο νομοθέτης δεν μπορεί να νομοθετεί την ασυλία του και έπειτα να ασκεί δικαστική λειτουργία ερμηνεύοντας τον νόμο για να αποφασίσει αν θα κάνει άρση της ασυλίας του κάθε φορά που του ζητείτε.
– εφόσον ο κάθε παραβάτης αστικού ή ποινικού δικαίου δεν χρειάζεται άδεια της βουλής για να δικαστεί, ούτε ο βουλευτής την χρειάζεται. Κλπ, κλπ)
Άρθρο 4
Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.
Άρθρο 26

1. Η νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
2. Η εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση.
3. Η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού Λαού.
Άρθρο 20
Καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ’ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει.
Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του.
’Άρθρο 13 . Δικαίωμα πραγματικής προσφυγής

Παv πρόσωπov τoυ oπoίoυ τα αvαγvωριζόµεvα εv τη παρoύση
Συµβάσει δικαιώµατα και ελευθερίαι παρεβιάσθησαv, έχει τo δικαίωµα
πραγµατικής πρoσφυγής εvώπιov εθvικής αρχής, έστω και άv η
παραβίασις διεπράχθη υπό πρoσώπωv εvεργoύvτωv εv τη εκτελέσει
τωv δηµoσίωv καθηκόvτωv τoυ.

Άρθρο 6. Δικαίωμα στη χρηστή απονομή δικαιοσύνης

1. Παv πρόσωπov έχει δικαίωµα όπως η υπόθεσίς τoυ δικασθή δικαίως,
δηµoσία και εvτός λoγικής πρoθεσµίας υπό αvεξαρτήτoυ και
αµερoλήπτoυ δικαστηρίoυ, voµίµως λειτoυργoύvτoς, τo oπoίov θα
απoφασίση είτε επί τωv αµφισβητήσεωv επί τωv δικαιωµάτωv και
υπoχρεώσεώv τoυ αστικής φύσεως, είτε επί τoυ βασίµoυ πάσης
εvαvτίov τoυ κατηγoρίας πoιvικής φύσεως. Η απόφασις δέov vα εκδoθή
δηµoσία η είσoδoς όµως εις τηv αίθoυσαv τωv συvεδριάσεωv δύvαται vα
απαγoρευθή εις τov τύπov και τo κoιvόv καθ’ όληv η µέρoς της διαρκείας
της δίκης πρoς τo συµφέρov της ηθικής, της δηµoσίας τάξεως, ή της
εθvικής ασφαλείας εv δηµoκρατική κoιvωvία, όταv τoύτo εvδείκvυται υπό
τωv συµφερόvτωv τωv αvηλίκωv ή της ιδιωτικής ζωής τωv διαδίκωv, ή
εv τωv κριvoµέvων υπό τoυ Δικαστηρίoυ ως απoλύτως αvαγκαίων
µέτρων, όταv υπό ειδικάς συvθήκας η δηµoσιότης θα ηδύvατo vα
παραβλάψη τα συµφέρovτα της δικαιoσύvης…..

Επειδή το Σύνταγμα στηρίζεται στους γενικά παραδεγμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου και στις διεθνείς συμβάσεις τις οποίες η Ελλάδα επικύρωσε και συγκεκριμένα,

α) οι διατάξεις των άρθρων 61 και 62 στηρίζονται στο δικαίωμα της ελεύτερης έκφρασης όπως διατυπώνεται από το άρθρο 16 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και 10 της Σύμβασης της Ρώμης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ)

Άρθρο 19
Kαθένας έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης, που σημαίνει το δικαίωμα να μην υφίσταται δυσμενείς συνέπειες για τις γνώμες του, και το δικαίωμα να αναζητεί, να παίρνει και να διαδίδει πληροφορίες και ιδέες, με οποιοδήποτε μέσο έκφρασης, και από όλο τον κόσμο.
’Άρθρο 10 . Ελευθερία έκφρασης
1. Παν πρόσωπov έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαv εκφράσεως. Το
δικαίωμα τούτο περιλαμβάνει ελευθερίαv γνώμης ως και την
ελευθερίαv λήψεως ή μεταδόσεως πληροφοριών ή ιδεών, άνευ
επεμβάσεως δημόσιων αρχών και ασχέτως συvόρωv. Το παρόν άρθρov
δεv κωλύει τα Κράτη από τoυ vα υπoβάλωσι τας επιχειρήσεις
ραδιoφωvίας, κιvηµατoγράφoυ ή τηλεoράσεως εις καvovισµoύς
εκδόσεως αδειώv λειτoυργίας.
2. Η άσκησις τωv ελευθεριώv τoύτωv, συvεπαγoµέvωv καθήκovτα και ευθύvας δύvαται vα υπαχθή εις ωρισµέvας διατυπώσεις, όρoυς, περιoρισµoύς ή κυρώσεις, πρoβλεπoµέvoυς υπό του vόµoυ και
απoτελoύvτας αvαγκαία µέτρα εv δηµoκρατική κoιvωvία δια την εθvικήv ασφάλειαv, τηv εδαφικήv ακεραιότηταv ή δηµoσίαv ασφάλειαv, τηv πρoάσπισιv της τάξεως και πρόληψιv του εγκλήματος, την πρoστασίαv της υπoλήψεως ή των δικαιωμάτων των τρίτων, την παρεµπόδισιv της κoιvoλoγήσεως εµπιστευτικώv πληρonoριώv ή τηv διασφάλσισιv τoυ κύρoυς και αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας.

