ΑΙΣΧΡΟΝ ΕΣΤΙ ΣΙΓΑΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΑΣΗΣ ΑΔΙΚΟΥΜΕΝΗΣ.
ΜΗΤΡΟΣ ΤΕ ΚΑΙ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΤΙΜΙΩΤΕΡΟΝ ΕΣΤΙ Η ΠΑΤΡΙΣ.
Λαοκράτης Βάσσης, 2 Μαρ. 2019
Παρ’ ότι δεν ανήκω στους μελετητές του Ρήγα, βοηθούμενος απ’ τα παλιά (καλά) διαβάσματά μου, με οδηγό τον Βρανούση, μπορώ να μαρτυρήσω πως ο Λουκάς Αξελός δικαιούται «δια να ομιλεί» για τον «μέγα εθναπόστολο και εθνομάρτυρά» μας, τον οποίο προσφυώς αποκαλεί πατέρα της ελληνικής ανεξαρτησίας.
Και δικαιούται, χάρη σε δυο αλληλοσυμπληρούμενες ιδιότητές του: Αφενός εκείνη του ιστορικού, που έχει αφιερώσει, με όλους τους όρους της επιστημονικής εγκυρότητας, κάποιες δεκαετίες γόνιμης ερευνητικής μελέτης όλων των διαστάσεων και πτυχών της ζωής και του έργου του, όπως αυτή αποτυπώθηκε στο εξαίρετο σύγγραμμά του: Ρήγας Βελεστινλής. Σταθμοί και όρια στη διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα, εκδ. Στοχαστής, Αθήνα 2003.
Αφετέρου εκείνη του πολιτικού διανοούμενου, του αδογμάτιστου αριστερού διανοούμενου, που, αξιοποιώντας υποδειγματικά το σύνολο των γνωστικών δεδομένων, προβαίνει σε ερμηνευτικές αναγωγές της ίδιας της βαθύτερης λογικής του Ρήγα, μακράν προσαρμοστικών παραναγνώσεων και σκόπιμων ιδεολογικοποιήσεων. Συνεισφέροντας πολλά στη σωστή συνολική του «ανάγνωση», στον δρόμο που χάραξαν οι πατέρες των μελετών του, Βρανούσης και Δασκαλάκης.
Με καλά οργωμένο (και…διβολισμένο!) το ιστορικό του πεδίο, αλλά και καλά δουλεμένο το πολιτικό του κριτήριο, έτσι που να μπορούμε να μιλάμε για ιστορικο/πολιτική εμβρίθεια, στο βιβλίο του «Ρήγας Βελεστινλής – Ο πατέρας της ελληνικής ανεξαρτησίας» εκδ. Στοχαστής, προεκτείνει τις βασικές ερμηνευτικές του αναγωγές. Εμπλουτίζοντας έτσι καθοριστικά την εκκαθάριση, με πειστικά τεκμηριωμένο λόγο, αιωρούμενων αμφισημιών – ποικίλων στοχεύσεων – γύρω από πολύ κρίσιμα ζητήματα του έργου του και της επαναστατικής του παρακαταθήκης.
Μιας παρακαταθήκης που, σωστά αναγνωσμένη, μας είναι απολύτως αναγκαία, καθώς η ιστορία μας κάνει πολύ κακούς κύκλους, για να πλέξουμε με τις «ίνες» του αξιακού της διατακτικού τον μίτο της εξόδου μας απ’ τον λαβύρινθο της χρεοκοπίας και της ευρωδυτικής επικυριαρχίας.
Γιατί, εμμέσως πλην σαφώς, χωρίς ούτε υποψία παραναγνωστικών «προσαρμογών», ο Λουκάς Αξελός «διαλέγεται» δια του Ρήγα, διά του καθαρού δηλαδή φωτισμού κρίσιμων σημείων της παρακαταθήκης του, με το πώς θα βγούμε απ’ τον τωρινό μετανεωτερικό μας «λαβύρινθο».
