ΑΙΣΧΡΟΝ ΕΣΤΙ ΣΙΓΑΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΑΣΗΣ ΑΔΙΚΟΥΜΕΝΗΣ.
ΜΗΤΡΟΣ ΤΕ ΚΑΙ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΤΙΜΙΩΤΕΡΟΝ ΕΣΤΙ Η ΠΑΤΡΙΣ.
του Όθωνα Κουμαρέλλα*, 23-2-2018
Ο ρόλος της Τουρκίας
Πολλοί διαβλέπουν μέσω των εξελίξεων των πολεμικών επιχειρήσεων στη Συρία, σημαντικές επιπτώσεις και στη διαμόρφωση της κατάστασης στα εθνικά μας λεγόμενα θέματα.
Όπως πολύ σωστά αναφέρει σε άρθρο του ο Ανδρέας Ζαφείρης, -με τον οποίο διαφωνώ εν μέρει στην ανάλυση, συμφωνώντας όμως στο δια ταύτα- οι στρατηγικές επιδιώξεις των ΗΠΑ στη Συρία ήταν ο «de facto κατακερματισμός της χώρας, με την ανάληψη του ελέγχου του συριακού εδάφους ανατολικά του Ευφράτη, ο έλεγχος των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη βορειοανατολική Συρία, η στήριξη των επιχειρήσεων του Ισραήλ εναντίον του Ιράν και της Χεζμπολάχ στο Λίβανο και τη Συρία και η υποβάθμιση του ρόλου της Ρωσίας στη περιοχή».
Ο σχεδιασμός αυτός των Αμερικανών απέτυχε οικτρά με επικράτηση τόσο του Άσαντ, όσο και της Ρωσίας επί του πεδίου, ενώ φαίνονται ανίκανοι να υπερασπιστούν τους -μέχρι τώρα- «συμμάχους» τους Κούρδους. Οι επιχειρήσεις που διεξάγονται πλέον στα μέτωπα έχουν εκκαθαριστικό χαρακτήρα με κατίσχυση των συριακών κυβερνητικών δυνάμεων. Έτσι είναι λογικό για τους Κούρδους να στραφούν προς τον Άσαντ για λόγους στοιχειώδους αυτοσυντήρησης, τώρα που η Τουρκία εισέβαλλε στη Β. Συρία (περιοχή της Αφρίν), προκειμένου να εμποδίσει τη δημιουργία ανεξάρτητου κουρδικού κρατιδίου στα νότια σύνορά της. Ο στόχος της Άγκυρας είναι συγκεκριμένος, αλλά η εμπλοκή των συριακών κυβερνητικών δυνάμεων φαίνεται να την εξυπηρετεί σε μια σταδιακή απεμπλοκή από ένα μέτωπο με παρακινδυνευμένη την κατάληξή του.
Από την άλλη, μια εκτεταμένη εμπλοκή της Τουρκίας στη Συρία με σκοπό την επανενεργοποίηση και την υλοποίηση του αμερικανικού σχεδίου διάλυσης της Συρίας, όπως πολλοί διαγιγνώσκουν και μολονότι μπορεί ενδεχομένως να αποτελεί κρυφή επιθυμία κι επιδίωξη των ΗΠΑ, θα την φέρει σε πολύ δύσκολη θέση -και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά τα κέντρα αποφάσεων στην Άγκυρα. Τόσο επειδή θα την εγκλωβίσει έξω από τους δικούς της στρατηγικούς της σχεδιασμούς και βλέψεις σε έναν μακροχρόνιο και αιματηρό πόλεμο, χωρίς ορατό στο άμεσο μέλλον αποτέλεσμα, που δεν θα μπορεί να τον αιτιολογήσει ούτε καν στη δική της κοινή γνώμη. Αλλά κι επειδή θα την εξαναγκάσει κάποια στιγμή -σύντομα μάλιστα- να τα «σπάσει» με τους Ρώσους, για τους οποίους είναι μεν χρήσιμη η απεμπλοκή της από τη Δύση, αλλά αποτελεί μέγιστο ρίσκο η εγκατάλειψη της παραδοσιακής τους βάσης που είναι η Συρία και πολεμούν εκεί 6 χρόνια για να την κρατήσουν.
