ΑΙΣΧΡΟΝ ΕΣΤΙ ΣΙΓΑΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΑΣΗΣ ΑΔΙΚΟΥΜΕΝΗΣ.
ΜΗΤΡΟΣ ΤΕ ΚΑΙ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΤΙΜΙΩΤΕΡΟΝ ΕΣΤΙ Η ΠΑΤΡΙΣ.
Σχόλιο GMR: Πριν από την δημοσίευση ολόκληρης αυτής της ανάλυσης, θα έπρεπε ο συγγραφέας να κάνει το απλό βασικό ερώτημα (που περιέχεται στο άρθρο), στον εαυτό του και να δημοσιεύσει την ερώτηση και την απάντηση του εαυτού του, κάπου μέσα στο άρθρο του, δηλαδή: “Επί του βασικού ερωτήματος του άρθρου μου “Γιατί δεν καταφέρνουμε να οργανώσουμε ένα συνεκτικό και πολιτικά ισχυρό κοινωνικό μέτωπο;“, τι έχω εγώ πράξει;”
Αυτή η απάντηση που θα δωσετε στον εαυτό σας, μας ενδιαφέρει κύριε Ανδρουλιδάκη, οι δικαιολογίες των άλλων, αφορούν εργαζόμενα άτομα που δουλεύουν στη δουλειά και στο σπίτι εξοντωτικά και δεν αντέχουν ούτε να σκεφτούν “Γιατί δεν καταφέρνουμε να οργανώσουμε ένα συνεκτικό και πολιτικά ισχυρό κοινωνικό μέτωπο;”.
Οι άνθρωποι όμως που έχουν χρόνο και αρθρογραφούν, αυτοί πρώτοι θα πρέπει να απαντήσουν στο τι πράττουν προκειμένου να “οργανώσουμε ένα συνεκτικό και πολιτικά ισχυρό κοινωνικό μέτωπο”.
Υστερόγραφο: Και φυσικά, χρειάζεται στοιχειώδης διάθεση συζήτησης για συνέργειες, πράγμα που δεν έχουμε δει από την πλευρά της συλλογικότητάς σας.
_.
Αντώνης Ανδρουλιδάκης, 19 Ιουλίου 2025
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ
Σ’ ένα μικρό σπίτι στη Θεσσαλονίκη, τρεις γενιές κάθονται γύρω από το τραπέζι. Η γιαγιά, 94 ετών, μιλά για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες: «Μας έδιωξαν μέσα στη νύχτα… η μάνα μου πέθανε στο καράβι… δεν το ξανάπα ποτέ…». Ήταν πρόσφυγας από τη Σμύρνη. Η κόρη της χαμηλώνει το βλέμμα. «Εγώ έζησα μέσα στο φόβο… φίλοι μου βασανίστηκαν στη Χούντα, κανείς δεν μας προστάτεψε…».
Η εγγονή, 35 ετών, μόλις γύρισε από την Αγγλία, όπου μετανάστευσε μετά τα Μνημόνια. Μιλάει για τις κρίσεις πανικού που την ταλαιπωρούσαν για χρόνια και πως η ψυχοθεραπεία την βοήθησε να τις διαχειριστεί κι ύστερα κάπως μονολογεί «Δεν άντεχα να σκέφτομαι πως ο πατέρας μου πέθανε από εγκεφαλικό επειδή δεν υπήρχε διαθέσιμο κρεβάτι εντατικής. Και τώρα που γύρισα, βλέπω μια χώρα ίδια, μην σου πω χειρότερη, σαν παγωμένη στο χρόνο…».
Δίπλα της κάθεται ο σύντροφός της, που γνώρισε στο Λονδίνο. Γεννήθηκε στην Κύπρο, παιδί οικογένειας πρόσφυγα από την Κερύνεια. «Το σπίτι μας είναι ακόμη εκεί, αλλά το περικυκλώνουν στρατιώτες. Ο πατέρας μου πέθανε χωρίς να το ξαναδεί…».