Καθώς και τα τέσσερα κεφάλαια της ιστορικο/πολιτικής του κατάθεσης, περισσότερο τα τρία πρώτα, έχουν δισυπόστατη λειτουργία: αφενός με το να υπηρετούν αμέσως τον καθαρό ερμηνευτικό φωτισμό των επίμαχων ζητημάτων, που είναι και η επιστημονική τους διάσταση, αφετέρου με το να υπηρετούν εμμέσως τον διδακτικό μας φρονηματισμό, που είναι η πολιτική διάσταση της επικαιροποίησής τους, τουλάχιστον εξ αντικειμένου και εκ του…αποτελέσματος.
Στο πρώτο, κιόλας, κεφάλαιο, με τον εξόχως εύγλωττο τίτλο του: «Η στήριξη στις δικές μας δυνάμεις, ως θεμέλιος λίθος της εθνικής στρατηγικής του Ρήγα και όψιμες απόψεις στρέβλωσής της», όπως υπομνηματίζεται και με ρήση του Αντόνιο Γκράμσι: «Πρέπει πάντοτε να στηριζόμαστε στον εαυτό μας και στις δικές μας δυνάμεις», είναι απολύτως καθαρή και η επιστημονικο/ερμηνευτική του διάσταση και η συνεπαγωγική της πολιτικο/διδακτική.
Με την επιστημονικο/ερμηνευτική διάσταση να μην αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης πως ο Ρήγας, ο «αξιάγαστος ανήρ» κατά τον «Ανώνυμο», μπόρεσε να διεμβολίσει με την ιδιοφυή επαναστατική του σκέψη το κυρίαρχο στους καιρούς τους γαλλο/ρωσικό γαιο-στρατηγικό δίπολο: με τον «Διαφωτισμό» και τον μεγάλο Ναπολέοντα απ’ τη μια μεριά, την «Ορθοδοξία» και το «ομόδοξο ξανθό γένος» απ’ την άλλη μεριά. Χαράσσοντας, χωρίς, συγγνωστές για εκείνους τους καιρούς, μεροληπτικές προτιμήσεις και ψευδαισθήσεις, τη στρατηγική της ελληνικής ανεξαρτησίας.
Που είναι έκτοτε η αναπαλλοτρίωτη βάση και αναφορά της εθνικής μας αυτεξουσιότητας. Νομίζω πως αυτή η πρώτη αποναρκοθέτηση αμφισημιών, η περί την γνήσια ανεξαρτησία της ιδεολογίας του Ρήγα, πέραν δηλαδή του φιλο-γαλλισμού και του φιλο-ρωσισμού, είναι και απ’ τις πιο κρίσιμες συνεισφορές της μελέτης. Που μακάρι να είχα τον χρόνο να αναφερθώ εκτενώς στην κατατιθέμενη ερμηνευτική της συλλογιστική και σημασία.
Στο δεύτερο κεφάλαιο, που είναι και το κύριο της μελέτης, με τον επίσης εύγλωττο τίτλο του: «Ο δημοκρατικός πατριωτισμός ως βασική παράμετρος της αξιακής, ιδεολογικής και πολιτικής συγκρότησης του Ρήγα», με την ακόμα πιο εύγλωττη για την τεκμηρίωσή τους διάρθρωση των υποκεφαλαίων του, όπου, μαζί κι εδώ με την ερμηνευτικο/διδακτική λειτουργία των γραφομένων, αναδεικνύεται, με την πολύ ουσιαστική σύζευξη δημοκρατίας και πατριωτισμού, ο δημοκρατικός πατριωτισμός ως η οιονεί πολιτικο/ιδεολογική «εντελέχεια» και ταυτοτική αιχμή της όλης υπόστασης του Ρήγα.
Όχι γενικά, αν όχι και υπόπτως απροσδιόριστα, η δημοκρατία και η δημοκρατικότητα, η φιλοπατρία και το πατριωτικό πνεύμα του Ρήγα, αλλά ο δημοκρατικός πατριωτισμός ως διαλεκτική ενότητα των πολιτικο/ιδεολογικών φορτίσεων και της δημοκρατίας και του πατριωτισμού. Με όλα τα καιρίως δηλούμενα αυτής της σύζευξης, που δεν αφήνει, το τονίζω, περιθώρια βολικών προσαρμογών της παρακαταθήκης του, ειδικά…αστικο/νεωτερικών και ακόμα πιο ειδικά…πολύ-πολιτισμικών, για να μην πω και πρώιμα…παγκοσμιοποιητικών.