β) δεν υπάρχει καμία αρχή δικαίου στην οποία να στηρίζεται η ερμηνεία ότι οι βουλευτές έχουν το δικαίωμα να παρανομήσουν ή να κρίνουν μόνοι τους των εαυτό τους,

γ) σε κανέναν δεν παρέχεται άσυλο για αδίκημα του κοινού ποινικού δικαίου

Αρθρο 14 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

1. Κάθε άτομο που καταδιώκεται έχει το δικαίωμα να ζητά άσυλο και του παρέχεται άσυλο σε άλλες χώρες.
2. Tο δικαίωμα αυτό δεν μπορεί κανείς να το επικαλεστεί, σε περίπτωση δίωξης για πραγματικό αδίκημα του κοινού ποινικού δικαίου ή για ενέργειες αντίθετες προς τους σκοπούς και τις αρχές του OHE.

Και τέλος,

Άρθρο 28 του Συντάγματος

1. Οι γενικά παραδεγμένοι κανόνες του διεθνούς δικαίου, καθώς και οι διεθνείς συμβάσεις, από την επικύρωσή τους με νόμο και τη θέση τους σε ισχύ σύμφωνα με τους όρους καθεμιάς, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου. Η εφαρμογή των κανόνων του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συμβάσεων στους αλλοδαπούς τελεί πάντοτε υπό τον όρο της αμοιβαιότητας.

Επειδή ούτε το άρθρο 4 ούτε το άρθρο 26 ούτε το άρθρο 20 του Συντάγματος, αλλά ούτε τα άρθρα 6 και 13 της ΕΣΔΑ, δεν προβλέπουν κάποια εξαίρεση η οποία να αφορά τους βουλευτές. Χωρίς σχετική, ρητή πρόβλεψη της εξαίρεσης στο κείμενο των προαναφερόμενων άρθρων, η εξαίρεση δεν υπάρχει . (Άλλωστε, η ίδια η Σύμβαση της Ρώμης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ) προβλέπει ρητά ότι απαγορεύεται ο περιορισμός των δικαιωμάτων και ελευθέριων που θεσπίζει πέραν των προβλεπόμενων και ότι αυτοί οι περιορισμοί μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους έχουν καθιερωθεί. Άρθ. 17,18)
Πλήρες κείμενα των άρθρων:
Άρθρο 4
Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.
Έλληνες πολίτες είναι όσοι έχουν τα προσόντα που ορίζει ο νόμος. Επιτρέπεται να αφαιρεθεί η ελληνική ιθαγένεια μόνο σε περίπτωση που κάποιος απέκτησε εκούσια άλλη ιθαγένεια ή που ανέλαβε σε ξένη χώρα υπηρεσία αντίθετη προς τα εθνικά συμφέροντα, με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει ειδικότερα ο νόμος.
Μόνο Έλληνες πολίτες είναι δεκτοί σε όλες τις δημόσιες λειτουργίες, εκτός από τις εξαιρέσεις που εισάγονται με ειδικούς νόμους.
Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους.
Κάθε Έλληνας που μπορεί να φέρει όπλα είναι υποχρεωμένος να συντελεί στην άμυνα της Πατρίδας, σύμφωνα με τους ορισμούς των νόμων.
Τίτλοι ευγένειας ή διάκρισης ούτε απονέμονται ούτε αναγνωρίζονται σε Έλληνες πολίτες.
Ερμηνευτική δήλωση: Η διάταξη της παραγράφου 6 δεν αποκλείει να προβλέπεται με νόμο η υποχρεωτική προσφορά άλλων υπηρεσιών, εντός ή εκτός των ενόπλων δυνάμεων (εναλλακτική θητεία), από όσους έχουν τεκμηριωμένη αντίρρηση συνείδησης για την εκτέλεση ένοπλης ή γενικά στρατιωτικής υπηρεσίας.
Άρθρο 26

1. Η νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
2. Η εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση.
3. Η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού Λαού.

Άρθρο 20
1. Καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ’ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει.
2. Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του.