Τέσσερις άνθρωποι, τέσσερις εποχές – Σμύρνη, Χούντα, Μνημόνια, Κύπρος – με ένα κοινό νήμα: μια πληγή που ποτέ δεν γιατρεύτηκε.
Η Κρυφή Δομή του Ιστορικού Τραύματος
Η κοινωνική ψυχολογία ονομάζει αυτό το φαινόμενο Historical Trauma – Ιστορικό Τραύμα. Πρόκειται για συλλογικές πληγές που, όταν δεν βρίσκουν έκφραση, μεταδίδονται διαγενεακά. Η Dr. Maria Yellow Horse Brave Heart ανέλυσε αυτό τον “κύκλο πένθους” στους ιθαγενείς Lakota.
Ο Erik Erikson, μελετώντας τα στάδια της συλλογικής ταυτότητας, προειδοποιεί: όταν μια κοινωνία δεν απαντήσει στο ερώτημα «ποιοι είμαστε», πέφτει σε σύγχυση “ρόλων”, σε κρίση νοήματος, σε διαρκή αστάθεια. Στην Ελλάδα αυτή η κρίση είναι πιο έντονη γιατί συνοδεύεται από, το βάρος ενός αρχαίου παρελθόντος, ιδανικοποιημένου και απρόσιτου, μια νεότερη Ιστορία γεμάτη τραύματα (Κατοχή, Εμφύλιος, Κύπρος, Μνημόνια, φυσικές καταστροφές και τραγωδίες όπως το Μάτι ή τα Τέμπη) και μια σύγχυση ταυτότητας ανάμεσα στη Δύση και στην Ανατολή, στην «προοδευμένη» Ευρώπη και τα «καθυστερημένα» Βαλκάνια, στον ατομοκεντρισμό και στον κολεκτιβισμό, στην νεωτερικότητα και στην θρησκοληψία κ.α. Όλο αυτό εντείνει την αδυναμία να καθορίσουμε τι σημαίνει “Έλληνας” σήμερα – κληρονόμος ενός πολιτισμού ή θύμα της Ιστορίας και προκαλεί αβεβαιότητα για το μέλλον, γιατί δεν υπάρχει ενιαίο συλλογικό αφήγημα που να δίνει προσανατολισμό. Όπως θα έλεγε ο Erikson, η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε παρατεταμένη “νεανική” σύγχυση ρόλων: δοκιμάζει διαρκώς διαφορετικές ταυτότητες (ευρωπαϊκή, βαλκανική, κοσμοπολίτικη), χωρίς να σταθεροποιείται. Και αυτή η αστάθεια τροφοδοτείται από το Ιστορικό Τραύμα: όταν η Ιστορία δεν έχει αφήγηση και κλείσιμο, η ταυτότητα μένει μετέωρη και διχασμένη. Ο Volkan το περιγράφει ως τραυματική ακινησία: όταν η κοινωνία έχει μάθει ότι η αδικία είναι διαρκής και η δικαιοσύνη ανέφικτη, το πένθος “παγώνει” και γίνεται σιωπή.
Αυτός ο ψυχικός διχασμός δεν επιλύεται με επιφανειακά πολιτικά προγράμματα. Χρειάζεται συλλογική αναγνώριση, αφήγηση και θεραπεία.
Αλλά, χρειάζεται πριν απ’ όλα επίγνωση. Επίγνωση των ψυχολογικών και συμπεριφορικών αντιδράσεων [Historical Trauma Response (HTR)], των συμπτωμάτων, που παρουσιάζουν τα μέλη ενός λαού ή μιας κοινότητας ως αποτέλεσμα τραυματικών ιστορικών γεγονότων που συνέβησαν στο παρελθόν, αλλά συνεχίζουν να επηρεάζουν τη συλλογική ψυχοσύνθεση στο παρόν.
Τα Συμπτώματα του Ιστορικού Τραύματος στην Ελλάδα σήμερα.