Αλλά και χάρη στην οποία ερμηνευτική θεώρηση μόνο υπερβολή δεν μπορεί να θεωρηθεί το ότι ο Εαμικός πατριωτισμός, με τη συναίρεση της ελληνικότητας, της δημοκρατίας, του ουμανισμού και του διεθνισμού, όπως αναδίδεται το άρωμά του: απ’ το «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ», του Γληνού, Τον λόγο του Άρη στη Λαμία και Τα αντάρτικα τραγούδια, όπως και ο πατριωτισμός όλων των αγωνιστικών κορυφώσεων του λαού μας, απ’ το ’21 ως τον Μακεδονικό και ως τον Κυπριακό Αγώνα, εμπνέονται απ’ τον δημοκρατικό πατριωτισμό του Ρήγα.
Πριν περάσω στο τρίτο κεφάλαιο, χωρίς προφανώς να αγνοώ τις συμβολές άλλων μελετητών, παλιότερων και νεότερων, δεν θα ήθελα να μη πω πως τούτο το περί «δημοκρατικού πατριωτισμού» κεφάλαιο του Λουκάς Αξελός ανήκει στις πιο καλές σελίδες των μελετών για τον Ρήγα, τόσο ως προς την ιστορικο/ερμηνευτική όσο, συνακολούθως, και ως προς την πολιτικο/διδακτική του διάσταση (ιδίως με την απο-ναρκοθέτηση του πατριωτισμού!).
Κι είναι αρκούντως χαρακτηριστική η επιλογική του συνόψιση: «Η πολιτική – πολιτειακή πρόταση του Ρήγα ξεπερνά τα κυρίαρχα ασφυκτικά πλαίσια της εποχής του, συγκροτώντας ένα καινούργιο, εκτινασσόμενο στο μέλλον, σύστημα αρχών και αξιών, με σαφή φιλελεύθερο, πατριωτικό, διεθνιστικό ουμανισμό και δημοκρατικό προσανατολισμό». Που παραμένει, συμπληρώνω, πάντοτε επίκαιρο.
Στο τρίτο κεφάλαιο, με τον κάπως ουδέτερο από πρώτη ματιά τίτλο: «Αρχαίος ελληνικός κόσμος και Βυζάντιο στο έργο του Ρήγα», με αρκούντως όμως εύγλωττο το τέταρτο υποκεφάλαιό του: «Η ανάδειξη της σχέσης ιστορικής συνέχειας/α-συνέχειας του ελληνικού έθνους και σύνθεσή τους σε μια ριζοσπαστική πρόταση για το παρόν και το μέλλον», ο Λουκάς Αξελός αποναρκοθετεί κι εδώ κρίσιμες αμφισημίες, παρερμηνευτικές αναγνώσεις και παραναγνώσεις, στη σχέση του Ρήγα με την ελληνική αρχαιότητα και τη νεωτερικότητα, το Βυζάντιο και την ιστορική συνέχεια του ελληνικού έθνους, που αυτή ειδικότερα, η ιστορική συνέχεια, τόσο κακοπαθαίνει σοβαροφανώς απ’ τον αναμηρυκαστικό ιστορικό αναθεωρητισμό και τον νεοταξικό απο-εθνοποιητικό αποδομητισμό στους δίσεκτους καιρούς μας.
Με την υπόμνηση της καίριας επισήμανσης του Βρανούση, πως: «Ο Βελεστινλής αρδεύει το πνευματικό και ιδεολογικό τους έδαφος από τρεις πηγές: την βυζαντινή παράδοση, την κλασική δόξα των προγόνων και τις νεωτεριστικές ιδέες της επαναστατικής Γαλλίας», να έχει την ενισχυτικά επικυρωτική σημασία της εδραζόμενης στα ίδια τα κείμενα του Ρήγα πειστική ορθότητα των πολύ στέρεων δικών του απαντήσεων. Επιλέγω, προς υποψιασμόν σας, δυο – τρεις πολύ ενδεικτικές, απ’ αυτές τις στέρεες απαντήσεις του.