Έχοντας οι Ρώσοι κερδίσει στο πεδίο της μάχης το μέγιστο, ποιος ο λόγος να υποχωρήσουν μέσω της μυστικής διπλωματίας σε ένα ελάχιστο και να μην προσπαθήσουν να αποτρέψουν με κάθε τρόπο μια τέτοια συμπεριφορά εκ μέρους της Τουρκίας, όταν έχουν απόλυτη επίγνωση της ασταθούς συμπεριφοράς της και της προσωρινότητας της μεταξύ τους «συμμαχίας»; Και μέχρι τώρα το δίδυμο Πούτιν – Λαβρώφ δεν έχει δείξει ότι πάσχει από γεωπολιτική μυωπία, που θα τους οδηγούσε να χάσουν πρώτα τη Συρία και κατόπιν την ίδια την Τουρκία, η οποία μόνο τις στοχεύσεις των Αμερικανών στη Συρία θα εξυπηρετούσε, μέσω μιας περαιτέρω εμπλοκής της επί συριακού εδάφους.
Μέχρι τώρα οι Ρώσοι τα έχουν καταφέρει πολύ καλά, και να κρατήσουν ενδυναμώνοντας τη θέση τους στη Μέση Ανατολή, και μέσω της -έστω προσωρινής- τους «συμμαχίας» με τον Ερντογάν να αποτρέψουν τους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ για ολική γεωπολιτική περικύκλωσή τους. Συνεπώς είναι πολύ λογικό να εξακολουθήσουν στην ίδια γραμμή και να διατηρήσουν αλώβητη τη Συρία και τις θέσεις τους εκεί, καθώς και να μοχλεύουν με κάθε ευκαιρία την κόντρα της Τουρκίας με τους Αμερικανούς, αποτρέποντάς την ταυτόχρονα να επεκτείνει τη δράση της πέραν της Αφρίν στο έδαφος της Συρίας.
Η είσοδος των συριακών κυβερνητικών δυνάμεων στην Αφρίν, ίσως έχει κι αυτό το νόημα, όπως διπλωματικά διατυπώθηκε από τον Λαβρώφ: «Λύστε το πρόβλημα με διαπραγματεύσεις με τη νόμιμη κυβέρνηση της Συρίας», που σημαίνει στα απλά «ρωσικά»: «μην ασχολείσθε, ούτε κουρδικό κράτος θα υπάρξει, αλλά ούτε χρειάζεται αιματοχυσία. Αποσυρθείτε σταδιακά ησύχως, διότι υπάρχουν σοβαρότερα….».
Δεν γνωρίζουμε τη στάση που θα κρατήσει η Τουρκία στο εξής στο συριακό μέτωπο. Ωστόσο, μπορεί ο Ερντογάν για τα δικά μας μέτρα και σταθμά να συμπεριφέρεται ως παράφρων, αλλά δεν είναι ηλίθιος να μην καταλαβαίνει -τουλάχιστον αυτό έχει δείξει μέχρι τώρα.
Έχοντας εν μέρει πετύχει το στόχο του για μη ίδρυση ανεξάρτητου κουρδικού κρατιδίου στο «μαλακό υπογάστριο» της Τουρκίας (αυτό σηματοδοτεί η προέλαση των συριακών δυνάμεων στις περιοχές των Κούρδων -και οι Αμερικανοί δεν έχουν τις δυνάμεις επί του εδάφους για να την αποτρέψουν, ούτε γνωρίζουμε αν θα το ήθελαν κιόλας), θα διεκδικήσει απερίσπαστος τα άλλα θέματα που τον απασχολούν. Κι εκεί εμπλέκεται η Ελλάδα, το Αιγαίο, η Κύπρος.
Γιατί τώρα;
Κάποιος θα αναρωτηθεί, μα τι έπιασε την Τουρκία και τον Ερντογάν, να ανοίξει τώρα όλα τα μέτωπα; Κι από την άλλη μας έχει συνηθίσει στην προκλητικότητά της η Άγκυρα, ας μη δίνουμε μεγαλύτερη σημασία στον «κακό» γείτονα και τους λεονταρισμούς του. Τέτοιου είδους αποπροσανατολιστικός εφησυχασμός δεν είναι σπάνιος στις αναλύσεις των ιθυνόντων.
Πρώτ’ απ’ όλα δεν πρόκειται για λεονταρισμούς της γείτονος και δεν είναι τώρα. Η Τουρκία ακολουθεί τη συγκεκριμένη στρατηγική της έντασης εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Δεν είναι αλήθεια ότι έχει πραγματική δυνατότητα να ανοίξει και να συντηρεί δυόμισι μέτωπα ταυτόχρονα όπως ειπώθηκε από αξιωματούχους της. Όμως αυτό δεν αποτελεί ούτε ανέξοδο λεονταρισμό. Στην πραγματικότητα κάθε λεκτική υπερβολή σε αντίστοιχες καταστάσεις εντάσσεται στην ίδια τακτική πίεσης σε όλα τα επίπεδα και με κάθε τρόπο. Τώρα λοιπόν αισθάνεται ότι ήλθε η ώρα να προχωρήσει βήματα μπροστά τη στρατηγική της. Και πιέζει αφόρητα.