α) Βαθύ Πένθος χωρίς Δημόσια Επεξεργασία
Απώλειες όπως η Μικρασία, ο Εμφύλιος, η Κύπρος, αλλά και οι σύγχρονες τραγωδίες (Μάτι, Μάνδρα, Τέμπη) δεν θρηνήθηκαν συλλογικά. Δεν αναγνωρίστηκαν, δεν δικαιώθηκαν. Το πένθος έγινε ιδιωτικό και σιωπηλό, και μεταφέρθηκε στις επόμενες γενιές σαν ψυχική κληρονομιά. Για παράδειγμα, έπρεπε να δοθεί μεγάλος αγώνας για να αναγνωριστεί από το Ελληνικό Κοινοβούλιο η Γενοκτονία των Ποντίων, ενώ ο Φάκελος της Κύπρου παραμένει ακόμη «μισάνοιχτος».
β) Κατάθλιψη και Απώλεια Ελπίδας
Αίσθημα ματαιότητας, φυγή στο εξωτερικό, πολιτική αποχή. Η φράση «τίποτα δεν αλλάζει» έγινε αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Μετά τα Μνημόνια, και ιδιαίτερα μετά το δημοψήφισμα του 2015, η απογοήτευση εδραιώθηκε ως εθνική ψυχική στάση. Οι δραματικές «πρωτιές» της χώρας -σε διάφορες ευρωπαϊκές και παγκόσμιες κατατάξεις- για την κατάθλιψη, το στρες και την κατανάλωση ψυχοφαρμάκων το επιβεβαιώνουν.
γ) Διχασμός και Αδυναμία Συλλογικής Δράσης
Το τραύμα του Εμφυλίου δεν έχει επουλωθεί. Ακόμη και μετά τα Τέμπη, οι φωνές δεν ενώθηκαν. Οι κοινότητες δεν βρίσκουν τρόπο να δράσουν ενιαία. Ο διχασμός είναι ορατός σε κάθε πολιτική συζήτηση, σε κάθε κοινωνική πρωτοβουλία.
δ) Χαμηλή Αυτοεκτίμηση – Εσωτερικευμένη Ενοχή
Η ενοχοποιητική κοινωνική μηχανική έχει κάνει καλά τη δουλειά της. Από το «όλοι μαζί τα φάγαμε», στο «όλοι μαζί τους σκοτώσαμε». «Φταίμε κι εμείς», «έτσι είμαστε», «δεν αξίζουμε καλύτερα». Η αυτοεικόνα του Έλληνα είναι διασπασμένη: άλλοτε (ψευτο) υπερηφάνεια, άλλοτε αυτοϋποτίμηση. Αυτή η εσωτερικευμένη ενοχή γεννά παραίτηση και αποδοχή του “λίγου”. Αλλά από κάτω υποβόσκει το χρόνιο συλλογικό αίσθημα κατωτερότητας απέναντι στη Δύση, η υπερβολική αναζήτηση εξωτερικής επιβεβαίωσης (έχουμε γίνει ρεζίλι διεθνώς), η αυτοϋποτίμηση στην καθημερινή γλώσσα με εκφράσεις: «Έλληνας είσαι, τι περιμένεις;», «Μόνο στην Ελλάδα αυτά», «Ο Έλληνας δεν αλλάζει», «Τέτοιος λαός που είμαστε αυτά μας αξίζουν», η αδιαφορία για τη δημόσια αισθητική & φροντίδα του δημόσιου χώρου, δηλαδή εσωτερικευμένη αίσθηση ότι «δεν μας αξίζει κάτι καλύτερο», ο διαδεδομένος κυνισμός και αυτο-ακυρωτικός λόγος, με φράσεις όπως: «Όλοι ίδιοι είναι», «Δεν αλλάζει τίποτα», «Και τι να κάνεις;», «δεν έχει νόημα», «και ποιο το όφελος;» και, εν τέλει, παραίτηση από τη συμμετοχή, ως συνέπεια της αίσθησης ότι δεν αξίζουμε συλλογικά βελτίωση.
ε) Αναζήτηση Σωτήρων
Αντί για αυτο-οργάνωση και ανάληψη της ενήλικης ευθύνης, οι πολίτες αναζητούν “πατερούληδες”, χαρισματικούς ηγέτες, ή εξωτερικούς σωτήρες (ΕΕ, ΗΠΑ). Η επανάληψη αυτού του μοτίβου οδηγεί διαρκώς στη ματαίωση.