Η πρώτη: «Βασική επιδίωξη του Ρήγα ήταν η αποκατάσταση της ιστορίας του ελληνικού έθνους μέσω της επιβεβαίωσης της ιστορικής του συνέχειας και η ενδυνάμωση της εθνικής συνείδησης ως αποτέλεσμα της ενίσχυσης της ιστορικής αυτογνωσίας και αυτοπεποίθησης». Η δεύτερη: «Για τον Ρήγα, η κατάκτηση της νεωτερικότητας δεν έρχεται απ’ το πουθενά, αλλά επαναβαπτίζεται και ξαναγονιμοποιείται σε ένα οικείο σ’ αυτόν έδαφος, που για αιώνες είχε μείνει χέρσο». Και η τρίτη: « Η συστηματική μελέτη του Ρήγα αποδεικνύει ότι στο έργο του υπάρχουν στοιχεία της Βυζαντινής παράδοσης, την οποία θεωρεί, όπως και την χριστιανική, αναπόσπαστο κρίκο του ελληνικού έθνους, οργανικό ταυτοτικό του στοιχείο. Κανένα «μεταμοντέρνο» σόφισμα δεν μπορεί να ανατρέψει αυτή την πραγματικότητα.
Στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο, με τίτλο: «Η συμβολή του Ρήγα στην τέχνη της διάδοσης της αλήθειας», υπομνηματισμένο αυτό απ’ το εξαίρετο κείμενο, με τους πέντε όρους για να φτάσουμε στην αλήθεια, του Μπέρτολτ Μπρεχτ, όπου, προσπερνώντας τα ευθέως ενταγμένα στην επαναστατική του λογική και στρατηγική έργα, όπως: η Νέα Πολιτική Διοίκηση, το Εγκόλπιον (Στρατιωτικόν), Η Δημοκρατική Κατήχηση, ο Θούριος Ύμνος, ο Ύμνος Πατριωτικός ή το Χαρήτε τη Ζωή, «επικεντρώνεται, όπως γράφει, στα έργα εκείνα που από μόνα τους δεν έχουν ιδιαίτερο πολιτικό ή ανατρεπτικό περιεχόμενο και που γι’ αυτό, άλλωστε, μπόρεσαν κατ’ αρχήν να υπερβούν τον σκόπελο της λογοκρισίας», φωτίζοντας την «αθώα» προφανώς υποδόρια, προπαρασκευαστική εθνο/αναγεννητική «λειτουργία» αυτού του πολύ μεγάλου επαναστάτη.
Όπου, ας πούμε, με το να τρυπώνει στο «Φυσικής Απάνθισμα», ένα εγχειρίδιο επιστημών, την επιγραμματική ρήση, με τα όσα πολλά αυτή σημαίνει: «Όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά», ή με την πονηρά παραλλαγμένη γνώμη στη Βοσκοπούλα του Μαρμοντέλ: «Ο ιερός της πατρίδος έρως, αντί «η αληθινή δύναμη του χαρακτήρα», εμφωλεύει εις την καρδίαν και η καρδία δεν γηράσκει ποτέ», όπως ακόμη, για να μείνω μόνο σ’ αυτά τα παραδείγματα, η εικόνα του Μεγάλου Αλέξανδρου στους πατριδογνωστικούς Χάρτες του, σε μια εποχή που δοξάζονταν ο Ναπολέων Βοναπάρτης.
Κι έχει την ιδιαίτερη σημασία του που ο Λ., φωτίζοντας τον επαναστατικό «τρόπο» του Ρήγα, προσθέτει ως έκτο όρο για την αλήθεια, στους πέντε του Μπρέχτ, τη θυσία του μεγάλου πρωτομάρτυρα της ελληνικής εθνεγερσίας: «Το τίμημα, όπως γράφει, της ίδιας της ζωής του αγωνιζόμενου ως έμπρακτη επιβεβαίωση της πίστης στην αλήθεια των λόγων του».