Αντιλαμβάνεται, ότι οι παρακαταθήκες που δημιούργησε με τις πιέσεις της όλα αυτά τα χρόνια στην Κύπρο, με την ελληνική δυστυχώς συγκατάβαση, στο Αιγαίο, στη Θράκη, «γκριζάροντας» όλες τις περιοχές, έχοντας σήμερα απέναντί της μια Ελλάδα σε οικονομική, πολιτική και στρατιωτική αποδυνάμωση και έχοντας ανατρέψει και τον αντίστοιχο συσχετισμό δύναμης, της επιτρέπουν τώρα να ολοκληρώσει -έστω εν μέρει- τους πάγιους σκοπούς της. Αντιλαμβάνεται την δεινή μας κατάσταση ως δική της μοναδική ευκαιρία και ξεδιπλώνει σε όλα τα επίπεδα τη στρατηγική της.
1. Στην Κύπρο. Διαπιστώνει ότι το νησί είναι μόνο του στην αντιπαράθεσή του μαζί της και θα αποτελούσε παραδοξότητα από την πλευρά της να μην προχωρήσει στην παρεμπόδιση των γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ. Γνωρίζει, ότι οι εταιρείες που εμπλέκονται στη διαδικασία των ερευνών και των εξορύξεων φυσικού αερίου εκεί, δεν μπορούν παρά να περιμένουν τις εξελίξεις, ενώ μόνο διπλωματικές πιέσεις μπορεί να δέχεται από την ΕΕ και τις ΗΠΑ για το θέμα. Πιέσεις χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα. Η μόνη χώρα που έχει έννομο συμφέρον και ηθικό δικαίωμα να παρέμβει είναι η Ελλάδα. Διαπιστώνει όμως στην πράξη ότι η Ελλάδα πέραν των διαμαρτυριών της δεν έχει κανένα σκοπό δυναμικής παρέμβασης υπέρ των Κυπρίων «αδελφών». Για την πολιτική ηγεσία της χώρας μας η Κύπρος εξακολουθεί να «κείται μακράν».
2. Στο Αιγαίο. Μετά τις δραματικές εξελίξεις στα Ίμια το 1996 και την πολιτική κατευνασμού που ακολούθησε η Αθήνα έκτοτε, επιτρέποντας το γκριζάρισμα της περιοχής, η Άγκυρα εντείνει την ένταση, δοκιμάζοντας για μια ακόμη φορά αντιδράσεις. Προκαλεί, παραβιάζει, απειλεί, δημιουργεί συνθήκες θερμού επεισοδίου κι έτσι δημιουργεί εκνευρισμό, αμφιβολίες για τις τελικές της προθέσεις και τελικά πετυχαίνει τον εκφοβισμό του αντιπάλου. Διαπιστώνει στην πράξη, ότι η Ελλάδα στερείται ηγεσίας που να μπορεί να εμπνεύσει το πατριωτικό αίσθημα και το αντιστασιακό ένστικτο του ελληνικού λαού και κατά συνέπεια και του στρατεύματός της. Για την ελληνική ηγεσία και το Αιγαίο «κείται μακράν»!
3. Θράκη – Μακεδονία. Ισχύουν τα ίδια, αλλά έπονται οι εξελίξεις ανάλογα με την έκβαση της προσπάθειάς της Τουρκίας στο Αιγαίο.
Η Τουρκία γνωρίζει πολύ καλά, ότι δεν μπορεί να εξαπολύσει έναν ολοκληρωτικό πόλεμο εναντίον της χώρας μας, διότι παρά τις δυσχέρειές μας, η δύναμη πυρός των ελληνικών δυνάμεων εξακολουθεί να είναι τεράστια στον περιορισμένο χώρο που αναπτύσσεται. Γνωρίζει, ότι οι καταστροφές που θα υποστεί η ίδια σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα είναι ανυπολόγιστες, με έντονα αμφισβητούμενο το όφελος που θα μπορούσε να προκύψει σε αντιστάθμισμα. Εξ άλλου σε μια τέτοια περίπτωση η παρέμβαση των μεγάλων δυνάμεων θα καταστεί αναπόφευκτη και δεν θα είναι αναγκαστικά προς όφελός της. Έχει κάθε λόγο να υπολογίζει και στο αντίθετο.