Στ) Αυτοκαταστροφικές και επιθετικές Συμπεριφορές
Αύξηση εξαρτήσεων (ο τζόγος στην Ελλάδα αγγίζει το 10% του ΑΕΠ), κατανάλωσης ψυχοφαρμάκων, ενδοοικογενειακής βίας και αυτοκτονιών. Όταν δεν υπάρχει πολιτικός ή συλλογικός δρόμος έκφρασης, η βία γυρίζει προς τα μέσα.
Το Τραύμα ως Πολιτικό Υπόστρωμα
Φαίνεται έτσι, ότι η θεωρία του Ιστορικού Τραύματος μπορεί να μας δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις στα ερωτήματα που ρητά ή άρρητα απασχολούν όποιον νοιάζεται πραγματικά για τον τόπο μας.
α) Η Πολιτική Απάθεια / Αδράνεια / Αποχή συναρτάται με την Αποσύνδεση – Κοινωνική Απόσυρση. Η πολιτική αποχή δεν είναι μόνο αδιαφορία, αλλά ψυχικό σύμπτωμα συλλογικής ματαίωσης. Όταν οι προηγούμενες γενιές βίωσαν διαδοχικές προδοσίες (π.χ. Εμφύλιος, Χούντα, Μνημόνια), η πίστη ότι η πολιτική μπορεί να αλλάξει κάτι κατέρρευσε. Η απάθεια είναι ένας μηχανισμός άμυνας, παρόμοιος με το “emotional numbing” στα θύματα PTSD: αν αποσυνδεθείς, δεν θα ξαναπληγωθείς.
β) Η «Επιλογή» Φεουδαρχικού / Πελατειακού Τρόπου Διακυβέρνησης συναρτάται με την Διαγενεακή Μετάδοση Τραύματος / Αυτοκαταστροφή. Η προσκόλληση σε πελατειακές σχέσεις είναι μια αμυντική ταύτιση με τον καταπιεστή, ένα μοτίβο συχνό σε αποικιοκρατούμενες κοινωνίες. Όταν το κράτος δεν λειτουργεί για όλους, η «προστασία» από έναν «ισχυρό» (πολιτικό, τοπικό άρχοντα) είναι υποκατάστατο της ασφάλειας. Αυτή η πρακτική αναπαράγεται γιατί κληρονομήθηκε ως ο μόνος τρόπος επιβίωσης.
γ) Η αναζήτηση Πολιτικών «Σωτήρων» συναρτάται με το Βαθύ Πένθος και τον Εσωτερικευμένο Πόνο / Κατάθλιψη. Όταν η συλλογική ταυτότητα έχει υποστεί πολλαπλές ήττες χωρίς αναγνώριση, αναζητείται μια πατρική φιγούρα εξιδανικευμένη — ένας «σωτήρας» που θα «διορθώσει το παρελθόν». Πρόκειται για συλλογικό αμυντικό μηχανισμό: η ελπίδα μεταφέρεται σε εξωτερικό υποκείμενο, γιατί το τραύμα έχει διαλύσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό (ατομικά και συλλογικά).
δ) Η Απουσία Κράτους Δικαίου / Ανοχή στη Διαφθορά συναρτάται με την Αποδοχή βίας / αποσταθεροποίηση θεσμών. Η συλλογική ανοχή στη διαφθορά είναι αποτέλεσμα συστημικού τραύματος. Όταν οι θεσμοί ιστορικά δεν προστάτευαν τον πολίτη (π.χ. διώξεις, βασανιστήρια, κρατική αδικία), χάνεται η πίστη ότι ο νόμος είναι αμερόληπτος. Το «έτσι λειτουργεί το σύστημα» γίνεται νοητικό σχήμα επιβίωσης, όχι ένδειξη αρετής.