Καθώς ταλαιπωρούμε αλλά και…ταλαιπωρούμαστε πολύ απ’ το παρελθόν μας, χωρίς να ξέρω αν το ταλαιπωρούμε εμείς ή μας ταλαιπωρεί αυτό περισσότερο, οι μελέτες που το αποναρκοθετούν από παραγνωστικές «στρεβλώσεις», όπως αυτή του Λουκά Αξελού για τον Ρήγα Βελεστινλή, είναι και καλές γέφυρες προς το μέλλον. Καθώς, ακυρώνοντας τις παρενέργειες των «στρεβλώσεων» απελευθερώνουν την αξιακή δυναμική της ιστορικο/πολιτιστικής μας κληρονομιάς και μας βοηθούν να μη χάνουμε ή να (ξανα)βρίσκουμε τον προσανατολισμό μας, ιδίως σε ομιχλώδεις καιρούς, όπως αυτοί που ζούμε.
Μας βοηθούν, ας πούμε, ενισχύοντας την ιστορική αυτοσυνείδηση και την ιστορική αυτεπίγνωσή μας, να καταλαβαίνουμε καλά το γιατί ο ιστορικός αναθεωρητισμός επιχειρεί να αποδομήσει την ιστορική συνέχεια του Ελληνισμού, να καταγράψει ως εθνογενετική και όχι ως εθνοαναγεννητική, που είναι, την Επανάσταση του ’21. Ή, για να μείνω ενδεικτικά μόνο σ’ αυτά, γιατί πρώτος ο Ρήγας, όπως μετά κι ο Σολωμός κι ο Κάλβος, δεν ήταν «μεταπράτες» της νεωτερικότητας, έστω καλοί…μεταπράτες, αλλά εθνο/αναγεννητικοί πνευματικοί «νομοθέτες» του Νεότερου Ελληνισμού.
Εντέλει, μας βοηθούν οι καλές μελέτες να έχουμε βαθιά συνείδηση, μακράν αφελών μανιχαϊστικών θεωρήσεων, πως ο Νεότερος Ελληνισμός είναι σύνθετος καρπός της πολύ δύσκολης (και πολύ δυσανάγνωστης) προαιώνιας ιστορικο/πολιτικής του κοίτης (απ’ όπου «πήγασε» και η νεωτερικότητα, από την άποψη του κύριου εννοιολογικού της προσδιορισμού) και της εμπλουτιστικής ενοφθαλμιστικής και ωθητικής προς τα εμπρός «συνάντησής» της με το φιλτραρισμένο νεωτερικό ρεύμα του διαφωτισμού, την ελληνική του δηλαδή εκδοχή.
Η όποια παραναγνωστική θεώρηση αυτής της «συνάντησης», της οποίας ο Ρήγας, προικισμένο τέκνο της ελληνικής «κοίτης», συνιστά, πάντοτε απ’ τη μεριά της, την πλέον προωθημένη και γονιμοποιό της έκφραση, κακοποιεί, σκοπίμως ή μη, και την επαναστατική του παρακαταθήκη για τον Ελληνισμό. Όπως αποναρκοθέτησε αυτή την παρακαταθήκη, τις «καλλιεργημένες» και τις «καλλιεργούμενες» αμφισημίες της, ο Λουκάς Αξελός με τη συγκεκριμένη αλλά και τη συνολική του, ως τώρα, μελέτη του Ρήγα Βελεστινλή.
Μια μελέτη που τούτο το πολύ δύσκολο γύρισμα των καιρών μας, με τη χρεοκοπία και την επικυριαρχία, την καθιστά (και) εξόχως επίκαιρη. Καθώς, δυστυχώς, είναι εξόχως επίκαιρη όλη η ανεξαρτησιακή επαναστατική παρακαταθήκη του Ρήγα για τον Τόπο μας, 221 χρόνια απ’ τον μαρτυρικό του θάνατο στον Πύργο Νεμπόϊσα του Βελιγραδίου.
Πηγή: slpress.gr