ΑΙΣΧΡΟΝ ΕΣΤΙ ΣΙΓΑΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΑΣΗΣ ΑΔΙΚΟΥΜΕΝΗΣ.
ΜΗΤΡΟΣ ΤΕ ΚΑΙ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΤΙΜΙΩΤΕΡΟΝ ΕΣΤΙ Η ΠΑΤΡΙΣ.
του Binoy Kampmark, 25-2-2018
«Τέτοια κάναμε (ανάμειξη σε ξένες εκλογές) από την ίδρυση της CIA, το 1947» – Loch K. Johnson, New York Times, Feb 17, 2018
Η ανάμειξη στις εκλογές έχει γίνει το σιτηρέσιο της αμερικανικής πολιτικής για πολλούς μήνες. Και μας υπόσχονται και άλλες μερίδες, μετά την απαγγελία κατηγορίας εναντίον 13 Ρώσων ιδιωτών και τριών εταιρειών, που ξεφούρνισε ο ανακριτής Ρόμπερτ Μούλερ την περασμένη βδομάδα.
Τέτοια μέτρα μπορεί να θεωρούνται λογικά, όταν πρόκειται για κάτι μοναδικό. Τότε μπορούν να σερβίρονται και με ιερή αγανάκτηση, κατάλληλα διακοσμημένη με τον στέφανο της αγιοσύνης.
Αλλά μια από τις δυσκολίες του αμερικανικού πολιτικού κατεστημένου, στον άμβωνα κηρύγματος ηθικού στιγματισμού της υποτιθέμενης ρωσικής επέμβασης στις εκλογικές διαδικασίες της χώρας, είναι η γυμνή υποκρισία. Στο παιχνίδι, ή μάλλον στο θέατρο των διεθνών σχέσεων, το σπρώξε και άρπαξε είναι πανίσχυρα κίνητρα. ΄Εκφραζε την αγανάκτησή σου ελεύθερα, αλλά κάνε το με την αυτοσυνειδησία ότι είσαι εξ ίσου ένοχος με τον αντίπαλο στην ίδια επίδοση.
Ωστόσο περιπτώσεις τέτοιας ομολογίας, εάν και όποτε εμφανιστούν, το κάνουν φορώντας τον φωτοστέφανο του ιδεαλισμού. Γεμάτα υπερηφάνεια και αίσθημα εκπλήρωσης αποστολής, άτομα όπως ο τέως διευθυντής της CIA, James Woolsey, αισθάνονται άνετα πρώτα να δηλώνουν ότι η CIA «πιθανώς» χώνει την μύτη της στις εκλογές άλλων κρατών και κατόπιν να το παρουσιάζουν ως αγαθοεργία..
Ο διάλογος της περασμένης Παρασκευής (του Τζέιμς Γούλσυ) με την Λώρα Ίνγκραχαμ του Φοξ Νιούς ήταν αρκετά ειλικρινής αν και ανησυχητικός, με την απόρριψη κάθε προσχήματος για τον ρόλο της αμερικανικής εξουσίας και του αυτοδίκαιου παρεμβατισμού της στις εκλογικές διαδικασίες άλλων κρατών.
« Εμείς έχουμε ποτέ προσπαθήσει να παρέμβουμε σε άλλες χώρες;», ρώτησε η Ίνγκραχαμ.
« Ω!. . . πιθανώς», ήταν η γελαστή απάντηση. «Αλλά ήτανε για το καλό του συστήματος, για να μην περάσει η εξουσία στους κομμουνιστές.»
Και θέλησε να προχωρήσει σε λεπτομέρειες:: «Για παράδειγμα, στην Ευρώπη, το ’47,’48, ’49, οι ΄Ελληνες, οι Ιταλοί, εμείς η CIA …» Αλλά εκεί όρμησε και τον διέκοψε η Ίνγκραχαμ, ρωτώντας εάν οι ΗΠΑ « το ξανάκαναν έκτοτε» . «Δεν μπερδευόμαστε σε άλλων λαών τις εκλογές, Τζιμ;»
Για έναν άνθρωπο εξοικειωμένο με τις σκοτεινές τέχνες και μεθόδους μιας οργάνωσης που κάποτε διεύθυνε ήταν δύσκολο να το κρατήσει μέσα του. Και απάντησε με μακρόσυρτο, πονηρό χαμόγελο: «Χμμμ… Ουμμ… Ουμμμ…μόνο για πολύ καλό σκοπό… προς το συμφέρον της Δημοκρατίας.»