ε) Η Αποδοχή από τον Λαό της Μνημονιακής «Ευρωκρατίας» συναρτάται με την Απώλεια νοήματος / Συλλογική Αυτοακύρωση. Η «ευρωκρατία» βιώνεται σχεδόν ως παράδοξη λύτρωση: εφόσον «εμείς αποτύχαμε», ας μας σώσουν «οι άλλοι». Αυτή είναι μορφή εσωτερικευμένης μειονεξίας, τυπική σε κοινωνίες με ιστορικά τραύματα αποικιοποίησης ή αποτυχίας κρατικής συγκρότησης. Η αποδοχή εξωτερικής επιτήρησης μοιάζει με συλλογική παραίτηση από την κυριαρχία, για να αποφευχθεί το βάρος της ευθύνης. Η Ελλάδα εσωτερίκευσε για δεκαετίες το αίσθημα κατωτερότητας απέναντι στη Δύση. Αυτό οδηγεί σε αυτο-αποικιοποίηση: το να εκχωρούμε κυριαρχία για να γίνουμε “επιτέλους Ευρωπαίοι” και “κανονικοί”. Αυτό δεν είναι ρεαλιστική επιλογή, αλλά τραυματική ανάγκη επιβεβαίωσης. Είναι ο αποικιοποιημένος ψυχισμός που αποζητά έγκριση από τον πρώην κυρίαρχο.
στ) Γιατί δεν καταφέρνουμε να οργανώσουμε ένα συνεκτικό και πολιτικά ισχυρό κοινωνικό μέτωπο;
Η διαγενεακή εσωτερίκευση του διχασμού (Εμφύλιος, Δεκεμβριανά, Χούντα, Μνημόνια) οδηγεί σε διάχυτη καχυποψία και φόβο του “άλλου”, ακόμη και στο εσωτερικό των αγώνων. Το τραύμα εμποδίζει τη συλλογική συνεννόηση. Το τραύμα διχάζει πριν καν συζητήσουμε το περιεχόμενο της σύγκρουσης.
ζ) Τι νόημα έχει η πολιτική ενασχόληση σε μια κοινωνία που δεν αλλάζει;
Το αίσθημα της ανημπόριας, της «μαθημένης αβοηθησίας» και της ήττας είναι τυπικά συμπτώματα του ιστορικού τραύματος. Το άτομο δεν είναι αδιάφορο – είναι συναισθηματικά αποκομμένο, «παγωμένο». Η αίσθηση ότι «τίποτα δεν αλλάζει» δεν είναι διαπίστωση, είναι σύμπτωμα του Ιστορικού Τραύματος.
η) Γιατί βιώνει τόσο μεγάλο μέρος του πληθυσμού έντονη ψυχική δυσφορία, χωρίς όμως να αναγνωρίζεται συλλογικά ως “κρίση ψυχικής υγείας”;
Η ψυχική δυσφορία στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα η καταθλιπτική συμπτωματολογία ή το υψηλό στρες δεν είναι μόνο ατομική, αλλά συλλογικά εγγεγραμμένη — ως απόρροια από γενιές τραυματικών εμπειριών (κατοχή, εμφύλιος, μετανάστευση, χούντα, οικονομική κρίση, απαξίωση). Αντί να εκφραστεί ως κοινή φροντίδα ή συλλογική ίαση, παθολογικοποιείται και ιδιωτικοποιείται: «είναι δικό μου πρόβλημα», «ας πάρω χάπια», «ας κάνω ψυχοθεραπεία μόνος μου». Επίσης, η ελληνική κοινωνία δεν «έχει» δημόσιο χώρο πένθους ή ψυχικής επεξεργασίας. Αυτό μετατρέπει τη θλίψη σε ντροπή, την οργή σε κατάθλιψη, και τον φόβο σε κυνισμό, ενώ η συνεχής εναλλαγή κρίσεων ανανεώνει/«ενυδατώνει» το τραύμα και μπλοκάρει την ίαση.