Έτσι, προχωρά ακάθεκτη στις προκλήσεις, αφού κανείς δεν τη σταματά, επιδιώκοντας τη σταδιακή κατάκτηση του σκοπού της μέσω της έντονης πίεσης προς όλες τις κατευθύνσεις και υπό την απειλή ενός γενικευμένου πολέμου.
Πέραν της Ελλάδας η Τουρκία ουσιαστικά ασκεί πιέσεις και προς την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, να αποδεχθούν, έστω και σιωπηρά τις θέσεις της και να συνηγορήσουν στον διαμοιρασμό του Αιγαίου, γνωρίζοντας ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν απέχει πολύ από τους πάγιους σχεδιασμούς της υπερδύναμης για την περιοχή. Ενώ για την Ε.Ε. δεν θα ήταν κακή η δημιουργία μιας ενδιάμεσης buffer zone στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου για τον περιορισμό από εκεί των μεταναστευτικών ροών, που θα την απάλλασσε από την -έστω θεωρητική- υποχρέωση για την επιτήρησή τους. Η μεταφορά προς δυσμάς των συνόρων θα εξυπηρετούσε πιθανά έναν τέτοιο σκοπό. Δεν θα ήταν υπερβολή, να υποθέσουμε, ότι για την Ε.Ε. τα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου, φέρουν «βάρος» και «κείνται μακράν»!
Το Αιγαίο ως «έπαθλο».
Η Τουρκία λοιπόν αισθάνεται, ότι τώρα πλέον βρίσκεται στην πλεονεκτική θέση και μπορεί να επιβάλλει -εκμεταλλευόμενη την αδυναμία της Ελλάδας και την επαμφοτερίζουσα στάση των εταίρων και συμμάχων της- περίπου εκ του ασφαλούς τον διαμοιρασμό του Αιγαίου. Έχοντας εξασφαλίσει από τα πριν την ανάγκη τόσο της Δύσης για συνεργασία μαζί της στην περικύκλωση της Ρωσίας, όσο και την ανάγκη της ίδιας της Ρωσίας για την αποτροπή αυτού του ενδεχόμενου.
Διότι, αν και πλέον οι Αμερικανοί δεν έχουν εμφανή λόγο να δώσουν στην Τουρκία ανταλλάγματα σε σχέση με το «κουρδικό», ή το ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει η Τουρκία στο συριακό, έχουν όμως την ανάγκη για την παραμονή της στο ΝΑΤΟ και στην περικύκλωση της Ρωσίας -και το Αιγαίο αποτελεί νοστιμότατη λιχουδιά για το στόμα του σουλτάνου. Όσο όμως η Τουρκία διατηρεί τη σχέση της με τη Ρωσία και την αντιπαράθεσή της με τις ΗΠΑ, τόσο οι Αμερικανοί δεν πρόκειται -ηθελημένα- να της την δώσουν, χωρίς από την πλευρά της σοβαρά ανταλλάγματα. Εκεί πλέον θα δούμε πως θα ανοίξει τη στρατηγική της η Ρωσία, η οποία στη συγκυρία θα έχει κάθε συμφέρον να συναινέσει στο διαμελισμό του Αιγαίου, όσο βέβαια τα πάει καλά με την Τουρκία και την εμπέδωση μιας μακρόχρονης συνεργασίας μεταξύ τους.
Έτσι εχόντων των πραγμάτων και οι Αμερικάνοι -στην προσπάθειά τους να κρατήσουν την Τουρκία στην πλευρά τους- μπορεί να βρουν το λόγο να κάνουν την «παραχώρηση», αφού επί πλέον θα έχουν και τη σιωπηρή έστω συναίνεση της Ρωσίας, αφού κι αυτή με τη σειρά της θα θέλει να κρατήσει προς την πλευρά της την Τουρκία. Η εμπλοκή της Τουρκίας στο συριακό μέτωπο -πέραν της ανάγκης της να αντιμετωπίσει δυναμικά το κουρδικό ζήτημα- βοήθησε πολύ τον Ερντογάν να μπορεί να «παίζει» σε επίπεδο υπερδυνάμεων. Με αυτόν τον τρόπο, το Αιγαίο καθίσταται το έπαθλο γι’ αυτόν που αποδεικνύεται στην πράξη να ξέρει καλό σκάκι και να έχει συνάμα την τύχη με το μέρος του, με την Ελλάδα να «λάμπει» δια της απουσίας της!