(https://www.youtube.com/watch?time_continue=5&v=SpWai3kZ–gM Στο 14οΛεπτό)
Kάτω από τα σύννεφα της μη-πραγματικότητας, όπου κινείται η Φοξ Νιους, πρώην αξιωματούχοι της CIA υπήρξαν ακόμη πιο ειλικρινείς, ενθουσιασμένοι να παραδεχτούν κάτι τόσο φυσιολογικό:
«Αν ρωτήσεις έναν μυστικό πράκτορα, αν έσπασαν τους κανόνες οι Ρώσοι ή έκαναν κάτι παράξενο, η απάντηση είναι όχι, καθόλου», είναι η άποψη του Steven L. Hall, που αποχώρησε από την CIA το 2015, μετά 30 χρόνια υπηρεσίας. Οι ΗΠΑ όχι μόνο είχαν «ασφαλέστατα» διεξαγάγει επιχειρήσεις επηρεασμού εκλογών –δήλωσε- αλλά «εξακολουθούμε να το κάνουμε».
Από μακρού μελετητής της CIA, ο Loch K. Johnson, περιγράφει τις μεθόδους τέτοιων παρεμβάσεων: «Έχουμε χρησιμοποιήσει αφίσες, προκηρύξεις, ταχυδρομείο, πανώ- ό,τι φανταστείτε. Δημοσιεύσαμε ψεύτικες ειδήσεις σε ξένες εφημερίδες. Χρησιμοποιήσαμε αυτό που οι Βρετανοί αποκαλούν «Το Ιππικό του Βασιλέως Γεωργίου», δηλαδή βαλίτσες με χαρτονομίσματα.»
Απαιτείται η σοβαρότητα μιας μελέτης όπως του Dov H. Levin για να καταδείξει πως οι μεγάλες δυνάμεις παρεμβαίνουν, επιβάλλουν και αναμιγνύονται με ακούραστο πείσμα: Μαστορέματα εκλογικών συστημάτων, πατρονάρισμα και προώθηση υποψηφίων, ενίσχυση των φίλων προς την ξένη δύναμη και δυσφήμηση και συκοφάντηση των μη φίλων της εντός του κράτους.
Τα συμφέροντα που διακυβεύονται είναι μεγάλα για τους μεγάλους «ξένους παίκτες», όπως γράφει ο Λέβιν, στην International Studies Quarterly (2016). Οι εκλογές σε μια χώρα «μπορεί να οδηγήσουν σε μείζονες αλλαγές» εσωτερικής ή εξωτερικής πολιτικής.
Οι μέθοδοι παρέμβασης κινούνται από την χρηματοδότηση της ευνοούμενης παράταξης (τακτική της Σοβιετικής ΄Ενωσης στις εκλογές του 1958 στην Βενεζουέλα), μέχρι τις δημόσιες απειλές για διακοπή της ξένης βοήθειας, σε περίπτωση νίκης της ανεπιθύμητης πλευράς, (όπως έκαναν οι ΗΠΑ στις εκλογές του Λιβάνου το 2009.»
Τέτοιες επεμβάσεις δεν μπορεί «να είναι για καλό», όπως μας θέλει να πιστέψουμε ο Γούλσυ της CIA. Και σε μερικές περιπτώσεις αποδείχθηκαν ολέθριες, εγκαθιστώντας δολοφονικά καθεστώτα, της ποιότητας του Πινοσέτ στην Χιλή.
Σε άλλες περιπτώσεις αποκαθιστούν την «καθεστηκυία τάξη» -διάβαζε την επανεπιβολή του καθεστώτος της υποτέλειας, όπως με την ανατροπή την κυβέρνησης Whitlam στην Αυστραλία, το 1975. Ο ρόλος της CIA στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι αδιάσειστα τεκμηριωμένος, αλλά ελάχιστα συζητιέται από τους Αυστραλούς, που τείνουν να παραβλέπουν τις αχρειότητες της πατρόνας υπερδύναμης.
Αυτό, ίσως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι το τραγικό επίτευγμα της ξένης εκλογικής παρέμβασης. Χρεωκοπεί και διαβρώνει. Αλλά πολύ πιο ανησυχητικό για τους εισαγγελείς της ρωσικής επιχείρησης, επιβεβαιώνει ότι το σύστημα ήταν ώριμο για χρεωκοπία.
*Πηγή: Eurasia Review, February 22, 2018.
Πηγή: iskra.gr