θ) Γιατί η Ελλάδα δεν παράγει; Ή γιατί έχει παραμείνει μια εξαρτημένη, παρασιτική και μη παραγωγική οικονομία;
Αυτό είναι από τα πιο επίμονα και κρίσιμα ερωτήματα για την πορεία της χώρας — και το Ιστορικό Τραύμα προσφέρει μια ψυχο-πολιτική οπτική που υπερβαίνει τις κλασικές οικονομικές εξηγήσεις. Το ερώτημα “Γιατί η χώρα δεν παράγει;” δεν απαντάται μόνο με macro-οικονομικούς δείκτες. Απαντάται και με όρους ψυχικού υποστρώματος. Γιατί, όπου η ιστορία ενός λαού έχει χαραχτεί με ήττες, εξαρτήσεις και ταπεινώσεις, η παραγωγή δεν είναι υπόθεση αριθμών — είναι υπόθεση επανακατάκτησης της εμπιστοσύνης στον εαυτό του. Πιο συγκεκριμένα:
Εσωτερίκευση κατωτερότητας / εξαρτημένης ταυτότητας. Η χώρα διαμόρφωσε την οικονομική της ταυτότητα όχι ως δημιουργός, αλλά ως εισαγωγέας/καταναλωτής, όχι μόνο ξένων προϊόντων, αλλά πρωτίστως ξένων προτύπων (δυτικών, κυρίως ευρωπαϊκών).
Το τραυματικό ιστορικό «Δεν μπορούμε μόνοι μας» καλλιεργεί παθητικότητα και εξάρτηση.
Το τραύμα μαθαίνει στον λαό ότι “παραγωγή σημαίνει ρίσκο, αποτυχία, γελοιοποίηση”. Οι εισαγωγές, η κατανάλωση, η παρασιτική πρόσδεση σε κάποιον «δυνατό», η εξασφάλιση μιας θέσης στο Δημόσιο, οι επιδοτήσεις και ο δανεισμός είναι πιο «ασφαλείς».
Διαχρονικός διχασμός μεταξύ «παραγωγών» και «κρατικοδίαιτων ή/και εισοδηματιών».
Η παραγωγική εργασία δεν επιβραβεύτηκε ποτέ κοινωνικά όσο η θέση στο Δημόσιο ή η παρασιτική διασύνδεση με την εξουσία.
Η ιστορική απουσία παραγωγικής παιδείας συνδυάστηκε με την τραυματική σχέση με το κράτος: αυτό οδήγησε σε αποεπένδυση της εμπιστοσύνης στην ίδια τη δημιουργική προσπάθεια.
Έλλειψη σταθερού συλλογικού οράματος. Ένας λαός με τραυματισμένη συλλογική ταυτότητα δεν έχει συνεκτική αφήγηση για το “πού θέλουμε να πάμε ως οικονομία”. Το οικονομικό μοντέλο αλλάζει κάθε 10 χρόνια με βάση εξωτερικές επιταγές και όχι εσωτερικές στοχεύσεις.
Πελατειακή λογική & αμοιβή “πίστης” αντί παραγωγικότητας. Στο τραυματικό μας μοντέλο, η επιβίωση έρχεται όχι από τη δημιουργία, αλλά από τη σύνδεση με δίκτυα εξουσίας. Ένας τέτοιος μηχανισμός διαλύει κάθε έννοια οικονομικού κινήτρου ή καινοτομίας.
Φόβος της αυτονομίας. Η παραγωγή απαιτεί αυτονομία, ρίσκο, μακρόπνοο σχεδιασμό — όλα αυτά όμως αντιβαίνουν στο τραυματικό σενάριο του “καλύτερα να μην τα βάλεις με το σύστημα”. Αντί για δημιουργία, επιλέγεται προσαρμογή, υποταγή και αποφυγή.
Συμπερασματικά, το Ιστορικό Τραύμα εξηγεί γιατί λειτουργούμε με τρόπους που φαίνονται παράλογοι ή αυτοκαταστροφικοί. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για ελαττώματα του συλλογικού μας χαρακτήρα, δεν πρόκειται για το «σκάρτο DNA της φυλής», ούτε για κάποιου είδους «εθνική κατάρα», αλλά για μηχανισμούς επιβίωσης μιας πολυ-τραυματισμένης συλλογικότητας.