Η ελληνική ιθύνουσα τάξη στη μορφωτική ανεπάρκεια της και στηριζόμενη σε ένα πλήρως τυχοδιωκτικό πολιτικό απαράτ, που ενδιαφέρεται μόνο για τα ιδιοτελή του συμφέροντα, ως δικό της αποκύημα, δεν γνωρίζει καν τι σημαίνει το «άθλημα»! Λυπούμαστε αφάνταστα, αλλά δεν απορούμε καθόλου για τη στάση της.
Μήπως και η ίδια η Ελλάδα κείται μακράν;
Έχοντας παραδώσει οριστικά και αμετάκλητα κάθε ίχνος εθνικής κυριαρχίας, έχει απωλέσει κάθε δυνατότητα άσκησης εξωτερικής πολιτικής και εξεύρεσης συμμαχιών, ακολουθώντας πειθήνια τους εντολείς της στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, με μοναδικό ρόλο -στο εσωτερικό την χώρας- τον κατευνασμό των εύλογων ανησυχιών του λαού και αποτροπής -ακόμα και με καταστολή- κάθε δυνατότητας δημιουργίας εσωτερικού μετώπου αντίστασης στα τεκταινόμενα. Η στάση της απέναντι στα συλλαλητήρια για το «σκοπιανό» και η κατασυκοφάντησή τους -με ευθύνη και της αριστεράς, που ελπίζουμε μόνο από λάθος ανάγνωση των δεδομένων στη συγκυρία, διάλεξε το νατοϊκό στρατόπεδο, χωρίς καν να το αντιλαμβάνεται- είναι απολύτως ενδεικτική.
Εδώ που μας έφθασαν, η Ελλάδα με απόλυτη την ευθύνη των κυβερνήσεών της μετέτρεψε -στις μέρες μας- το στρατηγικό γεωπολιτικό της πλεονέκτημα σε ένα τεράστιο μειονέκτημα, ενώ προσβλέποντας μόνο σε «προστάτες», έχει απωλέσει κάθε δυνατότητα να αποκτήσει πραγματικούς συμμάχους, διαλύοντας όλες της τις παραδοσιακές σχέσεις, καθιστάμενη έρμαιο των διεθνών εξελίξεων και των επιπτώσεών τους στην περιοχή μας.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας πάλι με τον Ανδρέα Ζαφείρη που πολύ σωστά αναφέρει κλείνοντας -επίσης- το άρθρο του: «Η ελληνική αστική τάξη είχε επενδύσει στη μετατροπή της χώρας σε προκεχωρημένο φυλάκιο του ΝΑΤΟ στη περιοχή, μέσω μιας κάθετης ρήξης ΗΠΑ – Τουρκίας.
Μικρασιατική καταστροφή και Κύπρος όμως αποτελούν την ιστορική της παρακαταθήκη. Και η «Ιωαννίδειος αφέλεια» δομικό στοιχείο των ορίων της.
Ως μέλος του ΝΑΤΟ και χώρα «της Δύσης» η Ελλάδα έχει μόνο μια «προοπτική»: συρρίκνωση και διάλυση. Οικονομική, πολιτική, στρατιωτική, εδαφική.
Και μόνο μια προσέγγιση του άξονα Ρωσίας – Συρίας – Ιράν – Χεζμπολάχ θα μπορούσε να εξασφαλίσει την ειρήνη και τη σταθερότητα στη περιοχή. Προσέγγιση που αδυνατεί να επιλέξει η αστική τάξη. Και προϋποθέτει συνολικές, κάθετες αλλαγές και στο κοινωνικό επίπεδο».
Φοβούμαι, ότι για όλα αυτά -για τα οποία συμφωνώ, έστω και αν ακολουθώ διαφορετική συλλογιστική στην ανάλυση των δεδομένων- είναι πολύ αργά, όπως αργά είναι και για τη ταχεία ανάκτηση της αμυντικής δυνατότητας των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, ως το μοναδικό αποτρεπτικό μέσο που μας έχει απομείνει.
Με το Αιγαίο χαμένο και τα σύνορα της χώρας να περιορίζονται οσονούπω στο ύψος της Μελούνας, χωρίς να καίγεται καρφάκι κανενός ανάξιου Τσίπρα και κανενός Κοτζιά, ή Μητσοτάκη, Παπανδρέου, Βενιζέλου, ή Σαμαρά, αφού ακριβώς γι’ αυτόν τον σκοπό βρέθηκαν στη θέση τους αυτή, η νέα «μεταπολίτευση» και το νέο «Γουδί» θα προκύψουν νομοτελειακά. Αλλά τότε θα είναι -για μια ακόμα φορά- πολύ αργά….
* Ο Όθωνας Κουμαρέλλας είναι αρχιτέκτονας μηχανικός και συγγραφέας