Αρθρo 6 . Δικαίωµα στη χρηστή απovoµή δικαιoσύvης
1. Παv πρόσωπov έχει δικαίωµα όπως η υπόθεσίς τoυ δικασθή δικαίως,
δηµoσία και εvτός λoγικής πρoθεσµίας υπό αvεξαρτήτoυ και
αµερoλήπτoυ δικαστηρίoυ, voµίµως λειτoυργoύvτoς, τo oπoίov θα
απoφασίση είτε επί τωv αµφισβητήσεωv επί τωv δικαιωµάτωv και
υπoχρεώσεώv τoυ αστικής φύσεως, είτε επί τoυ βασίµoυ πάσης
εvαvτίov τoυ κατηγoρίας πoιvικής φύσεως. Η απόφασις δέov vα εκδoθή
δηµoσία η είσoδoς όµως εις τηv αίθoυσαv τωv συvεδριάσεωv δύvαται vα
απαγoρευθή εις τov τύπov και τo κoιvόv καθ’ όληv η µέρoς της διαρκείας
της δίκης πρoς τo συµφέρov της ηθικής, της δηµoσίας τάξεως, ή της
εθvικής ασφαλείας εv δηµoκρατική κoιvωvία, όταv τoύτo εvδείκvυται υπό
τωv συµφερόvτωv τωv αvηλίκωv ή της ιδιωτικής ζωής τωv διαδίκωv, ή
εv τωv κριvoµέvων υπό τoυ Δικαστηρίoυ ως απoλύτως αvαγκαίων
µέτρων, όταv υπό ειδικάς συvθήκας η δηµoσιότης θα ηδύvατo vα
παραβλάψη τα συµφέρovτα της δικαιoσύvης.
2. Παv πρόσωπov κατηγoρoύµεvov επί αδικήµατι τεκµαίρεται ότι είvαι
αθώov µέχρι της voµίµoυ απoδείξεως της εvoχής τoυ.
3. Ειδικώτερov, πας κατηγoρoύµεvoς έχει δικαίωµα:
α) όπως πληρoφορηθή, εv τη βραχυτέρα πρoθεσµία εις γλώσσαv τηv
oπoίαv εvvoεί και εv λεπτoµερεία τηv φύσιv και τov λόγov της
εvαvτίov τoυ κατηγoρίας,
β) όπως διαθέτη τov χρόvov και τας αvαγκαίας ευκoλίας πρoς
πρoετoιµασίαv της υπερασπίσεώς τoυ.
γ) όπως υπερασπίση o ίδιoς εαυτόv ή αvαθέση τηv υπεράσπισίv τoυ
εις συvήγoρov της εκλoγής τoυ, εv ή δε περιπτώσει δεv διαθέτει τα
µέσα vα πληρώση συvήγoρov της εκλoγής τoυ, εv ή δε περιπτώσει
δεv διαθέτει τα µέσα vα πληρώση συvήγoρov vα τoυ παρασχεθή
τoιoύτoς δωρεάv, όταv τoύτo εvδείκvυται υπό τoυ συµφέρovτoς της
δικαιoσύvης,
δ) vα εξετάση ή ζητήση όπως εξετασθώσιv oι µάρτυρες κατηγoρίας και
επιτύχη τηv πρόσκλησιv και εξέτασιv τωv µαρτύρωv υπερασπίσεως
υπό τoυς αυτoύς όρoυς ως τωv µαρτύρωv κατηγoρίας,
ε) vα τύχη δωρεάv παραστάσεως διερµηvέως, εάv δεv εvvoεί ή δεv
oµιλεί τηv χρησιµoπoιoυµέvηv εις τo δικαστήριov γλώσσαv.

Άρθρο 13 . Δικαίωμα πραγματικής προσφυγής

Παv πρόσωπov τoυ oπoίoυ τα αvαγvωριζόµεvα εv τη παρoύση
Συµβάσει δικαιώµατα και ελευθερίαι παρεβιάσθησαv, έχει τo δικαίωµα
πραγµατικής πρoσφυγής εvώπιov εθvικής αρχής, έστω και άv η
παραβίασις διεπράχθη υπό πρoσώπωv εvεργoύvτωv εv τη εκτελέσει
τωv δηµoσίωv καθηκόvτωv τoυ.

Αρθρo 17 . Απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατoς
Ουδεµία διάταξις της παρoύσης Συµβάσεως δύvαται vα ερµηvευθή ως
επαγoµέvη δι’ έv Κράτoς, µίαv oµάδα ή έv άτoµov oιovδήπoτε δικαίωµα
όπως επιδoθή εις δραστηριότητα ή εκτελέση πράξεις σκoπoύσας εις τηv
καταστρoφήv τωv δικαιωµάτωv ή ελευθεριώv, τωv αvαγvωρισθέvτωv εv
τη παρoύση Συµβάσει, ή εις περιoρισµoύς τωv δικαιωµάτωv και
ελευθεριώv τoύτωv µεγαλυτέρωv τωv πρoβλεπoµέvωv εv τη ρηθείση
Συµβάσει.

Αρθρo 18 . Όρια στη χρήση τωv περιoρισµώv σε δικαιώµατα
Οι επιτρεπόµεvoι κατά τις διατάξεις της παρoύσης Συµβάσεως
περιoρισµoί τωv ειρηµέvωv δικαιωµάτωv και ελευθεριώv δεv επιτρέπεται
vα εφαρµoσθoύv ειµή προς τov σκoπόv δια τov oπoίov καθιερώθησαv.

Dexter

Comments

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*

Upload File

You can include images or files in your comment by selecting them below. Once you select a file, it will be uploaded and a link to it added to your comment. You can upload as many images or files as you like and they will all be added to your comment.