Είναι αυτό το χρόνιο συλλογικό μας πένθος που δεν έχει εκφραστεί, που έχει παραμείνει ανείπωτο και κατέστη πυρήνας του ιστορικού τραύματος, αποκτώντας πολιτική, κοινωνική, οικονομική και ψυχοσωματική διάσταση.
Και κάπως έτσι, χωρίς την έκφραση του συλλογικού πένθους, δεν υπάρχει και αφήγηση αποκατάστασης του Τραύματος, δηλαδή δεν υπάρχει πιθανότητα μιας “θεραπείας”. Γιατί, το τραύμα δεν αφαιρεί τη δυνατότητα αλλαγής – απλώς χρειάζεται πρώτα αφήγηση, μετά θεραπεία και ύστερα πολιτική πράξη.
Άρα, για αρχή, αντί να ρωτάμε «τι φταίει με τους Έλληνες», πρέπει να ρωτήσουμε: «Τι έχει συμβεί σε μας του Έλληνες;» ή «Ποια τραύματα δεν έχουμε ακόμη τολμήσει να πενθήσουμε μαζί;»
Μπορεί να Υπάρξει Θεραπεία;
Ναι – αλλά με τρεις όρους, όπως προτείνουν η Dr. Brave Heart και άλλοι:
Αφήγηση: Να μιλήσουμε για όσα δεν ειπώθηκαν. Να σπάσει η σιωπή.
Συλλογικό πένθος και συμφιλίωση: Να θεσμοθετηθεί η μνήμη. Να ενωθούν τα κομμάτια.
Πολιτική πράξη: Χωρίς θεσμική λογοδοσία, η θεραπεία δεν ολοκληρώνεται.
Η γέφυρα με το σήμερα
Ό,τι βλέπουμε σήμερα σαν πολιτική απάθεια, σαν ανοχή στη διαφθορά, σαν παραίτηση μπροστά στην αδικία, είναι μονάχα οι τραυματικές αντανακλάσεις του παρελθόντος. Αλλά δεν υπάρχει μόνο αυτό. Υπάρχει και η μεγαλειώδης Εθνική Αντίσταση του Λαού μας, η συμμετοχή στο δημοψήφισμα του 2015 (60% ΟΧΙ) και στις κινητοποιήσεις για τα Τέμπη, που υποδεικνύουν ότι υπάρχει μια βαθιά ανάγκη αξιοπρέπειας και δικαιοσύνης. Υπάρχει ένα ισχυρό αίτημα θεραπείας.
Αλλά η θεραπεία αυτή δεν θα έρθει από το κράτος. Μπορεί να ξεκινήσει από μικρές ομάδες που θα ανοίξουν τη σιωπή. Από μια συναυλία που ενώνει τα μοιρολόγια της Μικρασίας με το τραγούδι για τα Τέμπη. Από ένα αρχείο οικογενειακών ιστοριών που δείχνουν ότι η πληγή είναι κοινή. Γιατί, αν η Ιστορία είναι το τραύμα, τότε η μνήμη είναι το φάρμακο – και η αφήγηση είναι το εργαλείο.
Ο λαός μας έχει περάσει πολλά. Αλλά δεν έχει μιλήσει αρκετά. Δεν έχει συμφιλιωθεί. Δεν έχει ενώσει τα κομμάτια του τραυματικού παζλ. Δεν έχει διεκδικήσει δικαιοσύνη στο συλλογικό επίπεδο.
Ίσως ήρθε η ώρα. Όχι μόνο να θυμηθούμε – αλλά να θεραπεύσουμε.
Γιατί αν δεν μιλήσουμε, η πληγή θα γυρίζει ως εφιάλτης. Αν μιλήσουμε, ίσως γίνει ο σπόρος της αλλαγής. Η Ιστορία μας δεν έχει τελειώσει.
? Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Brave Heart, M.Y.H. (1998). The Return to the Sacred Path
Volkan, V.D. (2001). Transgenerational transmissions and chosen traumas
Erikson, E. (1968). Identity: Youth and Crisis
Πηγή: militaire.gr